...................................................................................
ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ
1893-1930
ΠΟΙΗΜΑ
-« Σύντροφε διαβάτη!
Αυτή εδώ είν’ η οδός Ζουκόβσκι;»
Με κοιτάζει,
σαν ένα παιδί που βλέπει έναν βρικόλακα,
τα μάτια ορθάνοιχτα,
ζητά να με αποφύγει:
-«Όχι σύντροφε, αυτή είναι η οδός Μαγιακόφσκι
χιλιάδες χρόνια τώρα.
Δεν είν’ εδώ, στο κατώφλι της αγαπημένης,
που αυτοχειριάστηκε;»
Τι έκανε λέει;
Πώς;... Εγώ!... Αυτοκτόνησα;...
μετάφραση: Νίκος Εγγονόπουλος
....................................................................................
Μαγιακόφσκι Ο ποιητής, η ερωμένη του και ο σύζυγός της
Επιμέλεια: Σάκης Μαλαβάκης
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στα "ΝΕΑ" Πέμπτη 11 Αυγούστου 2011
Ο χαρακτηρισμός της σχέσης αυτής απλώς ως ένα μενάζ α τρουά, παρότι κυριολεκτικός, θα ήταν απλουστευτικός. Ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι θα γνωρίσει τη Λίλι Μπρικ τον Ιούλιο του 1915, κατά τη διάρκεια μιας απαγγελίας του πρώτου του μεγάλου ποιήματος «Σύννεφο με παντελόνια». Και οι δύο είναι νεότατοι. Ο ποιητής είναι μόλις είκοσι δύο χρονών και η ηθοποιός και μπαλαρίνα με τα μεγάλα καστανά μάτια, «σκαμμένα σαν να 'ταν δύο τάφοι» είναι είκοσι τρία, αλλά ήδη παντρεμένη με τον νομικό και έμπορο Οσιπ Μπρικ.
Ακολουθεί ένα ερωτικό ντελίριο που θα διαρκέσει δεκατρία ολόκληρα χρόνια και θα αλλάξει τις ζωές των τριών πρωταγωνιστών του. Ενας έρωτας δύσκολος, αλλά όχι εξαιτίας του τρίτου (προδομένου κατά κάποιον τρόπο) εμπλεκόμενου: η Λίλι δεν θα κρύψει τίποτα από τον άντρα της, ο οποίος αποδέχεται αμέσως την παρουσία του επιβλητικού Μαγιακόφσκι, όντας γοητευμένος από την ποιητική του ιδιοφυΐα. Ετσι, η νεαρή ηθοποιός, ο σύζυγός της και ο επαναστάτης ποιητής, θα καταφέρουν να βρουν μια συναισθηματική αλλά και καθημερινή, οικιακή ισορροπία, καταλήγοντας να είναι αχώριστοι. Ο Οσιπ είναι ο Γάτος, η Λίλι η Ψιψίνα και ο Βλαντιμίρ το Κουτάβι.
Κατά τη διάρκεια της σχέσης τους, τα γεγονότα που συνέβησαν ήταν πολλά. Ο Οσιπ αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στη λογοτεχνία και μετατράπηκε σε μαικήνα και εκδότη. Ο Μαγιακόφσκι πήγε να ζήσει στο σπίτι του Γάτου και της Ψιψίνας με την οποία, μεταξύ άλλων, μοιραζόταν και την κρεβατοκάμαρα. Το σπίτι των Μπρικ είχε από καιρό μετατραπεί σε μια ιδιότυπη λέσχη όπου οι παρτίδες τυχερών παιχνιδιών (μέγα πάθος του ποιητή) διαδέχονταν τις αναγνώσεις κειμένων και τις απαγγελίες ποιημάτων και όπου μεταξύ των παρευρισκόμενων, βρισκόντουσαν συχνά προσωπικότητες που άλλαξαν με τη συμβολή τους την ιστορία του πολιτισμού μας - από τον Γιάκομπσον και τον Σκλόβσκι μέχρι τον Αϊζενστάιν και τον Παστερνάκ - όλοι τους κρεμασμένοι από τα χείλη του εκρηκτικού και κυρίως ερωτευμένου ποιητή, ο οποίος θα αφιερώσει όλα του τα μετέπειτα έργα στην καινούργια του αγάπη.
Οτιδήποτε κι αν κάνουν, το κάνουν και οι τρεις μαζί. Ζουν μαζί, ταξιδεύουν μαζί, πηγαίνουν διακοπές μαζί. Το Κουτάβι, η Ψιψίνα και ο Γάτος θα περάσουν μαζί ακόμη και τα χρόνια του κρύου και της πείνας. Ο Οσιπ, αν και αποκλεισμένος από οποιαδήποτε μορφή (σωματικής και μόνο) οικειότητας με τη γυναίκα του, δεν πτοείται ούτε από αυτό. Οι τρεις τους είναι πραγματικά δεμένοι και όποτε αναγκάζονται να χωρίσουν, το μόνο που κάνουν είναι να ανταλλάσσουν γράμματα με τα οποία εκφράζουν «την απαίσια διάθεση» και την «αηδία» τους, την «κατάφωρη ανία» και την «αθλιότητα» της απόστασης που τους χωρίζει. Και με την πρώτη ευκαιρία ξανασμίγουν. Και οι τρεις, ή έστω οι δύο απ' αυτούς, σε κάποιο ξενοδοχείο της Ρίγα, του Βερολίνου ή του Παρισιού.
Κάποια στιγμή όμως αρχίζουν τα προβλήματα. Καβγάδες και καταθλίψεις και κυρίως το σαράκι της αυτοκτονίας που έτρωγε τον ποιητή. Ο οποίος ύστερα από μια διακοπή δύο μηνών που παρέμεινε οικειοθελώς κλεισμένος μες στο σπίτι του, τον Φεβρουάριο του 1923, θα αρχίσει να γράφει ξανά στη Λίλι: «Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ παρ' όλα και για όλα, σ' αγάπησα, σ' αγαπώ και θα σ' αγαπώ, είτε είσαι σκληρή μαζί μου είτε είσαι γλυκιά, είτε είσαι δική μου είτε κάποιου άλλου. Οπως και να' χει εγώ θα σ' αγαπώ. Αμήν».
Λίγο αργότερα θα αρχίσει η περίοδος των μεγάλων ταξιδιών αλλά και των αλλαγών στη σχέση των τριών. Η Λίλι, κουρασμένη από την «αδράνεια της συνήθειας» θα μπλεχτεί σ' έναν καινούργιο, πολύ ταραχώδη, έρωτα για τον οποίο όμως θα ενημερώσει τον Μαγιακόφσκι. Ο ποιητής από τη μεριά του, από το Παρίσι θα πάει στο Μεξικό και μετά στις Ηνωμένες Πολιτείες, δίχως ποτέ να σταματήσει να γράφει στη Λίλι, ούτε καν όταν θα γνωρίσει τη νεαρή αμερικάνα ρωσικής καταγωγής, Ελι Τζόουνς, με την οποία το καλοκαίρι του '26 θα αποκτήσει μια κόρη (την οποία συνάντησε μόνο μία φορά). Θα ακολουθήσουν κι άλλοι έρωτες, αποτυχημένοι ως επί το πλείστον. Η «μοναδική οικογένεια» του ποιητή συνεχίζει να είναι αυτή που έφτιαξε μαζί με τον Οσιπ και τη Λίλι.
Πιθανό ψεγάδι στη σχέση των τριών, η αποκάλυψη ότι το ζεύγος Μπρικ είχε σχέσεις με τη μυστική αστυνομία και (ίσως να) ήλεγχαν με αυτόν τον τρόπο τον ποιητή. Από την άλλη όμως, είναι επίσης γεγονός ότι η σοβιετική ιστοριογραφία επεδίωξε να απαλείψει την παρουσία της Λίλι από τη ζωή και την ποίηση του Μαγιακόφσκι, θεωρώντας τη μια ανούσια ιστορία που δεν είχε θέση στη βιογραφία του βάρδου της επανάστασης.
Η τελευταία κάρτα - στάλθηκε από το Αμστερνταμ στις 14 Απριλίου 1930 υπογεγραμμένη από τον Οσιπ και τη Λίλι - έγραφε τα εξής: «Βολοσίκ! Τι υπέροχα λουλούδια φυτρώνουν σ' αυτά τα μέρη! Χαλιά κανονικά από τουλίπες, υάκινθους και νάρκισσους». Ο Μαγιακόφσκι δεν θα τη διαβάσει ποτέ γιατί εκείνη την ημέρα θα αυτοπυροβοληθεί, τερματίζοντας έτσι τη ζωή του. Η αλληλογραφία μεταξύ του ποιητή και των Μπρικ κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Οδυσσέας: «Ερωτικά γράμματα στη Λίλια Μπρικ».
..................................................................................
Τη βιογραφία που ακολουθεί τη "δανείστηκα" από εδώ http://www.sansimera.gr/biographies/248
Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι
1893 – 1930
Ρώσος ποιητής, με πληθωρική παρουσία τα πρώτα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης. Υπήρξε ο κορυφαίος εκπρόσωπος του ρωσικού φουτουρισμού.
Γεννήθηκε στη Βαγδάτη της Γεωργίας στις 7 Ιουλίου 1893. Ο πατέρας του ήταν ευγενούς καταγωγής (Ρώσος με κοζάκικες ρίζες), δασοφύλακας το επάγγελμα. Η μητέρα του ήταν ουκρανικής καταγωγής. Από τα 14 χρόνια του ασπάσθηκε τις ιδέες του σοσιαλισμού και συμμετείχε ενεργά σε αντιτσαρικές διαδηλώσεις στη γενέτειρά του. Μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του, ο νεαρός Βλαντιμίρ, η μητέρα του και οι δύο αδελφές του, Όλγα και Λουντμίλα, μετακόμισαν στη Μόσχα.
Το 1908 ο Μαγιακόφσκι έγινε μέλος του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος και φυλακίστηκε επανειλημμένα για την ανατρεπτική δράση του. Στο κελί της απομόνωσης άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Μετά την αποφυλάκισή του φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας και προσχώρησε στο κίνημα των ρώσων φουτουριστών, όπου γρήγορα διακρίθηκε κι έγινε ο κύριος εκπρόσωπός τους.
Το 1912, ο κύκλος των ρώσων φουτουριστών εξέδωσε μανιφέστο με τίτλο «Χαστούκι στο γούστο του κοινού». Το κίνημα του φουτουρισμού ανήγαγε σε φετίχ του το μέλλον και ύμνησε την τεχνολογική εξέλιξη. «Ένα βρυχώμενο αυτοκίνητο αγώνων είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης» υποστήριζε ο «γκουρού» του φουτουρισμού, ιταλός Τομάσο Μαρινέτι. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι ρώσοι συνοδοιπόροι του: «Το παρελθόν είναι στενάχωρο. Η Ακαδημία, ο Πούσκιν, ο Ντοστογιέφσκι, ο Τολστόι, είναι πιο ακατανόητοι κι από ιερογλυφικά» γραφόταν στο Μανιφέστο. Οι φουτουριστές συνήθιζαν να διαβάζουν ποιήματά τους καταμεσής του δρόμου, έριχναν τσάι στο ακροατήριό τους και γενικά έκαναν το παν για να ενοχλούν τον καθωσπρεπισμό των αστών.
Από την εποχή αυτή η ποίηση του Μαγιακόφσκι άρχισε να γίνεται επιθετική και προκλητική, με έντονα στοιχεία υπερβολής, υπεροψίας και αυτοαναφοράς. Το 1915 δημοσιεύει το πρώτο μεγάλο του ποίημα με τίτλο: «Σύννεφο με παντελόνια», από το οποίο πήρε και το όνομά του το γνωστό ελληνικό μουσικό σχήμα «Σύννεφα με παντελόνια». Το καλοκαίρι του ιδίου χρόνου γνωρίζει και ερωτεύεται τη Λιλλή Μπρικ, γυναίκα του εκδότη του Οσιπ Μπρικ. Τις αφιερώνει το επόμενο σπουδαίο ποίημά του «Σπονδυλωτό Φλάουτο» (1916). Και τα δύο αυτά έργα του καταγράφουν έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση κι εκφράζουν τη διάσταση του ποιητή με τον κόσμο που ζούσε.
Με την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο Μαγιακόφσι υπηρέτησε πολυποίκιλα με την πέννα του το νέο καθεστώς. Έγραφε στρατευμένα ποιήματα («Ωδή στην Επανάσταση», «Αριστερή Πορεία»), άρθρα, βιβλία για μικρά παιδιά και ζωγράφιζε αφίσες και σκίτσα, τα οποία συνόδευε με στίχους και συνθήματα, ενώ παράλληλα περιόδευε τη χώρα, κάνοντας διαλέξεις και απαγγελίες. Το 1924 έγραψε μία ελεγεία από 3.000 στίχους για τον θάνατο του Λένιν.
Μετά το 1925 ταξίδεψε στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ, την Κούβα, το Μεξικό, εκμεταλλευόμενος τις διασυνδέσεις της ερωμένης του στη διαβόητη μυστική υπηρεσία «Τσε-Κα». Τις εντυπώσεις από το ταξίδι του στο Νέο Κόσμο τις αποτύπωσε στο βιβλίο του «Πώς ανακάλυψα την Αμερική».
Σε μια διάλεξή του στις ΗΠΑ γνωρίζεται με την Έλι Τζόουνς. Καρπός του κεραυνοβόλου και σύντομου έρωτά τους είναι μια κόρη, για την ύπαρξη της οποίας έμαθε το 1929, όταν συναντήθηκε κρυφά με την Τζόουνς στη Γαλλία. Εκείνη την εποχή ο Μαγιακόφσκι ζούσε ένα παθιασμένο έρωτα με την Τατιάνα Γιακόβλεβα, μία συμπατριώτισσά του εμιγκρέ, που ζούσε στο Παρίσι. Επιθυμούσε να την παντρευτεί, αλλά αυτή αρνιόταν πεισματικά.
Στα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του εξέδωσε δύο θεατρικά έργα («Κοριός» και «Λουτρό»), με κριτική διάθεση απέναντι στη σοβιετική γραφειοκρατία. Η αποτυχία της παράστασης του «Λουτρού» στο Λένινγκραντ το 1930, οι ερωτικές του απογοητεύσεις, οι διαδοχικές παρεξηγήσεις και συγκρούσεις με τον Ρωσικό Σύνδεσμο Προλεταρίων Συγγραφέων, οδήγησαν τον Μαγιακόφσκι στην απελπισία. Απογοητευμένος και από τη σοβιετική πραγματικότητα, μετά την άρνηση των αρχών να του δώσουν άδεια να ταξιδέψει στο εξωτερικό, έβαλε τέλος στη ζωή του στις 14 Απριλίου του 1930.
Το σημείωμα που βρέθηκε στον τόπο της αυτοκτονίας του έγραφε:
«Σε όλους.
Μην κατηγορήσετε κανέναν για το θάνατο μου και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Ο Μακαρίτης τα απεχθανόταν φοβερά.
Μαμά, αδελφές, και σύντροφοι, σχωρέστε με – αυτός δεν είναι τρόπος (δεν τον συμβουλεύω σε κανένα), μα εγώ δεν έχω διέξοδο. Λιλλή αγάπα με.
Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι η Λιλλή Μπρικ, η μαμά, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλνταβνα Πολόνσκαγια. Αν τους εξασφαλίσεις μια ανεκτή ζωή, σ' ευχαριστώ. Τα αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ, αυτοί θα τα καθαρογράψουν.
Όπως λένε "Το επεισόδιο έληξε".
Η βάρκα του έρωτα συντρίφτηκε πάνω στην καθημερινότητα. Έχω ξοφλήσει τους λογαριασμούς μου με τη ζωή. Προς τι, λοιπόν, η απαρίθμηση των αμοιβαίων πόνων, των συμφορών και των προσβολών;
Να 'στε ευτυχισμένοι.»
«Σε όλους.
Μην κατηγορήσετε κανέναν για το θάνατο μου και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Ο Μακαρίτης τα απεχθανόταν φοβερά.
Μαμά, αδελφές, και σύντροφοι, σχωρέστε με – αυτός δεν είναι τρόπος (δεν τον συμβουλεύω σε κανένα), μα εγώ δεν έχω διέξοδο. Λιλλή αγάπα με.
Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι η Λιλλή Μπρικ, η μαμά, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλνταβνα Πολόνσκαγια. Αν τους εξασφαλίσεις μια ανεκτή ζωή, σ' ευχαριστώ. Τα αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ, αυτοί θα τα καθαρογράψουν.
Όπως λένε "Το επεισόδιο έληξε".
Η βάρκα του έρωτα συντρίφτηκε πάνω στην καθημερινότητα. Έχω ξοφλήσει τους λογαριασμούς μου με τη ζωή. Προς τι, λοιπόν, η απαρίθμηση των αμοιβαίων πόνων, των συμφορών και των προσβολών;
Να 'στε ευτυχισμένοι.»
Μετά την αυτοκτονία του, ο σοβιετικός τύπος επιτέθηκε στον ποιητή, χαρακτηρίζοντάς τον «φορμαλιστή» και «συνοδοιπόρο» και όχι «Καλλιτέχνη του Λαού», όπως συνηθιζόταν για τους στρατευμένους καλλιτέχνες. Η Λιλλή Μπρικ έγραψε, τότε, ένα γράμμα στο Στάλιν και του ζητούσε την αποκατάσταση του ονόματος του Μαγιακόφσκι. Ο Στάλιν ανταποκρίθηκε και τον χαρακτήρισε «Καλύτερο και πιο ταλαντούχο ποιητή της σοβιετικής μας εποχής».
Αυτός ήταν και ο «δεύτερος θάνατος του Μαγιακόφσκι», σύμφωνα με τον φίλο του συγγραφέα Μπόρις Πάστερνακ («Δρ Ζιβάγκο»), αφού μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης (1991) χαρακτηρίστηκε «ένας από τους εκπροσώπους του ολοκληρωτισμού», ενώ μια μερίδα της κριτικής θεωρεί σήμερα το έργο του ξεπερασμένο. Ο Μαγιακόφσκι, με τον λυρισμό και τις τεχνικές καινοτομίες, βρήκε αξιόλογους συνεχιστές στην πατρίδα του (Οστρόφσκι, Έρενμπουργκ, Γεφτουσένκο) και στο εξωτερικό (Ελιάρ, Αραγκόν, Νερούντα, Ρίτσος, Πατρίκιος).
Μετά το θάνατο του Στάλιν κυκλοφόρησαν φήμες ότι ο Μαγιακόφσκι δεν αυτοκτόνησε, αλλά δολοφονήθηκε κατ' εντολή του. Τη δεκαετία του '90, όταν άνοιξαν τα αρχεία της KGB, δεν βρέθηκε κάτι σχετικό κι έτσι οι φήμες παρέμειναν αναπόδεικτες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- «Μαγιακόφσκι: Τα εύκολα και τα δύσκολα» («Ελληνικά Γράμματα»), ποιήματά του μεταφρασμένα εξαιρετικά από τον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο.
- Β.Ι. Λένιν («Σύγχρονη Εποχή»)
- Ερωτική Αλληλογραφία με τη Λίλι Μπρικ («Άγκυρα»)
- Θεατρικά («Γκοβόστης»)
- «Ποιήματα» σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου («Κέδρος»)
- «Πώς ανακάλυψα την Αμερική» («Σύγχρονη Εποχή»)
- «Σύννεφο με παντελόνια» («Τραμάκια»)
- «Φλέγομαι», μυθιστορηματική βιογραφία του Μαγιακόφσκι από τον Τούρμπγιερν Σέβε. («Scripta»)
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
- Θάνου Μικρούτσικου: «Καντάτα για τη Μακρόνησο/Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη» (Lyra, 1976), με ερμηνεύτρια τη Μαρία Δημητριάδη.
- Σύννεφα με Παντελόνια: «Τίποτα δεν κρύβεται κάτω απ' τον ήλιο» (Minos-EMI, 2001).Οι στίχοι του Μάνου Ξυδού βασίζονται σε ποιήματα του Μαγιακόφσκι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ: | ||
4 Ποιήματα του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου