Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

«Σπαζοκεφαλιά» η αποκατάσταση του ανδριάντα του Κολοκοτρώνη στο Ναύπλιο ("TA NEA", 27/9/2013) και λίγοι στίχοι του Γιώργου Σεφέρη από την "Κίχλη".

.......................................................

«Σπαζοκεφαλιά» η αποκατάσταση του ανδριάντα του Κολοκοτρώνη στο Ναύπλιο

"TA NEA", 27/9/2013
 




Ο έφιππος ανδριάντας του Κολοκοτρώνη στο Ναύπλιο.
«Σπαζοκεφαλιά» η αποκατάσταση του ανδριάντα του Κολοκοτρώνη στο Ναύπλιο

Εμίλ Ζολά, ο κυριότερος εκπρόσωπος του νατουραλισμού (29 Σεπ 2013 | tvxsteam tvxs.gr)

.........................................................

Εμίλ Ζολά, ο κυριότερος εκπρόσωπος του νατουραλισμού

tvxs.gr/node/34850
 
 


Υπήρξε ο κυριότερος εκπρόσωπος του νατουραλισμού. Άσκησε τεράστια κοινωνική επιρροή με το έργο και τις παρεμβάσεις του. Ο Εμίλ Ζολά έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα 29 Σεπτεμβρίου του 1902. 
Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1840.Από τα 18 και μετά έζησε στο Παρίσι. Αρχικά δούλεψε  στον εκδοτικό οίκο Hachette τον οποίο εγκατέλειψε γρήγορα για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ τα πρώτα του βιβλία ήταν τα Παραμύθια στη Νινόν και Η εξομολόγηση του Κλαύδιου
Ο Εμίλ Ζολά είχε ενεργό συμμετοχή στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα της Γαλλίας. Χαρακτηριστικές υπήρξαν οι θέσεις του κατά του Ναπολέοντα και του ιερατείου.
Μετά το πρώτο σημαντικό μυθιστόρημά του Τερέζ Ρακέν (1867), ξεκίνησε μια σειρά έργων με τον τίτλο «Λε Ρουγκόν Μακάρ - Φυσική και κοινωνική ιστορία μιας οικογένειας υπό την Β΄ Αυτοκρατορία», όπου περιλαμβάνονται περισσότερα από τα μισά μυθιστορήματά του, θέλοντας να αναλύσει με διεισδυτική κριτική ματιά τις πτυχές της τότε γαλλικής κοινωνίας.
Σε αυτή τη σειρά συγκαταλέγεται Η ταβέρνα (1877), ένα αριστούργημα το οποίο εμβαθύνει στο φαινόμενο του αλκοολισμού και της φτώχειας στην εργατική τάξη. Επίσης, η Νανά (1880), που, με τη συμβολική μορφή μιας πόρνης η οποία διαφθείρει την παριζιάνικη ελίτ, δηλώνεται η κατάπτωση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Επιπλέον, με το Ζερμινάλ (1885)—το καλύτερο ίσως έργο του—έστρεψε τον προβολέα στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των ανθρακωρύχων.
Στη συνέχεια, δημιούργησε δύο τριλογίες, Οι τρεις πόλεις και Τα τέσσερα Ευαγγέλια, με τη δεύτερη να μένει ανολοκλήρωτη. Ωστόσο, τα έργα αυτά τον καθιέρωσαν στο ευρύ κοινό.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του  έμελλε να συνταράξει συθέμελα τη γαλλική κοινωνία με την ανοιχτή επιστολή του προς τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία δημοσιεύτηκε στο εξώφυλλο της εφημερίδας L'Aurore υπό τον τίτλο «Κατηγορώ!» (1898), που αφορούσε στην γνωστή υπόθεση Ντρέιφους. 




Υπόθεση Ντρέιφους

Πρόκειται για μία υπόθεση που συγκλόνισε τον κόσμο και ιδιαίτερα τη Γαλλία, στα τέλη του 19ου αιώνα. Κεντρικό πρόσωπο της υπόθεσης ήταν ο εβραϊκής καταγωγής Γάλλος λοχαγός του πυροβολικού Άλφρεντ Ντρέιφους ο οποίος κατηγορήθηκε το 1894 για προδοσία, όταν η Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών της Γαλλίας ανακάλυψε στο καλάθι των αχρήστων του Γερμανού στρατιωτικού ακόλουθου στο Παρίσι ένα ανυπόγραφο απόκομμα μιας επιστολής, η οποία αναφερόταν στην αποστολή μυστικών εγγράφων προς τη Γερμανία και αφορούσαν την άμυνα της χώρας.
Παρά το γεγονός ότι η κατηγορία βασίστηκε σε υποψίες, παρά τις αντιφατικές μαρτυρίες και την έλλειψη στοιχείων ο Ντρέιφους οδηγήθηκε στο στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και πλήρη απομόνωση στην εξορία και συγκεκριμένα στο Νησί του Διαβόλου. Το όνομά του χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο της προδοσίας των Γάλλων Εβραίων.
Όταν η διεύθυνση της Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ανελήφθη από τον ταγματάρχη Ζορζ Πικάρ, αυτός παραδέχτηκε την αθωότητα του Ντρέιφους και κατηγόρησε ως υπεύθυνο της κατασκοπείας τον Ουγγρικής καταγωγής ταγματάρχη Φέρντιναντ Εστερχάζι. Ο τελευταίος είχε γερές πλάτες. Ζήτησε να κριθεί από το Πολεμικό Συμβούλιο επειδή είχε διαβεβαιώσεις για την αθώωσή του. Έτσι κι έγινε. Την ίδια ώρα ο Πικάρ στάλθηκε με δυσμενή μετάθεση στην Τυνησία.
Η αναθεώρηση της δίκης στάθηκε αδύνατη μετά την παραποίηση των αληθινών στοιχείων. Η υπόθεση δίχασε τη χώρα στα δύο. Πνευματικές προσωπικότητες και Γάλλοι διανοούμενοι τάχθηκαν σθεναρά υπέρ του Ντρέιφους, τη στιγμή που οι πολέμιοί του καταφέρθηκαν ακόμη και εναντίον των υποστηρικτών του κατηγορώντας τους ως εχθρούς του έθνους. Ανάμεσα στους πρώτους ήταν και ο Εμίλ Ζολά...
Ο Εμίλ Ζολά κατηγορεί...
13 Ιανουαρίου 1898 στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «L' Aurore» δημοσιεύεται η ανοιχτή επιστολή του Εμίλ Ζολά προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το περίφημο «κατηγορώ» που έμεινε στην ιστορία ως υπέρτατη πολιτική πράξη υπέρ της δικαιοσύνης.




Ο Ζολά κατηγόρησε το στρατό ότι συγκάλυψε τη λανθασμένη καταδίκη του Ντρέιφους και αθώωσε τον Εστερχάζι με εντολή του Υπουργείου Στρατιωτικών. Το τεύχος τυπώθηκε σε 300.000 αντί των 30.000 αντιτύπων και εξαντλήθηκε.
Το «Κατηγορώ» του Ζολά οδήγησε τη δίκη σε αναψηλάφηση και τον ίδιο στη φυλακή.
Το 1898 κατηγορήθηκε για συκοφαντία και καταδικάστηκε σε έναν χρόνο φυλάκιση. Την ίδια χρονιά προκύπτει ότι ο Ζοζέφ Ανρί που ανακάλυψε την επιστολή των μυστικών εγγράφων, ήταν στην πραγματικότητα ο συντάκτης της. Λίγο αργότερα παραδέχτηκε την πλαστογράφηση και κατόπιν αυτοκτόνησε. Ο Εστερχάζι διέφυγε στο Λονδίνο.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο εφετείο παρά τις αντιδράσεις του Υπουργείου Στρατιωτικών. Ακολούθησαν ταραχές ανάμεσα στους υποστηρικτές και τους πολέμιους του Ντρέιφους που οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης.
Την αποκάλυψη ακολούθησαν δραματικά γεγονότα που κατέληξαν όχι απλώς στη δικαίωση του αθώου αλλά και στη μεταρρύθυμιση του συστήματος, συμπεριλαμβανομένου του χωρισμού εκκλησίας και κράτους.
Πριν όμως δει αυτή την τελευταία εξέλιξη, ο Εμίλ Ζολά βρέθηκε νεκρός, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1902, στο διαμέρισμά του. Επίσημη αιτία θανάτου ήταν η δηλητηρίαση από μονοξίδιου του άνθρακα, ωστόσο υπήρξαν ψίθυροι ότι για το θάνατό του, ευθύνονταν πολιτικοί του αντίπαλοι. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν αποδείχτηκε.

Ο Ντρέιφους θα καταφέρει να σβήσει πλήρως τις αμφιβολίες για την αθωότητα του το 1906 μετά από συνεχείς δικαστικές διαμάχες. Η υπόθεση δεν θα ξεχαστεί. Το «κατηγορώ» του Εμίλ Ζολά, μία ανιδιοτελής πράξη και παράλληλα ένα σπουδαίο κείμενο την κρατάει ζωντανή...
Κατηγορώ τον αντισυνταγματάρχη Πατύ ντε Κλαμ, γιατί υπήρξε ο σατανικός δράστης της δικαστικής πλάνης...
Κατηγορώ τον στρατηγό Μπιγιό, γιατί είχε στα χέρια του αναμφισβήτητες αποδείξεις της αθωότητας του Ντρέιφους και τις έπνιξε...
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Μπουαντέφρ και τον στρατηγό Γκονζ, γιατί υπήρξαν συνένοχοι του ίδιου εγκλήματος...
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Πελλιέ και τον ταγματάρχη Ραβαρί, γιατί έκαμαν μια εγκληματική προανάκριση, με την πιο τερατώδη μεροληψία...
Κατηγορώ τους τρεις γραφολόγους Μπελόμ, Βαρινιάρ και Γουάρ, γιατί συντάξανε ψεύτικες εκθέσεις απατεώνων...
Κατηγορώ το υπουργείο Στρατιωτικών και το Επιτελείο, γιατί έκαμαν στις εφημερίδες ιδιαίτερα στην «Αστραπή» και στην «Ηχώ των Παρισίων», μια βδελυρή και απαράδεκτη εκστρατεία για να παραπλανήσουν τη κοινή γνώμη...
Κατηγορώ, τέλος, το πρώτο Στρατοδικείο γιατί παραβίασε το δίκαιο...
Εμίλ Ζολά

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

"Ένα σφάλμα έκανα" - αποχαιρετισμός στην Πόλυ Πάνου

..................................................

"Ένα σφάλμα έκανα" - αποχαιρετισμός στην Πόλυ Πάνου



"Αυτόχθων φασισμός" του Mario Vagman (http://palabourtzi.blogspot.gr, 27/9/2013)

..........................................................

Αυτόχθων φασισμός

 

Φασισμός. Λέξη με πολλές ερμηνείες, οπτικές, γωνίες και αποχρώσεις. Άλλοι την χρησιμοποιούν κομματικά, άλλοι πολιτικά ή ιδεολογικά ενώ δεν λείπουν και αυτοί που της δίνουν καθαρά ιστορική προσέγγιση μέσα στους αέναους κύκλους της ανθρώπινης κοινωνίας. 
Ο γράφων, ως γραφικός αυτόχθων ιθαγενής, έχοντας την τύχη, όπως και πολλοί συνιθαγενείς του, να μεγαλώσει μέσα σε δρόμους, σοκάκια και στενά  που διαρκώς γεννούσαν καινούρια μονοπάτια, λημέρια και κρησφύγετα προς χάριν της παιδικής φαντασίας και της νεανικής εξερεύνησης, δεν πάσχει από μονόδρομες οπτικές. Γι' αυτόν φασισμός σημαίνει απλά και μόνο αδιέξοδο. Το τέρμα της σκέψης και της μνήμης.  Το μαύρο πέπλο της αισθητικής και το τέλος του πολιτισμού. Και πιστεύει πως αυτή η κακιασμένη οχιά έχει αρχίσει να εμφανίζεται εδώ και πολύ καιρό στη πόλη.
Το τέλος της ναυπλιώτικης γειτονιάς ήταν η αρχή. Μεγαλώσαμε σε γειτονικούς δρόμους και πλατείες που έσφυζαν από ζωή, παιδικές φωνές, παιχνίδια, γονείς και παππούδες σε παγκάκια και σκαλιά, φασαρία και ενέργεια. Ο δημόσιος χώρος ως δώρο, δικαίωμα, υποχρέωση και σκαλοπάτι για αυτοδίδακτη κοινωνικοποίηση και εμπειρία του κόσμου. Όλα αυτά πλέον είναι παρελθόν. Τα παιδιά τρέχουν σε φροντιστήρια, πιάνα, μπαλέτα, κολυμβητήρια, ξένες γλώσσες και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί ο νούς του ανθρώπου για να κλείσει τα παιδιά μέσα στην ασφάλεια των τοίχων, έχουν ελάχιστο ελεύθερο χρόνο μέσα σε μια πόλη παραδοσιακά αργών ρυθμών, οι γειτονιές είναι άδειες και έρημες και ελάχιστες πλατείες παραμένουν ζωντανές μόνο και μόνο γιατί συνδυάζουν το παιδικό παιχνίδι και τον ενήλικο καφέ. Ακόμη και μέσα στις πολυκατοικίες οι σχέσεις έχουν σχετικώς αποξενωθεί, για να μην πούμε αθηναιοποιηθεί.
Ακολούθησε η παρακμή και η μείωση του αριθμού των παραδοσιακών καφενείων και η αντικατάστασή τους από τα μοντέρνα καφέ. Η διαφορά είναι τεράστια. Το παραδοσιακό καφενείο λειτουργούσε ως χώρος πολιτικής συνέλευσης. Ατελείωτες κουβέντες, συζητήσεις, τσακωμοί, διαχωρισμοί, ομαδικά καλαμπούρια, ζήλιες και γλέντια. Το παραδοσιακό καφενείο ήταν μια ζωντανή πολιτική κοινότητα, άμεσος αντίκτυπος όλων των πολιτικών εξελίξεων, σημαντικών κι ασήμαντων. Αντίθετα το καφέ είναι γνήσιο παιδί της τουριστικής ανάπτυξης, της άκριτης μοντερνοποίησης της ζωής και του ατομισμού. Κλειστές παρέες, μοναχικές ψυχές, δυνατές μουσικές που καλύπτουν τις συζητήσεις, κουτσομπολιά, πασαρέλες και εγωπάθειες,  και όλα τα προβλήματα να θάβονται κάτω από το χαλί μέχρι να φουσκώσουν.
Ακολουθεί ο μονόδρομος της τουριστικής ανάπτυξης. Η πόλη αργά και σταθερά μεταμορφωνόταν σε μια γραφική καρτ ποστάλ του σαββατοκύριακου, των διακοπών και πάσης φύσεως αργιών. Με μόνη κληρονομιά την νεοκλασική ομορφιά της, την θαυμάσια θέα της και τα αρχαιολογικά της τοπία αποκτά όλο και περισσότερα πανομοιότυπα καταστήματα που παίζουν τις ίδιες και τις ίδιες μοδάτες μουσικές, σερβίρουν τα ίδια φαγητά και πουλάνε παρόμοια σκατολοίδια. Η ποικιλία και το διαφορετικό γίνεται είδος προς εξαφάνιση.  Μόνος στόχος είναι το πορτοφόλι όλο και περισσότερων βαρβάρων. Τα στέκια μειώνονται δραματικά. Ο αυτόχθων πολιτισμός περνάει στο περιθώριο. Η ιστορία της πόλης και οι σημαντικοί της άνθρωποι, επώνυμοι κι ανώνυμοι, αγνοούνται μέχρι και από τους ίδιους τους αυτόχθονες. Η παλιά πόλη αδειάζει από κόσμο για χάρη των ενοικιαζόμενων δωματίων και άλλων τουριστικών ειδών και μετατρέπεται ακόμη και για τους ίδιους τους κατοίκους του Ναυπλίου σε μια όμορφη φωτογραφία περιπάτου χωρίς καμία απολύτως πολιτική ζωή και ιστορική μνήμη.
Κεφάλαιο πολιτισμός. Λίγα πράγματα. Ένας κινηματογράφος, μόνο χειμερινός, με ταινίες μόνο πρώτης προβολής. Κοινώς αμερικανιές. Ένα τοπικό θέατρο ερασιτεχνών και μερακλήδων, μια δανειστική βιβλιοθήκη μαθητών και ελαχίστων άλλων, το λαογραφικό μουσείο και το Πανεπιστήμιο της πόλης με φοιτητές χαμένους ή και ακόμη υποτιμημένους από την τοπική κοινωνία. Ένα παράρτημα του Χάρβαντ σηκώνει κάποιες εκδηλώσεις αλλά κανείς δεν πρέπει να ακούει κι ακολουθούν μεμονωμένες περιπτώσεις κι εξαιρέσεις. Καμία χειμωνιάτικη συναυλία, καμιά πρωτοπορία, κανένα κίνητρο και ουδεμία όρεξη. Κυριαρχεί ο πολιτισμός του καφέ, της μπύρας, του champions league και της κρεατοφαγίας. Ας είναι καλά τα βλαχοπανηγύρια του καλοκαιριού που μας θυμίζουν τις ζουλού ρίζες μας.
Πάμε στη πολιτική. Ποιά πολιτική όμως; Μιλάμε πάντα για τοπικό επίπεδο. Για την τοπική αυτοδιοίκηση. Για τα δημοτικά πράγματα συγκεκριμένα. O πολιτικός διάλογος και ο προγραμματικός λόγος εδώ και πάρα πολύ καιρό έχει πάει περίπατο στη πόλη. Οράματα, ιδέες, σχεδιασμοί και τα τοιαύτα έχουν πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων και το μόνο που παρακολουθούμε είναι προσωπικές κόντρες, ξεκατινιάσματα, χυδαιότητες και ύβρεις μεταξύ των υποψηφίων. Μέσα στο παιχνίδι έχουν προστεθεί και ντόπιοι δημοσιογράφοι που έχουν πετάξει τον μανδύα της αντικειμενικότητας υποστηρίζοντας παθιασμένα τη μία ή την άλλη πλευρά και συνεχίζουν το έργο των ύβρεων των πολιτικών προισταμένων τους. Βάλε και λίγο χρίσματα, κόμματα, παράγοντες, ρουσφέτια και αλισβερίσια και το μυαλό των αυτοχθόνων έχει γίνει μια υπέροχη παχύρευστη σούπα. Η δε πολιτική τους σκέψη, το ενδιαφέρον τους για το ντόπιο γίγνεσθαι αναζητείται στην προιστορία. Με λίγα λόγια, οι εκπομπές και οι στήλες των κουτσομπολιών και του lifestyle ενδέχεται να κρύβουν περισσότερη πολιτική σκέψη από την τοπική πολιτική πραγματικότητα.
Kαι μέσα σε αυτό το κλίμα, και για χίλιους άλλους λόγους, ο νέος λείπει. Σπουδάζει, είναι στρατό, μεταναστεύει στην όμορφη πρωτεύουσα ή στα εξωτερικά και αφήνει πίσω του μια πόλη γερόντων. Αν όχι γερόντων, από τη μέση κι απάνου. Οι σπουδαγμένοι αριβάρουν κατά κύματα, το ίδιο και οι ταξιδιάρικες ψυχές, οι φευγάτες, και μένουν εδώ οι αιώνια εδώ και οι μεγάλοι. Και προσφάτως οι βλάχοι. Πόσο μπροστά να πάει μια τέτοια πόλη; Τί θα μπορούσε να αλλάξει; Σε κάθε νέα γνώμη ακούς να διαχέεται στην ατμόσφαιρα ένα "δεν ξέρεις εσύ", "είσαι μικρός", "τί να μας πείς εσύ τώρα" και πολλά τέτοια. Όπου και να κοιτάξεις, σε όποιο μέρος της διοίκησης και να δείς, σε κάθε πόστο καθοριστικό, έναν σκατόγερο ή μια σκατόγρια θα δείς να σου κουνάει το δάχτυλο. Έτσι ενώ οι γέροι είναι γέροι, γίνονται γέροι και οι νέοι για να επιβιώσουν. Τυποποιούνται σε χρόνο ρεκόρ κι ενσωματώνονται.
Όπως ο γράφων. Πού κάθεται σε τόσες γραμμές και γκρινιάζει και μιρμιλίζει σαν τον σκατόγερο ενώ εσύ πίστευες από τον τίτλο πως θα μιλήσει για ντόπιους φασίστες.
Το είπαμε όμως φίλε από την αρχή. Πάνω απ'όλα ο γράφων, είναι αυτόχθων.

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

Από έναν παλιό φίλο του Ναυπλίου: "Θωμάς Κοροβίνης: Σκόρπιες σκέψεις για την Μακεδονία του '60 και του παρόντος" (http://www.culturenow.gr, 18 Σεπτεμβρίου 2013)

....................................................


Θωμάς Κοροβίνης: Σκόρπιες σκέψεις για την Μακεδονία του '60 και του παρόντος


Θωμάς Κοροβίνης: Σκόρπιες σκέψεις για την Μακεδονία του '60 και του παρόντος


Όταν ήμασταν πιτσιρίκια, αυτό που λέμε σήμερα ιδεολογία, -αλλά τότε δεν το ξέραμε- για μας ήταν η καθαρόαιμη ανθρωπιά.

Μικροί σατανάδες ήμασταν, σε πολλά αμείλικτοι, όμως οι γιαγιάδες μας και οι γείτονες μάς είχαν γαλουχήσει με την βαθιά ανατολίτικη παράδοση, που, τον λόγο τον είχε για νόμο απαράβατο, έβλεπε τον κάθε ξένο σα μουσαφίρη και σε προέτρεπε να μοιράζεις τον καημό σου με τους άλλους σκύβοντας παράλληλα και πάνω στα ντέρτια τους.Είμαστε σπόροι τυραννισμένων προσφυγόπουλων, μεγαλωμένοι με ψωμί και ρίγανη  τσίτσιδοι στους χωματόδρομους, όλοι μαζί μια κομπανία της αλάνας, ο γιος του ψαρά, η κόρη του καφετζή, τα δίδυμα του γραμματέα της κοινότητας  και το μυξιάρικο τσιγγανάκι. Δεν ξεχωρίζαμε στα παιχνίδια και στις σκανταλιές (παρόλο που όλοι οι πρώτοι βρίσκαμε συχνά αφορμή να κοκορευτούμε για  την υπεροχή μας έναντι του παρακατιανού, του  τελευταίου).

Την μέθοδο της εγκάρδιας επικοινωνίας, της επιτυχούς  συνεύρεσης με τους άλλους, όχι, δεν μας την μάθαινε το σχολείο. Ο δάσκαλοι είχαν αναλάβει τον ρόλο της προπόνησής μας για την ένταξή μας στο σύστημα, που καραδοκούσε με την ενηλικίωση να μας ρουφήξει. Δεκαετία του’ 60, έπρεπε να γίνουμε τα καλά παιδιά, οι υπάκουοι πολίτες, σώφρονες και νομιμόφρονες, οι καλοί χριστιανοί, να κοιτάμε τα του σπιτιού μας.  Του σπιτικού που θα φτιάχναμε δηλαδή, γιατί αυτό ήταν το πρότυπο, χωρίς φαμίλια και νοικοκυριό ήσουν κουσουρλής, ανίκανος, άχρηστος. Η προτροπή για την ηθικοπλαστική διάπλαση του εφήβου έπρεπε να συνοδεύεται από την σπίλωση ο,τιδήποτε αριστερού, ακόμη και του αριστερού μας χεριού ή ματιού. Και να ενισχύεται από ισχυρές ενδοφλέβιες εθνικοφροσύνης. Όσο για τον έρωτα, κανείς δεν έλεγε λέξη, τον μαθαίναμε κι εμείς στα σκοτεινά σοκάκια –ο καθένας με τον τρόπο του, οι τολμηροί ήταν και είναι πιο τυχεροί και πιο χορτάτοι, κάλιο να απολαμβάνεις την ηδονή στα νιάτα σου έστω και στραβοπερπατώντας, παρά να θυμηθείς τις γλύκες της στην ωριμότητα και  να’ χεις υστερνά ρεντικολόζα. 

Εκεί στα μέσα του’ 60 άρχισαν από νωρίς τα καλοκαίρια να κατηφορίζουν για παραθέριση στις παραλίες των νομών Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Καβάλας και Πιερίας Σέρβοι και Σκοπιανοί, με ιδιωτικά αμαξάκια, ενδύματα περασμένης μόδας, ορθόδοξοι τω θρησκεύματι σαν κι εμάς αλλά με λαλιά που μας φαίνονταν πολύ τραχιά, εν τούτοις δεν ήταν λίγοι εκείνοι που άρπαζαν την ευκαιρία, μάθαιναν γιουγκοσλάβικα και έτσι έπαιρναν πόντους στις προτιμήσεις των γειτόνων μας τουριστών και μοσχονοίκιαζαν δωμάτια του σπιτιού τους ή καινούρια παραπήγματα που χτίζονταν παράνομα επί τούτου μέσα σε δυο νύχτες. Τουαλέτα εξωτερική, αλά τούρκα, φύλλα του «Ντομινό» και του «Ρομάντζο» για σκούπισμα του πισινού, το χαρτί υγείας δεν είχε ακόμη εντελώς επικρατήσει. «Κατεβαίνουν οι Μακεδόνες», έλεγαν οι μεγαλύτεροι, «ετοιμαστείτε». Εννοούσαν για «εκμετάλλα». Καμιά φορά μας έπιαναν οι χωροφύλακες στην πλατεία : «Να τους προσέχετε αυτούς, είναι πονηροί, έχουν στο νου τους να πάρουν τη Σαλονίκη, είναι κατάσκοποι, αν ακούσετε τίποτε, να ρθείτε να μας το πείτε». Η νομενκλατούρα του στρατάρχη Τίτο κατέβαινε με τις άδειές της για μπάνια, δεν έκαναν παράπονο ή κριτική στο καθεστώς, γιατί να κάνουν άλλωστε, ήταν προνομιούχοι, πάντως Μακεδόνες τους ξέραμε και έτσι τους αποκαλούσαμε, κι όχι μόνο τους Σκοπιανούς, ακόμη και –λανθασμένα- του κατοίκους του Βελιγραδίου που ήταν και η πρωτεύουσα.

Έτσι είχε μοιραστεί ο κόσμος μας με το κόλπο των μεγάλων στη Γιάλτα. Ποιος τολμούσε τότε στην Ελλαδίτσα να αμφισβητήσει την Μακεδονία του Τίτο; Ήταν θέμα κοινής αποδοχής του δυτικού κόσμου. Ο διεθνής  μουσουλμάνος Κουστορίτσα,  όταν ρωτήθηκε πρόσφατα πλαγίως για το μακεδονικό ζήτημα, με αφορμή το ροκ συγκρότημά του στο οποίο συμμετέχουν «Μακεδόνες», απάντησε ευφυώς : «Είμαι κληρονόμος μιας μεγάλης χώρας που   κρατούσε για μισό αιώνα  σε μια χρυσή αρμονία τρόμου ένα σωρό θρησκείες και λαούς και που έχουν κατασπαραχθεί και αλληλοσπαραχθεί». Ίσως γι’ αυτό στην  ωριμότητά του να το γύρισε σε ορθόδοξος, για να μας πει ότι μια χαρά μπορούν να χωρέσουν Ισλάμ και Χριστός  μέσα στην ίδια συνείδηση, οι τίτλοι δεν έχουν σημασία, δείτε τα χαίρια μας με τις εθνικιστικές πολώσεις, αναρίθμητες εκατόμβες σφαγιασθέντων  παραχωμένων σε λάκκους ασημάδευτους .  

Όλα τα μορφώματα-ταμπού για το Μακεδονικό ζήτημα με άξονα τις στείρες και επικίνδυνες εθνικιστικές και θρησκευτικές υστερίες που τροφοδοτούνται και από μπόλικο κακορίζικο εκατέρωθεν τοπικισμό   κατέρρευσαν-για τους νοούντες πάντοτε-,  καθώς, ωριμάζοντας διαπιστώναμε  ότι η «πολιτιστική» εκστρατεία του κοσμοκράτορα Αλέξανδρου ήταν πιο αιματοβαμμένη από την γενοκτονία και τους διωγμούς των Ρωμιών της Μικρασίας που οργανώθηκε  απ’ τον Ατατούρκ και τους Τσέτες αλλά Μεγαλέξανδρος είναι αυτός, σύμβολο αδιαμφισβήτητο της «Μακεδονίας ξακουστής», έπρεπε να στηθεί ορειχάλκινος πάνω στον Βουκεφάλα  περίοπτος στην παραλία . Θα πεις οι Σκοπιανοί οι τρισάθλιοι –που δεν έχουν  καν ιστορική ή άλλη σχέση παρά μόνο γεωγραφικής  γειτνίασης- υπερύψωσαν σε μέγεθος κινγκ σάιζ ακόμη και τον βασιλιά Φίλιππο! Αλλά  να, είναι να σε πιάνει ρίγος όταν αντικρίζεις ένα άλλο, νέο πατριδοκαπηλικό έκτρωμα, παρά δίπλα απ’ τον Αλέξανδρο, να ποζάρει απαθανατισμένος σε  ολόλευκη προτομή και ο  φερόμενος ως εθνάρχης Καραμανλής, αν και το μόνο καλό που είδε η Μακεδονία απ’ αυτόν είναι που προτιμούσε τον καιρό της πρώτης περιόδου της παντοδυναμίας του πιο πολλούς εξόριστους συντοπίτες του στα ξερονήσια. Εκτός αν αντιλαμβανόμαστε ως χρέος μας απέναντί του την καταστροφή πολλών από τα ωραιότερα ιστορικά κτίρια της Θεσσαλονίκης και την αντικατάστασή τους από τα νεόδμητα της αντιπαροχής που επέβαλλε, απαυγάσματα αρχοντοχωριατιάς, ακαλαισθησίας και αφορολόγητου νεοπλουτισμού των ευνοημένων.

Θα μου πεις, τι τα θες και τα σκαλίζεις τώρα αυτά, είναι γνωστά σε πολλούς κι ας μην το ομολογούν, δε βαριέσαι. Σ’ αυτή την ανελέητη εποχή,  όπου η διεθνής της κατεργαρίας μετά των τέκνων αυτής, της παγκοσμιοποίησης  και των μνημονίων,  με την ευλογία των θρησκευτικών ηγετών που σιγοντάρουν ανενδοίαστα τους λάτρεις του Μαμωνά,  με πιάνει η εκτός εαυτού αγανάκτηση όταν κατορθώνουν μ’ ένα απλό κολπάκι να κατατροπώνουν τους «αντιπάλους» τους, κάποιες  ομάδες του τσακισμένου λαού δηλαδή, όταν πάνε να σηκώσουν κάπως το κεφάλι. Έτσι έγινε και πρόσφατα με τους οιονεί συντηρητικούς και φοβισμένους εκπαιδευτικούς, που τόλμησαν όμως να δείξουν λίγο  τα δόντια τους. Σιγά να μη σκιάχτηκε το θηρίο. Έβγαλε στην τηλεοπτική σέντρα  –άκουσόν, άκουσον-  τον πρόεδρο των Ελλήνων βιομηχάνων να τους κάνει φροντιστήριο αγωγής και σεμινάριο αγάπης προς τους μαθητές! Τι άλλο θα δούμε στο ξεπουλημένο προτεκτοράτο μας! Αιδώς Αργείοι!

«Θα είμαστε ένα γυφτοβασίλειο με άλλοθι το αρχαίο κάλλος» (από πρόσφατη συνέντευξή μου)

Info:
O Θωμάς Κοροβίνης, φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση, έζησε για μια οχταετία στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ και χρόνια ερευνά πτυχές του ελληνικού και του τουρκικού λαϊκού πολιτισμού καθώς και τις σχέσεις μεταξύ τους. Συνεργάζεται με διάφορα περιοδικά πολιτιστικού προσανατολισμού.

Έγραψε τα βιβλία: Τουρκικές παροιμίες, Κανάλ ντ' Αμούρ, Τα πρόσωπα της Σωτηρίας Μπέλλου, Φαχισέ Τσίκα, Σκανδαλιστικές και βωμολοχικές ελληνικές παροιμίες, Κωνσταντινούπολη – Λογοτεχνική ανθολογία, Τούρκοι ποιητές υμνούν την Κωνσταντινούπολη, Ο Μάρκος στο χαρέμι, Το χτικιό της Άνω Τούμπας, Τρία ζεϊμπέκικα και ένα ποίημα για τον Γιώργο Κούδα, Οι Ασίκηδες ‒ Εισαγωγή και ανθολογία της τουρκικής λαϊκής ποίησης από τον 13ο αιώνα μέχρι σήμερα, Οι Ζεϊμπέκοι της Μικράς Ασίας, Αφιέρωμα στον Στέλιο Καζαντζίδη, Θεσσαλονίκη 2005 – Ρεπορτάζ – Στον αδελφό Γιώργο Ιωάννου πού λείπει 20 χρόνια στην καταπακτή, Σμύρνη, μια πόλη στην λογοτεχνία , Όμορφη Νύχτα ‒ Χρονογραφία-μυθιστόρημα για 20 χρόνια λαϊκού τραγουδιού στη Θεσσαλονίκη [1985-2005], Ο Καραγκιόζης λαϊκός τραγουδιστής, Ο γύρος του θανάτου, Θεσσαλονίκη 1912-2012 ‒ Μέσα στα στενά σου τα σοκάκια, Το αγγελόκρουσμα – Η τελευταία νύχτα του κυρ-Αλέξανδρου. Το 1995 τιμήθηκε με το βραβείο Ιπεκτσί. Για το μυθιστόρημά του Ο γύρος του θανάτου τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2011.
Είναι συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής λαϊκών τραγουδιών.
Δισκογραφία: Από έβενο κι αχάτη, Φουζουλή: Λεϊλά και Μετζνούν, Τακίμια, Το Κελί.
Συχνά παρουσιάζει συναυλίες με το δικό του ρεπερτόριο ή με θέματα του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού.

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Μάνος Χατζιδάκις: Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι (http://www.tovima.gr, 18/9/2013)


......................................................

Μάνος Χατζιδάκις: Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι

Ενα κείμενο του μεγάλου συνθέτη που γράφτηκε τον Φεβρουάριο του 1993
Μάνος Χατζιδάκις: Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι


 

 
Τον Φεβρουάριο του 1993, λίγους μήνες πριν τον θάνατό του, ο Μάνος Χατζιδάκις αφιέρωσε την συναυλία της Ορχήστρας των Χρωμάτων με έργα Βάιλ, Λιστ και Μπάρτον εναντίον του Νεοναζισμού. Κατέγραψε τις σκέψεις και τις ανησυχίες του στο κείμενο που ακολουθεί και προοριζόταν για το πρόγραμμα της συναυλίας, αλλά σε μια προσπάθεια να ευαισθητοποιηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι συμπολίτες μας δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία.
«Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενυσχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του. 
Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται. 
Ενώ τα πουλιά… Για τα πουλιά, μόνον οι δολοφόνοι, οι άθλιοι κυνηγοί αρμόζουν, με τις «ευγενικές παντός έθνους παραδόσεις». 
Κι είναι φορές που το κτήνος πολλαπλασιαζόμενο κάτω από συγκυρίες και με τη μορφή «λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων» σχηματίζει φαινόμενα λοιμώδους νόσου που προσβάλλει μεγάλες ανθρώπινες μάζες και επιβάλλει θανατηφόρες επιδημίες. 
Πρόσφατη περίπτωση ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μόνο που ο πόλεμος αυτός μας δημιούργησε για ένα διάστημα μιαν αρκετά μεγάλη πλάνη, μιαν ψευδαίσθηση. Πιστέψαμε όλοι μας πως σ’ αυτό τον πόλεμο η Δημοκρατία πολέμησε το φασισμό και τον νίκησε. Σκεφθείτε: η «Δημοκρατία», εμείς με τον Μεταξά κυβερνήτη και σύμμαχο τον Στάλιν, πολεμήσαμε το ναζισμό, σαν ιδεολογία άσχετη από μας τους ίδιους. Και τον… νικήσαμε. Τι ουτοπία και τι θράσος. Αγνοώντας πως απαλλασσόμενοι από την ευθύνη του κτηνώδους μέρους του εαυτού μας και τοποθετώντας το σε μια άλλη εθνότητα υποταγμένη ολοκληρωτικά σ’ αυτό, δεν νικούσαμε κανένα φασισμό αλλά απλώς μιαν άλλη εθνότητα επικίνδυνη που επιθυμούσε να μας υποτάξει. 
Ένας πόλεμος σαν τόσους άλλους από επικίνδυνους ανόητου σε άλλους ανόητους, περιστασιακά ακίνδυνους. Και φυσικά όλα τα περί «Ελευθερίας», «Δημοκρατίας», και «λίκνων πνευματικών και μη», για τις απαίδευτες στήλες των εφημερίδων και τους αφελείς αναγνώστες. Ποτέ δεν θα νικήσει η Ελευθερία, αφού τη στηρίζουν και τη μεταφέρουν άνθρωποι, που εννοούν να μεταβιβάζουν τις δικές τους ευθύνες στους άλλους. 
(Κάτι σαν την ηθική των γερόντων χριστιανών. Το καλό και το κακό έξω από μας. Στον Χριστό και τον διάβολο. Κι ένας Θεός που συγχωρεί τις αδυναμίες μας εφόσον κι όταν τον θυμηθούμε μες στην ανευθυνότητα του βίου μας. Επιδιώκοντας πάντα να εξασφαλίσουμε τη μετά θάνατον εξακολουθητική παρουσία μας. Αδυνατώντας να συλλάβουμε την έννοια της απουσίας μας. Το ότι μπορεί να υπάρχει ο κόσμος δίχως εμάς και δίχως τον Καντιώτη τον Φλωρίνης). 
Δεν θέλω να επεκταθώ. Φοβάμαι πως δεν έχω τα εφόδια για μια θεωρητική ανάπτυξη, ούτε την κατάλληλη γλώσσα για τις απαιτήσεις του όλου θέματος. Όμως το θέμα με καίει. Και πριν πολλά χρόνια επιχείρησα να το αποσαφηνίσω μέσα μου. Σήμερα ξέρω πως διέβλεπα με την ευαισθησία μου τις εξελίξεις και την επανεμφάνιση του τέρατος. Και δεν εννοούσα να συνηθίσω την ολοένα αυξανόμενη παρουσία του. Πάντα εννοώ να τρομάζω. 
Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι. Οι μισητοί δολοφόνοι, που βρίσκουν όμως κατανόηση από τις διωκτικές αρχές λόγω μιας περίεργης αλλά όχι και ανεξήγητης συγγενικής ομοιότητος. Που τους έχουν συνηθίσει οι αρχές και οι κυβερνήσεις σαν μια πολιτική προέκτασή τους ή σαν μια επιτρεπτή αντίθεση, δίχως ιδιαίτερη σημασία που να προκαλεί ανησυχία. (Τελευταία διάβασα πως στην Πάτρα, απέναντι στο αστυνομικό τμήμα άνοιξε τα γραφεία του ένα νεοναζιστικό κόμμα. Καμιά ανησυχία ούτε για τους φασίστες, ούτε για τους αστυνομικούς. Ούτε φυσικά για τους περιοίκους). 
Ο εθνικισμός είναι κι αυτός νεοναζισμός. Τα κουρεμένα κεφάλια των στρατιωτών, έστω και παρά τη θέλησή τους, ευνοούν την έξοδο της σκέψης και της κρίσης, ώστε να υποτάσσονται και να γίνονται κατάλληλοι για την αποδοχή διαταγών και κατευθύνσεων προς κάποιο θάνατο. Δικόν τους ή των άλλων. 
Η εμπειρία μου διδάσκει πως η αληθινή σκέψη, ο προβληματισμός οφείλει κάπου να σταματά. Δεν συμφέρει. Γι’ αυτό και σταματώ. Ο ερασιτεχνισμός μου στην επικέντρωση κι ανάπτυξη του θέματος κινδυνεύει να γίνει ευάλωτος από τους εχθρούς. Όμως οφείλω να διακηρύξω το πάθος μου για μια πραγματική κι απρόσκοπτη ανθρώπινη ελευθερία. 
Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δυο μορφές. Ή προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού και ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε. 
Το φάντασμα του κτήνους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως έντονα στους νέους. Εκεί επιδρά και το marketing. Η επιρροή από τα Μ.Μ.Ε. ενός τρόπου ζωής που ευνοεί το εμπόριο. Κι όπως η εμπορία ναρκωτικών ευνοεί τη διάδοσή τους στους νέους, έτσι και η μουσική, οι ιδέες, ο χορός και όσα σχετίζονται με τον τρόπο ζωής τους έχουν δημιουργήσει βιομηχανία και τεράστια κι αφάνταστα οικονομικά ενδιαφέρονται.
Και μη βρίσκοντας αντίσταση από μια στέρεη παιδεία όλα αυτά δημιουργούν ένα κατάλληλο έδαφος για να ανθίσει ο εγωκεντρισμός η εγωπάθεια, η κενότητα και φυσικά κάθε κτηνώδες ένστιχτο στο εσωτερικό τους. Προσέξτε το χορό τους με τις ομοιόμορφες στρατιωτικές κινήσεις, μακρά από κάθε διάθεση επαφής και επικοινωνίας. Το τραγούδι τους με τις συνθηματικές επαναλαμβανόμενες λέξεις, η απουσία του βιβλίου και της σκέψης από τη συμπεριφορά τους και ο στόχος για μια άνετη σταδιοδρομία κέρδους και εύκολης επιτυχίας. 
Βιώνουμε μέρα με τη μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας – που ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος «αρχηγός» που θα ηγηθεί αυτό το κατάπτυστο περιεχόμενό μας. Και τότε θα ‘ναι αργά για ν’ αντιδράσουμε. 
Ο νεοναζισμός είμαστε εσείς κι εμείς – όπως στη γνωστή παράσταση του Πιραντέλο. Είμαστε εσείς, εμείς και τα παιδιά μας. Δεχόμαστε να ‘μαστε απάνθρωποι μπρος στους φορείς του AIDS, από άγνοια αλλά και τόσο «ανθρώπινοι» και συγκαταβατικοί μπροστά στα ανθρωποειδή ερπετά του φασισμού, πάλι από άγνοια, αλλά κι από φόβο κι από συνήθεια. 
Και το Κακό ελλοχεύει χωρίς προφύλαξη, χωρίς ντροπή. Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία, σκέψη και αναρχία. Είναι μια παράσταση. Εσείς κι εμείς. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος.»

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

"Ο γεροναυπλιώτης" από τον Mario Vagman (http://palabourtzi.blogspot.gr, 17/9/2013)

...........................................................

 Ο γεροναυπλιώτης


Παρασκευή, ώρα έκτη απογευματινή και ηλιόλουστη, στην οδό 25ης Μαρτίου στο Ναύπλιο, ένας γεροναυπλιώτης πραγματοποιεί την καθημερινή του βολταδούρα. Με την συνήθεια χρόνων στη πλάτη, ο γέρος περιπατεί από την πλευρά της Πυροσβεστικής υπό την σκιά των πεύκων και άλλων εγχώριων δεντρών που στολίζουν τους πρόποδες του κάστρου. 
Καλοστεκούμενος και ψηλός προχωρά αργά και μάλλον απολαυστικά χαζεύοντας κάθε πιθανή κίνηση οποιουδήποτε όντος, εμψύχου και αψύχου, που πέφτει στην αντίληψή του. Είναι η βόλτα του, ο αέρας του, η καθημερινή ενημέρωση του κόσμου του. Φοράει κοντομάνικο πουκαμισάκι λευκό με μπλέ ρίγες και παντελόνι παππουδίσιο γκριζέ υφασμάτινο σηκωμένο με ζώνη πάνω από τον αφαλό. Παππουτσάκι μοκασίνι κλασικό αλλά πατημένο από την πλευρά της φτέρνας για να θυμίζει το προσφιλές βάδισμα της σπιτικής παντούφλας. 
Ο γεροναυπλιώτης κάποια στιγμή, μέσα στην ηλιόλουστη δροσιά του, αντιλαμβάνεται πως ακριβώς απέναντι του, στο υπαίθριο θεατράκι του ΟΣΕ, υπάρχει μια δραστηριότητα ασυνήθιστη. Με το περίεργο και κουτσομπόλικο κεφάλι του αποφασίζει να περάσει το δρόμο και να πάει να δεί τί ακριβώς συμβαίνει.  Ενώ το αργό γεροντίσιο βάδισμά του δεν τον βολεύει για κάτι τέτοιο, η περιέργειά του δείχνει αγέρωχη. Αναμένοντας λοιπόν υπομονετικά να αδειάσει τελείως ο δρόμος από αυτοκίνητα, δίνει μιά δυνατή σπρωξιά στα ταλαιπωρημένα του γόνατα και νά σου τον να ξεπροβάλλει αθόρυβα και διακριτικά από τη μια πλευρά του θεάτρου. Χωρίς να το γνωρίζει γίνεται έτσι ο πρώτος επισκέπτης του Αντιφασιστικού-Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ που μόλις είχε ξεκινήσει. 


Ο "αντιφασίστας" γέρος με βήμα χελώνας προχωράει στη μέση της στρογγυλής ορχήστρας, κάθεται ακούνητος και παρατηρεί. Βλέπει νεαρούς να προσπαθούν να στήσουν παντού πανό, άλλους να προθερμαίνουν κάρβουνα σε ψησταριές, υπαίθρια μπαρ γεμάτα αναψυκτικά και μπύρες, μικρόφωνα, ηχεία, θεατρικά παιχνίδια, πιτσιρίκια να τρέχουν μανιασμένα σε όλο το χώρο, πάγκους γεμάτους βιβλία και φυλλάδια, γέλια, φωνές, κόσμο και λόγια. Ένα πλανόδιο τσίρκο λίγο πριν ανοίξει και επίσημα την αυλαία του. 
Το βλέμμα του θύμιζε πολύ παιδί μικρό. Σαν να προσπαθούσε να καταλάβει τί έβλεπε. Σαν να έψαχνε να βρεί τί ακριβώς γινόταν.  Κάποιες φορές έδειχνε να το βρίσκει ενώ κάποιες άλλες χανόταν στο κενό και τα μάτια  του αποκτούσαν την άγνοια ενός μικρού μπόμπιρα που συναντά για πρώτη φορά ανέκφραστο κλόουν.
Aφού για κάμποση ώρα στάθηκε ακίνητος χωρίς να μπορεί να βγάλει συμπέρασμα ξεκίνησε την ηρωική έξοδο. Είχε περάσει και κάμποση ώρα και το γλυκό απογευματινό αεράκι γινόταν ολοένα και πιο επικίνδυνο για τις ευαίσθητες κλειδώσεις του. Όση ώρα αποχωρούσε αργά και βασανιστικά,  έριχνε τις τελευταίες απέλπιδες ματιές στο χώρο μέχρι που χάθηκε οριστικά από το προσκήνιο. 
Θα μπορούσε να πεί κάποιος πως ο γεροναυπλιώτης άνηκε στην απέναντι πλευρά. Πως δικαιώνοντας την γέρικη και συντηρητική του όψη αναπολούσε τόση ώρα τα όμορφα χρόνια των δύο δικτατοριών που είχαν περάσει από πάνω του. Εγώ δεν το νομίζω.
Πιο πολύ έμοιαζε με το συνηθισμένο βουβό πλήθος. Αυτό το είδος πολιτών που ευδοκιμεί παλαιόθεν και στη δική μας  πόλη. Αυτή τη σιωπή που επιβιώνει ανά τους αιώνες των αιώνων.  Αυτή που το ρεύμα πότε την πάει από εδώ και πότε την πάει από κεί. Αυτή που ακολουθεί πάντοτε αθόρυβα και για να νιώθει ασφάλεια τα πολλά φώτα και τη φασαρία, σαν το ψάρι που τρέχει πίσω από ένα τεράστιο δόλωμα και μόλις δεν το φτάσει ή φάει μόνο μια μικρή δαγκωματιά, περιμένει το επόμενο ρεύμα μήπως και χορτάσει. 
Ο γεροναυπλιώτης μας όμως το μόνο ρεύμα που είχε πια να περιμένει ήταν το φθινοπωρινό.  Γλυκό μεν, μα επίπονο γι αυτόν δε. Και κανείς δεν έμαθε σε πόσα και ποιά ρεύματα είχε αφήσει όλα αυτά τα χρόνια τη ζωή του. Σε κανέναν δεν μίλησε και κανείς δεν του μίλησε επίσης. Παίζει κιόλας να μην τον είδε και κανείς. Να ήταν για ώρα πολύ, αόρατος.
Αυτό το τελευταίο θα έλεγες πως είναι μια τέχνη εξόχως τοπική. Εξού κι η βεβαιότητα της καταγωγής.

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Η κυρία Αθηνά της οδού Μπουμπουλίνας (http://palabourtzi.blogspot.gr, 3/9/2013)

...........................................................

 Η κυρία Αθηνά της οδού Μπουμπουλίνας


Καλοκαίρι. Μέσα της δεκαετίας του 2000. Η Ελλάδα και το Ναύπλιο βράζουν στο ζεστό ζουμί της εθνικοοικονομικής ευδαιμονίας. Μαγαζιά γεμάτα. Καφές, ποτό, φαγητό, όχι διαζευκτικά όπως σήμερα, όλα στο ίδιο βράδυ. Επίκεντρο της κλαρινογαμπρικής Ναυπλιώτικης νύχτας, η ημιαπαστράπτουσα πασαρέλα της εποχής. Οδός Μπουμπουλίνας ή 'Αργείτικα' ή 'Βλάχικα'. Αβάκα, έκπλους, εν ζω, σείριος, πόρτο. Ειδικά το Αβάκα σε μεγάλες δόξες. Τραπέζια ρεζερβέ, κόσμος όρθιος στο περίμενε, τοπικές ντίβες ενδεδυμένες με χαρτοπετσέτα κοντοστέκονται. Ανδρικές παρέες χωρίς πολλές ελπίδες να γίνουν μικτές, με γυρισμένες τις καρέκλες προς το πέρασμα. Σαν θέατρο.
Κι εκεί που νομίζεις ότι η παράσταση είναι ημίγυμνη επιθεώρηση που περιοδεύει στην επαρχία, το σκηνικό αλλάζει. Γίνεται αρχαίο δράμα. Με ήρωες, κορύφωση και - βέβαια - απο μηχανής θεό. Ένας ψίθυρος απλώνεται και γίνεται βουή: βγαίνει ... βγαίνει ...
ΒΓΗΚΕ!
Από το μπαλκόνι πάνω από το σείριος, εμφανίζεται γιαγιά με νυχτικό και κουβά. Τα φλας των VGA καμερών του τότε ανάβουν σαν δαιμονισμένα. Το νερό της αγανακτισμένης γιαγιάς περιλούζει τους περαστικούς, πέρνοντας στιγμιαία εκδίκηση για τα ήσυχα Ναυπλιώτικα βράδια που ήταν πια παρελθόν ... Το πλήθος αλλαλάζει και παροτρύνει για ένα ακόμη κατάβρεγμα. 'Τι ήταν αυτό;' τολμώ να ψελλίσω. 'Μα καλά δεν το ξέρεις;' με επαναφέρουν στην τάξη. 'Κάθε βράδυ γίνεται'. Λίγα λεπτά μετά, ο ευχάριστος θόρυβος καταλαγιάζει.


Τιμή και δόξα στη γιαγιά που έριχνε νερά στη Πασαρέλα. Στη γριά προφήτισσα. Αυτή που ένεκα της συνήθειας είχε μάθει από μικρή να καταβρέχει τις λυσσασμένες γάτες για να ξεκουμπίζονται από τη γειτονιά. Τιμή και δόξα  στη γεροναυπλιώτισσα. Που έκανε μούσκεμα τις ορδές των βαρβάρων και ας της έδιναν λεφτά. Πολλά λεφτά. Ήταν βλέπεις η ιδιοκτήτρια όλου του κτιρίου. Και του καταστήματος φυσικά. Ε, και; Ας έφευγαν.
Οι ορδές όμως αλάλαζαν στην εμφάνισή της και αυτή, από τον ψηλό θρόνο της μεγάλης σταρ, ίσως της μεγαλύτερης που πέρασε ποτέ από τα μέρη μας, με την υπεροπτική αύρα της πρωταγωνίστριας, ηρεμούσε τους δαίμονες της πόλης με λίγο αγιασμό.
Τώρα θα μας βλέπει από τα μπαλκόνια τ’ουρανού και θα γελάει. Θα πίνει καφεδάκο παρέα με τους παλιούς θαμώνες του Γιοτ Κλάμπ, του Σαν Ρόκκο, του πρώτου Σαβούρα, του Κάτσεχάμου, του Χουντάλα, του Έλατου, των καμπαρέ της δεκαετίας του 30 και των παλιών καφενέδων του δρόμου και θα καλαμπουρίζει  αυτή τώρα, την αυτόχθονή μας άγνοια. Κάθαρση.  


Μια συμπαραγωγή του palamidi.gr (Panos ΤheGrecian) και του palabourtzi.blogspot.gr (Mario Vagman)

H Google αφιερώνει το σημερινό της doodle στον Κάρολο Κουν (http://www.iefimerida.gr, 13.09.2013)

........................................................

H Google αφιερώνει το σημερινό της doodle στον Κάρολο Κουν 

H Google αφιερώνει το σημερινό της doodle στον Κάρολο Κουν  [εικόνα]


http://www.iefimerida.gr, 13.09.2013 


Στον κορυφαίο έλληνα θεατρικό σκηνοθέτη, Κάρολο Κουν, αφιερώνει το σημερινό της doodle η Google τιμώντας τα 105α γενέθλιά του.
Ο Κάρολος Κουν υπήρξε ένας πρωτοπόρος του θεάτρου, ο οποίος έως και το τέλος της ζωής του έκανε γνωστό στο ελληνικό κοινό αριστουργήματα της παγκόσμιας δραματολογίας και σύστησε πολλούς ξένους συγγραφείς, ενώ έδωσε άλλη διάσταση στο κλασικό ρεπερτόριο της αρχαιότητας με την σύγχρονη και ουσιαστική ματιά του.

Η ζωή του Καρόλου Κουν
Γεννήθηκε στην Προύσα στις 13 Σεπτεμβρίου 1908. Σπούδασε στη Ροβέρτειο Σχολή της Κωνσταντινούπολης και αισθητική στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Το 1929 διορίστηκε καθηγητής αγγλικών στο Κολλέγιο Αθηνών. Η πρώτη του εμφάνιση ως σκηνοθέτη ήταν στο «Τέλος του ταξιδιού» του Σέριφ. Με μαθητές του, από το Κολλέγιο, παρουσίασε έργα του Αριστοφάνη και του Σαίξπηρ. Ίδρυσε τη Λαϊκή Σκηνή (1934-36) και συνεργάστηκε με διάφορους θιάσους (Κατερίνας, Κοτοπούλη, κ.ά.).
Το Θέατρο Τέχνης
Το 1942 ο Κάρολος Κουν ίδρυσε το Θέατρο Τέχνης όπου ανέβασε Ίψεν, Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, Πιραντέλο και μετά την απελευθέρωση για πρώτη φορά στην Ελλάδα Λόρκα, Τένεσι Ουίλιαμς, Μίλερ κ.ά.. Επίσης, το ίδιο έτος (1942) ίδρυσε τη Δραματική Σχολή του θεάτρου του, στην οποία μαθήτευσαν οι σημαντικότεροι σκηνοθέτες και ηθοποιοί της μεταπολεμικής γενιάς.
Συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο
Το 1949 οικονομικές δυσκολίες οδήγησαν στο κλείσιμο του Θεάτρου Τέχνης, το οποίο άνοιξε και πάλι το 1954. Από το 1950 έως το 1953 ο Κάρολος Κουν συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, σκηνοθετώντας Τσέχοφ («Ο θείος Βάνιας», «Οι τρεις αδερφές»), Πιραντέλο («Ερρίκος Δ΄) κ.α.. Με μαθητές της Δραματικής Σχολής του ο Κουν παρουσίασε τα καινούργια ρεύματα του ξένου μεταπολεμικού θεάτρου όπως Μπρεχτ, Ιονέσκο, Μπέκετ, Πίντερ, Ντάριο Φο, Αραμπάλ κ.ά. ενώ παράλληλα παρουσίασε έργα νέων Ελλήνων συγγραφέων όπως Σεβαστίκογλου, Καμπανέλλη, Κεχαΐδη, Σκούρτη, Αναγνωστάκη και Ευθυμιάδη επιστρέφοντας σε έργα των αρχαίων τραγικών και του Αριστοφάνη.
Παράσταση - σκάνδαλο
Από το 1957 ανεβάζει αρχαίο δράμα. Αρχικά στο θέατρό του παρουσίασε τον «Πλούτο» και το 1959 τους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, που θεωρήθηκε παράσταση - σκάνδαλο λόγω της πρωτοποριακής της παρουσίας. Στη συνέχεια παρουσιάζει παραστάσεις στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, στο «Θέατρο των Εθνών» του Παρισιού, Λονδίνο, Ζυρίχη, Μόναχο, Μόσχα, Λένινγκραντ, Βαρσοβία, Βενετία, Φεστιβάλ Βιέννης, Διεθνές θεατρικό Φεστιβάλ Βελιγραδίου, Ελληνική Εβδομάδα του Ντόρτμουντ, Φεστιβάλ Φλάνδρας και σκανδιναβικές πρωτεύουσες με τα έργα «Όρνιθες», «Πέρσες», «Επτά επί Θήβας», «Αχαρνής», «Οιδίπους Τύραννος», «Λυσιστράτη», «Βάκχες» και «Ειρήνη», αναφέρει το wikipedia.

Το 1984 το ελληνικό κράτος του παραχώρησε έναν χώρο στην Πλάκα, για την ανέγερση του θεάτρου «Κάρολος Κουν».
Ο μεγάλος σκηνοθέτης, τιμήθηκε με το παράσημο Φοίνικα, το Αργυρό Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών και το βραβείο Θεάτρου των Εθνών.
Άφησε την τελευταία του πνοή το βράδυ της 14ης Φεβρουαρίου 1987, την ώρα ακριβώς που θα δινόταν η πρεμιέρα του έργου «Ο ήχος του όπλου» της Λούλας Αναγνωστάκη, που λίγο καιρό πριν είχε αρχίσει να σκηνοθετεί στο «Υπόγειο», του Θεάτρου Τέχνης.


Το doodle του Καρόλου Κουν


Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

"Οι πουτάνες του Αλέξανδρου Ρήγα" του Γιάννη Παπαδημητρίου (www.protagon.gr, 10 Σεπτεμβρίου 2013)

.......................................................


 Γιάννης Παπαδημητρίου

Οι πουτάνες του Αλέξανδρου Ρήγα

 του Γιάννη Παπαδημητρίου (www.protagon.gr,  



Την Κυριακή το βράδυ αποφάσισα να πάω στην παράσταση «Τα παιδιά θα ’ρθουνε στις οχτώ», των Αλέξανδρου Ρήγα και Δημήτρη Αποστόλου. Δεν είχα ανάγκη να ακονίσω τις πνευματικές μου ικανότητες, απλώς να περάσω ευχάριστα το βράδυ μου, χωρίς πολλές σκοτούρες. Άλλωστε, οι δυο τους στο παρελθόν μου ’χαν χαρίσει αλησμόνητες στιγμές γέλιου. Στα δεκατρία μου, η Ντένη Μαρκορά ήταν η αγαπημένη μου ηρωίδα, ενώ αργότερα, στην κοινωνία των Γαργαλιάνων («Μπαμπά, μην πεθάνεις ξανά Παρασκευή»), είδα με χιούμορ να αναδεικνύονται αρκετά κωμικοτραγικά στοιχεία της ελληνικής επαρχίας. Ωστόσο, η εμπορική επιτυχία που κουβαλάει στο μάρσιπό του το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό δίδυμο και τα θετικά σχόλια που διάβασα για το έργο εξανεμίστηκαν από το πρώτο πεντάλεπτο. Εξαιτίας της περιέργειάς μου έκανα το λάθος να μείνω ως το τέλος, με συνέπεια να φύγω από το ανοιχτό θέατρο του Δήμου Συκεών εξοργισμένος.Η παράσταση, που από μόνη της καταργεί οποιαδήποτε απόπειρα σοβαρής αξιολόγησης, είναι ένας κακόγουστος αχταρμάς από πρόχειρα και πολυφορεμένα πολιτικά σχόλια («αυτή είναι κυβέρνηση γονικής παροχής»), από εξυπνακίστικες ατάκες που υποτίθεται ότι αναδεικνύουν με γλαφυρό τρόπο τα σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα της παραπαίουσας ελληνικής κοινωνίας (π.χ ο Ηλίας Κασιδιάρης εμφανίζεται ως η νούμερο ένα φαντασίωση της μέσης σεξουαλικά καταπιεσμένης νοικοκυράς, «αχ, και να ’μουνα η Δούρου») και από βρισιές. Ωμές βρισιές, με το τσουβάλι.
 Δυστυχώς, το αναμφισβήτητο ταλέντο της Βασιλικής Ανδρίτσου εξαντλείται στο να αναπαράγει κυριολεκτικά αμέτρητες φορές τη λέξη «πουτάνα» και να μουντζώνει τον άντρα της, Αλέξανδρο Ρήγα. Όσο ξεπερασμένη είναι αυτή η χειρονομία ως τρόπος έκφρασης, άλλο τόσο παλαιολιθική στο στήσιμό της ήταν ολόκληρη η ιστορία.Βασισμένη στην ευκολία του «stand up», για να φαίνεται άμεση και να σέρνει βίαια το κοινό στο κόλπο, στερείται οποιουδήποτε στοιχείου φαντασίας ή, έστω, αυτοσχεδιασμού. Το κλασικό δίπολο της ρουτίνας δύο παντρεμένων, που αλληλοκατηγορούνται για το κάθε τι, έχει κουράσει. Μέχρι εκεί φτάνει η έμπνευσή σας, κύριε Ρήγα, να λέτε ότι οι πορδές σας θυμίζουν μηχανή «Γιούγκο»; Εδώ, στη Θεσσαλονίκη, το αστείο αυτό το λένε πριν εμφανιστεί ο Γκάλης. Πέρα από το θλιβερό ζευγάρι, ο τρόπος που η παράσταση πραγματεύεται ευαίσθητα ζητήματα, όπως η ομοφυλοφιλία ή η σχέση των γονιών με τα παιδιά, είναι χυδαίος και προσβλητικός. Η μάνα εξομολογείται γελώντας(!) ότι το εξάχρονο παιδί της την αποκαλεί «πουτάνα», επειδή ο πατέρας του το έχει διδάξει ότι «όλες οι γυναίκες είναι πουτάνες». Το ’πε τόσες φορές, σε τόσες παραλλαγές, που μου τρύπησε τα αυτιά. Από την άλλη, ο άντρας της, που της είχε απαρνηθεί δεκάδες φορές να την ικανοποιήσει σεξουαλικά, της αποκαλύπτει -με μελό ύφος, αλά Ξανθόπουλου- ότι είναι αμφισεξουαλικός και ότι την απάτησε με τον δικηγόρο τους. «Το ξυρίζεις, βρε, το δελφίνι;», ήταν η αντίδρασή της.
Αν δεν έχετε δει το έργο -έχετε γλιτώσει από εγκεφαλικό- μη βιαστείτε να μου καταλογίσετε πουριτανισμό ή μικροαστική ηθικολογία. Αυτό δεν είναι «κωμικό θρίλερ», όπως το χαρακτηρίσατε, κύριε Ρήγα, στη συνέντευξη Τύπου, είναι η επιτομή της χυδαιότητας. Και όχι τόσο για τις βρισιές, που μονοπωλούσαν τον χρόνο της παράστασης, όσο για το τέλος που επιλέξατε. Έπειτα από δύο ώρες κατακρεούργησης του μυαλού μας, τολμήσατε να βάλετε και ηθικό δίδαγμα, με τον στόμφο του Μίλαν Κούντερα. «Ζήστε, ζήστε», φώναζε η Βασιλική Ανδρίτσου λίγο πριν πέσουν τα φώτα. Δεν πίστευα στα μάτια μου, κάποιοι είχαν συγκινηθεί κιόλας. «Χριστέ μου, τι ακούω και δε σωριάζομαι;», που θα έλεγε και η αγαπημένη μου Ντένη.
Τα λόγια της ηθοποιού ένιωθα ότι εκτοξεύονται απειλητικά στο πρόσωπό μου, όπως τα σποράκια που κρατσάνιζε κι έφτυνε στο τσιμέντο με αδιαφορία ο κύριος από πίσω μου. Βέβαια, το μεγαλύτερο πλήγμα ήρθε τη στιγμή της υπόκλισης, όπου ο κόσμος -όρθιος- χειροκροτούσε ενθουσιασμένος και αποθέωνε τους δύο ηθοποιούς. Από την ντροπή μου, έφυγα αμίλητος και με σκυμμένο το κεφάλι. Δεν έχουμε μόνο τους πολιτικούς που μας αξίζουν, αλλά και τους καλλιτέχνες που μας εκφράζουν. Θα ζήσουμε, κύριε Ρήγα, δεν περιμέναμε εσάς να μας το υπενθυμίσετε. Το σίγουρο όμως είναι ότι θα ζήσουμε πολύ καλύτερα χωρίς τις δικές σας παραστάσεις. Οι δικές σας «πουτάνες» δεν κατοικούν εδώ για να μας κλέβουν τον πολύτιμο χρόνο μας.