Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

"Αποδημίες του Αυγούστου: Ονορέ ντε Μπαλζάκ, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, Σωτηρία Μπέλλου

...................................................................................

Αποδημίες του Αυγούστου

18/8/1850: Ονορέ ντε Μπαλζάκ, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ονορέ Μπαλσά, γάλλος μυθιστοριογράφος.
  
BALZAC DE HONORE/ΜΠΑΛΖΑΚ ΝΤΕ ΟΝΟΡΕ

BALZAC DE  HONORE/ΜΠΑΛΖΑΚ ΝΤΕ ΟΝΟΡΕ









ΜΠΑΛΖΑΚ ΝΤΕ ΟΝΟΡΕ Γάλλος συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1799 στην πόλη Τουρ της Γαλλίας. Σπούδασε νομικά ύστερα από παρότρυνση της οικογένειας του και φιλοσοφία, σπουδές που γρήγορα εγκατέλειψε γιά να ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Υπήρξε ο δημιουργός ενός κορυφαίου έργου της Ανθρώπινης κωμωδίας, ένα γιγάντιο έργο που αποτελείται από 100 και πλέον ιστορίες. Ένα έργο ζωής, μετά το θάνατό του δημοσιεύτηκε σε 24 τόμους και μέσα σ’ αυτό είχε φτιάξει πάνω από 2000 χαρακτήρες. Μερικές σημαντικές δουλειές του Μπαλζάκ είναι η Ευγενία Γκράντε, Ο Μπαρμπα- Γκοριό, Χαμένα όνειρα κ.α. Πέθανε το 1850 σε ηλικία 51 ετών στο Παρίσι.

Ο Μπαλζάκ για τον έρωτα και το γάμο:

    Από το "ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΓΑΤΑΣ":
   Η Αυγουστίνα ερωτεύθηκε ξαφνικά [...]. Γι' αυτήν το παρόν ήταν όλο το μέλλον. 
   Σε αυτές τις μεγάλες κρίσεις, η καρδιά είτε γίνεται κομμάτια είτε γίνεται σίδερο.  

   Από τον "ΧΟΡΟ ΤΩΝ ΣΩ":
   
   Όπως τα περισσότερα χαϊδεμένα παιδιά, τυράννησε εκείνους που την αγαπούσαν και χάρισε τις ερωτοτροπίες της στους αδιάφορους. 

   Από τις "ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΔΥΟ ΝΙΟΠΑΝΤΡΩΝ  ΓΥΝΑΙΚΩΝ"

   ...Η ομορφιά της με νίκησε...
   Τι έγκλημα διέπραξα άραγε πριν γεννηθώ και δεν έχω εμπνεύσει έρωτα σε κανέναν;
   Ο άνδρας που μας μιλάει είναι ο εραστής, ο άνδρας που δεν μας μιλάει πια είναι ο σύζυγος...
   Υπάρχουν δύο έρωτες: εκείνος που διατάζει κι εκείνος που υπακούει.
   Τα μάτια μας είναι πιο φλύαρα από τη γλώσσα μας.
   Θέλετε να  σας αγαπήσουν; Μην αγαπάτε.
   
   Από το "ΒΑΛΑΝΤΙΟ":

   Η καρδιά έχει την ιδιότυπη ικανότητα να δίνει εξαιρετική  αξία σε μηδαμινά πράγματα.
   Από τη "ΜΟΝΤΕΣΤ ΜΙΝΙΟΝ":

   Μία από τις κύριες μέριμνες της σημερινής φυσιολογίας είναι να βρει τους τρόπους με τους οποίους μια σκέψη φέρνει την ίδια κατάρρευση που προκαλεί ένα δηλητήριο.
   Μπορούμε να εκφράζουμε ωραία συναισθήματα χωρίς να τα νιώθουμε και να τα νιώθουμε χωρίς να τα εκφράσουμε.

   Από τον "ΑΛΜΠΕΡ ΣΑΒΑΡΥΣ":

   Ο έρωτας είναι ένας θησαυρός από αναμνήσεις...
   Για μένα η μοναξιά είναι σαν το κεχριμπάρι μέσα στο οποίο ένα έντομο διατηρεί την αιώνια ομορφιά του.

   Από τη "ΜΙΑ ΔΙΠΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ":

   Κύριε, είπε η Καρολίνα διακόπτοντάς τον, προσέξτε τα λόγια σας! Η μητέρα μου μού είπε πως, όταν οι άντρες αρχίζουν να μας μιλούν για τις δουλειές τους δεν μας αγαπούν πια.
   Άραγε οι νέοι δεν είναι πάντα έτοιμοι να εμπιστευθούν τις υποσχέσεις ενός όμορφου προσώπου, να συμπεράνουν την ομορφιά της ψυχής από κείνη των χαρακτηριστικών; Ένα απροσδιόριστο συναίσθημα τους κάνει να πιστεύουν ότι η ηθική τελειότητα συμφωνεί πάντα με τη φυσική τελειότητα.
   Η ομορφιά χωρίς έκφραση είναι απάτη.

   Από την "ΨΕΥΔΟΕΡΩΜΕΝΗ":

   Η φιλία, άγγελέ μου, αγνοεί τη χρεοκοπία του συναισθήματος και τις πτωχεύσεις της απόλαυσης. Ενώ ο έρωτας, αφού πρώτα προσφέρει περισσότερα απ' όσα έχει, καταλήγει να προσφέρει λιγότερα απ' όσα παίρνει.
   Είσαι κρυψίνους, έχεις στην καρδιά σου  τεράστιους χώρους όπου αποτραβιέσαι.
   Ακόμα και η πιο απλή γυναίκα του κόσμου απαιτεί από τον πιο σπουδαίο άνδρα μια δόση τσαρλατανισμού.

   Από τη "ΒΕΑΤΡΙΚΗ":

   Δεν ξέρω αν είναι μέρα, αμφιβάλλω για τον ήλιο...
   Ένας μεγάλος έρωτας είναι μια πίστωση ανοιχτή σε μια τόσο αδηφάγα διάθεση, ώστε η στιγμή της χρεοκοπίας είναι βέβαιη.
   Δεν ξέρω καμιά πρώτη αγάπη που να μην τέλειωσε χαζά.

   Από την "ΤΡΙΑΝΤΑΡΑ":

   Υπάρχουν σκέψεις στις οποίες υπακούμε χωρίς να τις γνωρίζουμε: βρίσκονται μέσα μας εν αγνοία μας.
   Ο έρωτας έχει το ένστικτό του, ξέρει να βρει το δρόμο της καρδιάς, όπως το πιο αδύναμο έντομο βαδίζει προς το άνθος του με μια ακάθεκτη βούληση η οποία δεν ορρωδεί προ ουδενός. Έτσι, όταν ένα συναίσθημα είναι αληθινό, η μοίρα του δεν είναι αμφίβολη. για μένα δεν υπάρχει τώρα τίποτα πιο φριχτό από μια γεροντική σκέψη σε ένα παιδικό μέτωπο.

   Από τον "ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΚΟΡΙΟ":

   Ρωτήστε τις γυναίκες ποιους άνδρες κυνηγάνε, τους φιλόδοξους. Οι φιλόδοξοι έχουν πιο γερά νεφρά, το αίμα τους είναι πιο πλούσιο σε σίδηρο και η καρδιά τους είναι πιο ζεστή από των άλλων. Όσο για τη γυναίκα, νιώθει τόσο ευτυχισμένη και όμορφη όταν είναι δυνατή, ώστε προτιμάει μεταξύ των ανδρών τον πανίσχυρο, έστω κι αν κινδυνεύει να συντριβεί.

   Από το "ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΓΑΜΟΥ":

   Πολλοί άνδρες χρησιμεύουν σαν ακούσια παραβάν των γυναικείων φιλοδοξιών και δεν το υποπτεύονται καν.
   Το μίσος και η αγάπη τρέφονται με πολύ μικρά πράγματα.
   Ο έρωτας αυξάνει με τα πολλά αλλά και με τα λίγα λόγια.

   Από τον "ΕΦΗΜΕΡΙΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡ":

   Ανάμεσα  σε ανθρώπους που είναι συνέχεια μαζί, η αγάπη και το μίσος πληθαίνουν μέρα με τη μέρα: ανά πάσα στιγμή βρίσκονται αιτίες για να αγαπηθούν και να μισηθούν περισσότερο.  

   Από τις "ΧΑΜΕΝΕΣ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ"

   Ο έρωτας είναι μια μεγάλη ματαιοδοξία που οφείλει να εναρμονιστεί, στο γάμο κυρίως, με τις άλλες  ματαιοδοξίες.

   Από το "ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΜΑΤΙΑ"

   Ο αληθινός έρωτας βασιλεύει κυρίως με τη μνήμη.
   Η Πακίτα έδειχνε να έχει πλαστεί για τον έρωτα, με μια ειδική φροντίδα της φύσης. Από τη μια νύχτα στην άλλη ο θηλυκός της δαίμονας είχε κάνει τεράστια πρόοδο.

   Από την "ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΙΣΑΡΑ ΜΠΙΡΟΤΩ":

   Όταν τα πάθη δεν έχουν τροφή, μετατρέπονται σε ανάγκη / τότε για τους ανθρώπους της μεσαίας τάξεως, ο γάμος γίνεται έμμονη ιδέα, γιατί δεν έχουν άλλο τρόπο να καταχτήσουν και να οικειοποιηθούν μια γυναίκα.
   ...όλες οι γυναίκες, ακόμα και οι θρησκόληπτες και οι ανόητες, συνεννοούνται στα ερωτικά.


(Από το "Ο Κωστής Παπαγιώργης ανθολογεί Ονορέ  Ντε Μπαλζάκ"- εκδόσεις Μπάστας-Πλέσσας, 1995)

...................................................................................


19/8/1936: Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, ισπανός ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Δολοφονήθηκε από τις δυνάμεις του Φράνκο.



Βιογραφικό

     Γεννήθηκε στο Φουέντε Βακέρος, το 1898. Ο πατέρας του ήταν αγρότης κι η μητέρα του δασκάλα και πρώτη του δασκάλα στο πιάνο. Φοίτησε σε σχολείο Ιησουϊτών στη Γρανάδα και μετά από πιέσεις του πατέρα του, γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γρανάδα, την οποίαν όμως εγκατέλειψε σύντομα, για ν' ασχοληθεί με λογοτεχνία, μουσική και ζωγραφική.
     Το 1919, εγκαθίσταται στη Φοιτητική Κατοικία Πανεπιστημίου Μαδρίτης, που τότε ήτανε σαν ανοιχτό πανεπιστήμιο, πολιτιστικό κέντρο, της ισπανικής πρωτεύουσας. Εκεί θα συναντήσει τον Σ. Νταλί, τον Λ. Μπουνιουέλ, τον ποιητή Αλμπέρτι και τον Χιμένεθ. Την ίδια περίοδο συνθέτει τα πρώτα του ποιήματα που κυκλοφορούνε το 1921, με τίτλο:"Βιβλίο Ποιημάτων". Λίγο νωρίτερα, το 1918, είχε δημοσιεύσει το έργο: "Εντυπώσεις & Τοπία" περιδιαβαίνοντας τη Καστίλη.
     Το 1922, συνεργάζεται με τον συνθέτη Μ. ντε Φάγια στο Φεστιβάλ Λαϊκης Μουσικής, στη Γρανάδα. Στις παραδόσεις της λαϊκής και τσιγγάνικης μουσικής, πίστευει πως βρίσκει τη βάση των ποιητικών και πνευματικών του ενορμήσεων. Δημιούργημα του τότε είναι το "Ποίημα Του Κάντε Χόντο" λαϊκό τραγούδι της Ανδαλουσίας*, που τραγουδιέται απο τσιγγάνους με συνoδεία κιθάρας και λίγο αργότερα, το 1924, ξεκινά να γράφει το "Ρομανθέρο Χιτάνο"** που το τελειώνει το 1927. Μια σύνθεση 18 ποιημάτων με σταθερή στιχουργική μορφή, έκφραση μιας απο τις αρχαϊκότερες μορφές ισπανικής ποίησης. Την ίδια περίοδο συνθέτει και την "Ωδή Στον Σαλβαντόρ Νταλί" ενώ παράλληλα γράφει το θεατρικό έργο: "Μαριάνα Πινέδα", που πρωτοπαίζεται στη Βαρκελώνη, την ίδια χρονιά, σε σκηνογραφία Νταλί και σημειώνει επιτυχία.
     Τα έτη 1929-30, ανήσυχος ων, αναζητεί νέες πηγές έμπνευσης και ταξιδεύει στις ΗΠΑ και στη Κούβα. Αποτέλεσμα το, "Ένας Ποιητής Στη Νέα Υόρκη". Επιστρέφει στην Ισπανία το 1931 και συνθέτει το "Ντιβάνι Της Ταμαρίτ", ενώ παράλληλα δουλεύει κι έργα για το Κουκλοθέατρο. Εκεί δείχνει ξεκάθαρα πως επιλέγει ως κύρια ενασχόλησή του, τη συγγραφή θεατρικών και τα 3 τελευταία χρόνια της ζωής του συνθέτει τις κορυφαίες του δημιουργίες: "Το Σπίτι Της Μπερνάρντα 'Αλμπα", "Ματωμένος Γάμος", "Γέρμα", τραγωδίες με θέμα τη κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο τ' ανθρώπινο στοιχείο και το ποίημα, "Θρήνος Για Τον Ιγκνάθιο Σάντσεθ Μεχίας".
     Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, συστήνει θεατρική ομάδα, τη "La Barroca" που με τη βοήθεια του Υπουργείου Παιδείας δίνει παραστάσεις κλασσικών έργων σε χώρους εργατών κι αγροτικές περιοχές. Το 1936 υποδέχεται τον Αλμπέρτι, καθώς επέστρεψε από τη Μόσχα. Συντάσσει μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ετοιμάζεται να γράψει μια σειρά σκηνών με μορφή επιθεώρησης μα τον Ιούλιο, ξεσπά ο Εμφύλιος κι απλώνεται γοργά. Στις 19 Αυγούστου οι φασίστες Φρανκιστές, τον εκτελούνε κάπου στη Γρανάδα. Ο Τάφος του δε βρέθηκε ποτέ.
     Ήτανε μόλις 38 ετών.
     'Αλλα έργα του επίσης ήτανε: "Τα Μάγια Της Πεταλούδας" 1925, "Τα Πρώτα Τραγούδια" 1926, "Τραγούδια" 1927, "Δόκτωρ Περλιμπλίν & Μπελίσα" (Οι Φασουλήδες Του Κατσιπόρρα) 1928.

*   cante jondo: βαθύ, μύχιο τραγούδι, το αρχαιότερο λαϊκό, ανδαλουσιανό τραγούδι, το βασικό δηλαδή. 'Αλλα μετεπτυγμένα είδη είναι η siguiriya (σιγκιρίγια), η jeliana (χελιάνα), η copla (κόπλα) κι η martinete (μαρτινέτα), που τραγουδιούνται χωρίς συνοδεία κιθάρας, και: solea (σολεά), η polo (πόλο), η saeta (σαέτα, σαΐτα) κλπ είναι επίσης διάφορες μορφές του που τραγουδιούνται με κιθάρα. Επίσης ταυτόσημο (και κατά τον Λόρκα, εκχυδαϊσμένη μορφή του) είναι: το cante flamenco (κάντε φλαμένκο) με μορφές όπως: οι granadinas (γραναδίνες), τα fantango (φαντάνγκο), οι malaguenas (μαλαγκένιες), οι sevillanas (σεβιλιάνες), οι rondenas (ροντένες) κλπ. Ο Λόρκα μελέτησε πάρα πολύ όλα τούτα τα είδη κι έδωσε πολλές διαλέξεις.

** romancero gitano: ρομανθέρο, λέξη μεσαιωνική που σημαίνει τη συστηματική συλλογή μπαλαντών, ορίζεται δε η romanza (ρομάντσα) σαν επικολυρικό ποίημα τραγουδούμενο με συνοδεία κάποιου μουσικού οργάνου. χιτάνο δε, είναι ο τσιγγάνος, το τσιγγάνικο και ribirena (ριμπιρένια) είναι το παρόχθιο τραγούδι.

   (Σημ: Μια διάλεξή του για το duende μπορείτε να βρείτε εδώ !)







...................................................................................


27/8/1997: Σωτηρία Μπέλλου, ρεμπέτισσα.
Σωτηρία Μπέλλου
1921 – 1997








Η κορυφαία τραγουδίστρια του λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού, Σωτηρία Μπέλλου, γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1921 στο χωριό Χάλια της Χαλκίδας. Ήταν μέλος εύπορης οικογένειας και η μεγαλύτερη από τα τέσσερα αδέλφια της. Είχε το όνομα του αγαπημένου της παππού, Σωτήρη Παπασωτηρίου, που ήταν παπάς στο Σχηματάρι. Στο πλευρό του, «ζυμώθηκε» από μικρή με τους εκκλησιαστικούς ήχους και τη βυζαντινή μουσική.
Τραγουδίστρια αποφάσισε να γίνει όταν είδε στον κινηματογράφο την ταινία «Η Προσφυγοπούλα» με τη Σοφία Βέμπο. Οι γονείς της, όμως, είχαν αντιρρήσεις κι έτσι σε ηλικία 17 ετών αποφάσισε να κατεβεί μόνη στην Αθήνα. Εκεί παντρεύτηκε τον Βαγγέλη Τριμούρα, ελεγκτή στα λεωφορεία, με τον οποίο είχε γνωριστεί όσο ήταν ακόμη στη Χαλκίδα. Ο γάμος τους κράτησε μόνο έξι μήνες και η Σωτηρία βρέθηκε στις φυλακές «Αβέρωφ», όταν στον τελευταίο τους καβγά του έριξε βιτριόλι στο πρόσωπο. Στο Εφετείο η ποινή της μειώθηκε από 3,5 χρόνια σε 6 μήνες και αφέθηκε ελεύθερη.
Το μαρτύριό της συνεχίστηκε όταν επέστρεψε στο πατρικό της στη Χαλκίδα, καθώς οι δικοί της θεωρούσαν ότι τους ντρόπιαζε. Μην αντέχοντας το καθημερινό ξύλο, αποφάσισε να ξαναδοκιμάσει την τύχη της στην πρωτεύουσα. Καθώς η μέρα αυτού του ταξιδιού της συνέπεσε με την 28η Οκτωβρίου 1940, πέρασε όλη την περίοδο του πολέμου και τα χρόνια της Κατοχής κάτω από δύσκολες συνθήκες και κάνοντας διάφορες δουλειές. Ανάμεσα στα άλλα τραγουδούσε για ένα χαρτζιλίκι σε διάφορα ταβερνάκια, με μια κιθάρα που είχε αγοράσει στο μεταξύ.


Μετά την απελευθέρωση και αφού γνώρισε από κοντά την αγριότητα και τις διώξεις του Εμφυλίου, όντας ενεργό μέλος του αντάρτικου, την ανακάλυψε σε μια ταβέρνα των Εξαρχείων ο θεατρικός συγγραφέας Κίμων Καπετανάκης και τη σύστησε στο φίλο του Βασίλη Τσιτσάνη. Ο βάρδος του ρεμπέτικου ενθουσιάστηκε από τη φωνή της και της πρότεινε να μπουν μαζί στο στούντιο.
Η επιτυχία των πρώτων της ηχογραφήσεων με τον αξέχαστο Τσιτσάνη («Συννεφιασμένη Κυριακή», «Τα Καβουράκια», «Όταν πίνεις στην ταβέρνα», «Κάνε λιγάκι υπομονή») την καθιέρωσε ως λαϊκή τραγουδίστρια, ενώ τα χρόνια 1948 - 1955 ήταν περιζήτητη ανάμεσα στους κορυφαίους συνθέτες. Μεταξύ άλλων, συνεργάστηκε με τους Γιάννη Παπαϊωάννου («Γύρνα στη ζωή την πρώτη», «Κάνε κουράγιο καρδιά μου», «Άνοιξε, άνοιξε»), Γιώργο Μητσάκη («Ο ναύτης», «Το σβηστό φανάρι»), Απόστολο Καλδάρα («Είπα να σβήσω τα παλιά»), Απόστολο Χατζηχρήστο, Μανώλη Χιώτη κ.ά.
Η καριέρα της γνώρισε μία κάμψη στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας '60. Από το 1966, όμως, κέρδισε ξανά τη θέση της κορυφαίας ερμηνεύτριας του είδους, προχωρώντας σε πρωτοποριακές συνεργασίας με σύγχρονους έντεχνους συνθέτες: Μούτσης («Το φράγμα»), Σαββόπουλος («Το βαρύ ζεϊμπέκικο»), Ανδριόπουλος («Λαϊκά προάστια»), Κουνάδης («Δεν περισσεύει υπομονή»), Λάγιος («Λαός»), Ανδριόπουλος κ.ά. Παράλληλα, ξανατραγούδησε παλιά λαϊκά και ρεμπέτικα τραγούδια, από τα οποία την αγάπησε η νέα γενιά και τη στήριξε στις αδιάκοπες εμφανίσεις της στα λαϊκά κέντρα, στις μπουάτ της Πλάκας, καθώς και σε μεγάλες συναυλιακές και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Το Μάρτιο του 1993 ήρθε αντιμέτωπη με τα πρώτα σοβαρά προβλήματα υγείας, όταν εισήχθη επειγόντως στο νοσοκομείο «Σωτηρία» με βαριά αναπνευστική ανεπάρκεια και πνευμονικό εμφύσημα. Λίγο αργότερα, διαγνώστηκε ότι έπασχε από καρκίνο του φάρυγγα. Έχασε τη φωνή της και δύο ημέρες πριν τα 76 γενέθλιά της, στις 27 Αυγούστου 1997, άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο «Μεταξά» του Πειραιά. 
 






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου