Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

Μια ερωτική και κοινωνική ερμηνεία για τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς. Εσείς το ξέρατε;...

...............................................................






Εσείς το ξέρατε;...
Πήρα ένα μήνυμα από φίλο μου που μου εξηγεί για τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα.
 
 

Μέρες που είναι να σας πω τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα.
Για όσους δεν το γνωρίζουν εξηγώ και την ασυναρτησία των στίχων.

Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά

Ψηλή μου δεντρολιβανιά

Κι αρχή καλός μας χρόνος

Εκκλησιά με τα' άγιο θόλος

Άγιος Βασίλης έρχεται

Και δε μας καταδέχεται

Από την Καισαρεία

Συ είσ' αρχόντισσα κυρία

Βαστάει πένα και χαρτί

Ζαχαροκάντυο ζυμωτή

Χαρτί-χαρτί και καλαμάρι

Δες και με το παλικάρι

 

Τα αρχικά κάλαντα ήταν χωρίς τους «κίτρινους» στίχους. Στο Βυζάντιο οι φτωχοί και χαμηλών στρωμάτων άνθρωποι δεν είχαν το δικαίωμα να μιλούν στους αριστοκράτες παρά μόνο σε γιορτές όπου μπορούσαν να τους απευθύνουν ευχές.

Κάποιος νεαρός, ταπεινής καταγωγής, ήταν ερωτευμένος με μια αρχοντοπούλα. Επειδή δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτό να την πλησιάσει παρά μόνο σε περίοδο εορτών για να της απευθύνει ευχές, αποφάσισε ανάμεσα στα κάλαντα του Μεγάλου Βασιλείου (τα κανονικά) να εντάξει και ένα ερωτικό ποίημα που είχε συνθέσει (τους «κίτρινους» στίχους). Έτσι και τα κάλαντα θα έλεγε ακολουθώντας τους κοινωνικούς κανόνες αλλά ταυτόχρονα θα παίνευε την καλή του.

-       Την αποκαλεί ψηλή, σαν δεντρολιβανιά.

-       Επειδή φορούσε ένα από τα ψηλά, τα κωνικά καπέλα με το τούλι στην κορυφή, την παρομοιάζει με Εκκλησιά με τον Άγιο Θόλο (θόλος εκκλησίας).

-       Της λέει ότι δεν τον καταδέχεται (καμία σχέση ο Άη Βασίλης) γιατί είναι αρχόντισσα κυρία.

-       Στο τέλος οι απαραίτητες γαλιφιές!!! Την λέει ζαχαροκάντυο ζυμωτή, δηλαδή φτιαγμένη από ζάχαρη (γλυκιά μου) και την παρακαλεί να του ρίξει μια ματιά.

Αυτά τα παράδοξα Κάλαντα πέρασαν από γενιά σε γενιά και έγιναν τα πιο διαδεδομένα σε όλο τον ελληνικό χώρο.

 

 

 

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

Συλβί Γκιγιέμ: «Δεν είχα σχεδόν καθόλου παιδική ηλικία, διότι πάντα χόρευα» Συνέντευξη στην Κατερίνα Μπακογιάννη ("Καθημερινή", 16/12/2013)


...........................................................





Συλβί Γκιγιέμ: «Δεν είχα 
σχεδόν καθόλου παιδική 
ηλικία, διότι πάντα χόρευα»

Μια εκ βαθέων συζήτηση για το χρόνο που περνά, 
τα «όχι» και τα «ναι» στην καριέρα και στη ζωή, 
στην τέχνη και στο χρήµα, µε την απόλυτη σταρ 
του χορού.

Συνέντευξη στην Κατερίνα Μπακογιάννη




Στο Παρίσι και το Λονδίνο είναι γνωστή ως 
«Mademoiselle Non». Η Γκιγιέµ είπε από νωρίς 
«όχι» στις συνεργασίες µε τα µεγάλα θέατρα, 
που θα την καθήλωναν σε µία πόλη και σε µία 
οµάδα χορού, και επέλεξε να εργάζεται ως 
ανεξάρτητη καλλιτέχνις. Το πρώτο «όχι» το 
είπε το 1989 στον Νουρέγεφ, όταν εγκατέλειψε 
τη σκέπη του στο Paris Opera Ballet (όπου είχε 
γίνει δεκτή ως το νεότερο «αστέρι» στην 
ιστορία) για το αντίπαλο Royal Ballet of London.
Για την επόµενη δεκαετία κέρδισε βραβεία 
ως η καλύτερη µπαλαρίνα και εµφανίστηκε 
σε όλο τον κόσµο, πειραµατιζόµενη συνεχώς 
πάνω στην τέχνη της. Από το 2006 αφιερώθηκε 
κυρίως στον σύγχρονο χορό, συνεργαζόµενη µε 
το Sadler’s Wells Theatre στο Λονδίνο. Ζει 
µόνιµα στην Ελβετία. Μιλήσαµε µέσω Skype, 
πριν φτάσει στην Αθήνα για τις χριστου-
γεννιάτικες παραστάσεις στο Μέγαρο Μουσικής: 
 το κλασικό «Μαργαρίτα και Αρµάνδος» µε τα 
Μπαλέτα του Τόκιο και το µοντέρνο «Sacred 
Monsters» µε τον περίφηµο χορευτή-χορογράφο 
Ακραµ Καν.
Αποζητάτε ακόµα πάντα το καινούργιο;
Αυτό µου αρέσει περισσότερο. Το βρίσκω 
ταυτόχρονα φοβιστικό και συναρπαστικό. 
Είναι δύσκολο να βάζεις τον εαυτό σου 
όλη την ώρα σε αυτήν τη θέση, αλλά µόνο 
έτσι εξελίσσεσαι.
∆εν έχετε κουραστεί τόσα χρόνια;
Καθόλου. Οταν κουραστώ, θα σταµατήσω.
Αυτό είναι το µυστικό της επιτυχίας σας;
∆εν θα το έλεγα. Αυτός είναι ο τρόπος µου 
να ζω. Θα ήταν εύκολο να είχα µείνει στο 
Παρίσι, όπου δεν θα χρειαζόταν να ρισκάρω. 
Αλλοι θα µου έλεγαν τι να χορέψω, πότε να 
κάνω οικογένεια ή να πάρω σύνταξη. Αλλά 
εγώ αποφάσισα κάτι άλλο, γιατί µε τραβούσε ο 
έξω κόσµος.
Σας αρέσει και να σοκάρετε, όπως 
τότε που φωτογραφηθήκατε γυµνή για τη Vogue, 
το 2001;
∆εν νοµίζω ότι εκείνες οι φωτογραφίες ήταν 
σοκαριστικές. Ποτέ δεν κάνω πράγµατα για 
εντυπωσιασµό. Οι χορευτές έχουµε διαφορετική 
σχέση µε το σώµα µας. Τον περισσότερο καιρό 
ντυνόµαστε, ξεντυνόµαστε και είµαστε ηµίγυ-
µνοι πάνω στη σκηνή. Οπότε, για µένα 
ήταν απολύτως φυσιολογικό.
Θα ξαναφωτογραφιζόσασταν γυµνή;
Φυσικά. Επειδή είµαι 48 ετών; Ακόµα περνώ τ
ην ώρα µου ηµίγυµνη στη σκηνή.
Οταν ήσαστε νέα, σας άρεσε περισσότερο 
να χορεύετε;
Νοµίζω ότι τώρα έχω µεγαλύτερη αυτοπεποί-
θηση και παίρνω µεγαλύτερη χαρά. Αλλά το 
πρόβληµα είναι κοινωνικό. Το όνοµά µου 
φιγουράρει στις εφηµερίδες από 16 ετών κ
αι µόνο τα τελευταία χρόνια έχει την ηλικία 
µου δίπλα. Τι µπορώ να κάνω γι’ αυτό; 
Αποφάσισα ότι θα κάνω το καλύτερο που 
µπορώ, όσο µπορώ, και θα σταµατήσω όταν
 δεν θα θέλω πια να βγω στη σκηνή ή όταν 
δεν θα βρίσκω δουλειά. Αλλά αυτή η στιγµή δεν 
έχει φτάσει ακόµα.
Εχει αλλάξει όµως, ο τρόπος που προσεγγίζετε το χορό;
Φυσικά. Οταν είσαι νέα, είσαι γεµάτη ενέργεια, αλλά δεν είσαι σε θέση να αναλύσεις τις καταστάσεις. Κάνεις τα πάντα για να εµπλουτίζεις το ρεπερτόριό σου. Με τα χρόνια αποκτάς αναφορές. Τώρα η πρόκληση για µένα είναι τα συναισθήµατα και η εµπειρία.
Ο σωµατικός πόνος πώς αντιµετωπίζεται µετά τόσα χρόνια;
Ο πόνος δεν αυξάνεται µε τα χρόνια, αλλά κάποια στιγµή έχεις απαυδήσει. Οταν ήµουν νέα και συµµετείχα σε δύο παραστάσεις ταυτόχρονα, είχα δεµένα και τα γόνατα και την πλάτη µου για να αντέξω. Τότε δεν µε πείραζε. Αλλά όταν σου συµβαίνει ξανά και ξανά... Ευτυχώς κατάλαβα νωρίς ότι έπρεπε να προσέχω τον εαυτό µου και να µην το παρακάνω.
Είστε πιο προσγειωµένη τώρα από ό,τι όταν ήσαστε νεότερη;
Πάντα ήµουν προσγειωµένη, γιατί ο σεβασµός για το κοινό απαιτεί πολλή δουλειά. Ποτέ δεν θεώρησα σηµαντικό να σε αναγνωρίζουν στο δρόµο, γιατί γνώριζα το προσωπικό κόστος.
Αλλά χρησιµοποιείτε τη δηµοσιότητα για να προωθήσετε το σκοπό της οικολογικής οργάνωσης Sea Shepherd;
Θα το έκανα ακόµη και εάν δεν ήµουν διάσηµη. Αυτό που µου αρέσει σε αυτή την οργάνωση είναι ότι προχωρούν στη δράση και δεν αρκούνται στα λόγια. ∆εν έχουµε χρόνο. Ο κόσµος πεθαίνει. Συντελείται µια σφαγή. Η Sea Shepherd ήταν κοµµάτι της Greenpeace, αλλά αποχώρησαν όταν η Greenpeace έγινε πολύ πολιτική και προσεκτική.
Τα «όχι» σας ήταν πιο σηµαντικά στη ζωή σας από τα «ναι» σας;
Νοµίζω πως, όταν δεν είσαι σίγουρη για τα «ναι» σου, καλά θα κάνεις να είσαι σίγουρη για τα «όχι» σου. Οταν ήµουν νέα, δεν γνώριζα πολλά πράγµατα, αλλά ήξερα ποια ήταν αυτά που δεν ήθελα να κάνω.
Ηταν δύσκολο να πείτε «όχι» στον Ρούντολφ Νουρέγεφ;
Καθόλου.
∆εν ήταν καλή η σχέση σας;
Ηταν πολύ ντροπαλός κι εγώ ήµουν πολύ ντροπαλή. Ηταν πολύ αυθόρµητος κι εγώ ήµουν πολύ αυθόρµητη. Και οι δύο είχαµε πρόβληµα επικοινωνίας. Οπότε περιοριζόµασταν στα πολύ βασικά και, όταν ήµασταν χαρούµενοι, το δείχναµε ο ένας στον άλλο, και όταν ήµασταν λυπηµένοι επίσης. Κάποιες φορές ήταν εκρηκτικό και κάποιες φορές ήταν παράδεισος.
Κοιτάζοντας πίσω, τι ήταν εκείνο που σας έκανε να ξεχωρίζετε; Ισως η σπάνια ευλυγισία σας;
Ευλυγισία στο µυαλό ή ευλυγισία στο σώµα; ∆ιότι υπάρχουν πολλοί ευλύγιστοι άνθρωποι. Η ευλυγισία δεν είναι σηµαντική.
Τότε τι είναι;
Αυτό που αποκαλώ ευλυγισία του µυαλού είναι να βλέπεις ότι ο κόσµος είναι µεγαλύτερος από µια εταιρεία χορού, από ένα όνοµα, από το να είσαι χορεύτρια. Είναι το να συναντάς απίστευτους ανθρώπους και να προσπαθείς να µάθεις όσο περισσότερα µπορείς, θέτοντας τον εαυτό σου σε κίνδυνο. Και χρειάζεσαι ευλυγισία για να είσαι σε θέση να παραδεχτείς πως όσα έχεις δεν είναι αρκετά. Πως θέλεις περισσότερα.
Ποιους θεωρείτε απίστευτους ανθρώπους;
∆εν είχα σχεδόν καθόλου παιδική ηλικία, διότι πάντα χόρευα. Οι πρώτοι απίστευτοι άνθρωποι που συναντώ είναι, φυσικά, µέσα στη δουλειά µου. Επειτα, πριν από λίγο καιρό, γνώρισα στην Κίνα έναν 80χρονο που ήταν γεµάτος ζωή και γύριζε τον κόσµο µε το ποδήλατό του. Και στην Sea Shepherd έχω γνωρίσει ανθρώπους που έχουν µοναδικό κουράγιο.
∆εν είναι περίεργο που, ενώ ψάχνετε πάντα το καινούργιο, έχετε παραµείνει µε τον ίδιο σύντροφο για σχεδόν 20 χρόνια (σ.σ. τον φωτογράφο Gilles Tapie);
Παραδέχοµαι ότι είναι αρκετά σπάνιο. Υποθέτω πως το γεγονός ότι δεν είµαστε παντρεµένοι -και άρα δεν µας κρατάει µαζί κανένας οικονοµικός ή νοµικός δεσµός- κάνει τη σχέση µας ακόµη πιο δυνατή. Ισως εάν παντρευτούµε να χωρίσουµε σε σύντοµο διάστηµα, όπως οι περισσότεροι...
Γιατί είπατε «όχι» στα παιδιά;
∆εν είπα «όχι» στ’ αλήθεια. ∆εν είχα ποτέ το χρόνο. Και επίσης δεν ήµουν σίγουρη πώς θα τα µεγάλωνα. Είναι τεράστια ευθύνη. Τώρα είµαι χαρούµενη που δεν έκανα παιδιά, διότι δεν θα ήξερα τι να τα κάνω. Νοµίζω ότι το µέλλον για τα παιδιά είναι λίγο σκοτεινό.
Γιατί επιλέξατε την Ελβετία για να ζείτε;
Γιατί ήθελα να έχω σκύλους, και αυτό δεν ήταν δυνατόν στην Αγγλία. Και γιατί είχα πολλούς φίλους εξαιτίας του Μορίς Μπεζάρ, που έµενε εκεί. Μου αρέσουν τα βουνά της και το ότι βρίσκεται στο κέντρο της Ευρώπης.
∆εν είναι και το ότι σας εξυπηρετεί η φορολογική νοµοθεσία;
Ολοι το λένε αυτό. Αλλά στην Ελβετία πληρώνω περισσότερους φόρους απ’ ό,τι στην Αγγλία!
Ποια γνώµη έχετε για το κοινό της Ελλάδας;
Πάντα έχω ένα πολύ καλό συναίσθηµα στην Ελλάδα. Την αγαπώ και µου αρέσει να ξαναέρχοµαι.
Τώρα, µε την κρίση, δεν είναι πολυτέλεια κάποιος να δώσει τόσα χρήµατα για να σας δει να χορεύετε;
∆εν νοµίζω ότι η τέχνη είναι πολυτέλεια. Είναι µια διανοητική κατάσταση και επιλογή. Ακόµη και σε περιόδους µη κρίσης, πάντα υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν ότι το µπαλέτο ή η όπερα ή το θέατρο είναι για την ελίτ που έχει χρήµατα. Αλλά την ίδια στιγµή αυτό που δεν αντιλαµβάνονται είναι ότι κάποιοι άνθρωποι δίνουν πολύ περισσότερα για να αγοράσουν ρούχα ή ένα ζευγάρι παπούτσια ή ένα εισιτήριο για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Η τέχνη υπάρχει ανεξάρτητα από τα χρήµατα.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Κ (τεύχος 550)
Και για εσάς, υπάρχει ζωή µετά το χορό;
Υπάρχει ζωή για µένα καθώς χορεύω;

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2013

Πέθανε ο ιρλανδός ηθοποιός Πίτερ Ο' Τουλ «Ο Λόρενς της Αραβίας» εφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών (tovima.gr, 15/12/2013)

...............................................................

Ζουμπουλάκης Γιάννης 

Πέθανε ο ιρλανδός ηθοποιός Πίτερ Ο' Τουλ*

«Ο Λόρενς της Αραβίας» εφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών
 
Πέθανε ο ιρλανδός ηθοποιός Πίτερ Ο' Τουλ
 
(ASSOCIATED PRESS)


 
Λονδίνο
  
«Έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 81 ετών ο Ιρλανδός ηθοποιός Πίτερ Ο' Τουλ, διάσημος από την ενσάρκωση του ρόλου του αντισυνταγματάρχη Τόμας Έντουαρντ Λόρενς στην ταινία Λόρενς της Αραβίας.

Το θάνατο του ηθοποιού ανακοίνωσε το απόγευμα της Κυριακής ο ατζέντης του, όπως μεταδίδει το BBC.

Το ΒΗΜΑ θυμάται την μοναδική συνάντησή του με τον Ιρλανδό ηθοποιό στη Νέα Υόρκη με αφορμή την «Τροία» (2004), μια από τις τελευταίες μεγάλες επιτυχίες του
«Στο θέατρο κυκλοφορεί ένα παλιό ρητό· τόσο παλιό όσο το ίδιο το θέατρο: Για να βρεις έναν πρωταγωνιστή ή μια πρωταγωνίστρια,  δες αν έχει τα κότσια να φορέσει στέμμα. Στην καριέρα μου έχω παίξει αρκετούς βασιλιάδες - ευτυχώς όλοι τους υπήρξαν διαφορετικοί, ειδάλλως θα καταντούσε μονότονο. Εχω παίξει νέους και άγριους και διψασμένους για αίμα βασιλιάδες, όπως ο Ερρίκος B´ στον "Μπέκετ", έχω παίξει τον ίδιο ήρωα ως πιο ώριμο συνωμότη στο "Λιοντάρι του χειμώνα" και τώρα, στην "Τροία", έπαιξα τούτον εδώ τον γερόλυκο τον Πρίαμο, έναν έμπειρο πολεμιστή που έχει πια κατασταλάξει. Οι βασιλιάδες είναι οι καλύτεροι ρόλοι. Τόσο στη ζωή όσο και στο θέατρο. Ζητούν ό, τι θέλουν και το αποκτούν...».
Παρακολουθώντας σε απόσταση αναπνοής τον Πίτερ Ο'Τουλ να μιλά για θέατρο, κινηματογράφο και ζωή, δεν ένιωθες τόσο ότι έκανες την δουλειά σου, όσο ότι απολαμβάνεις ένα θείο δώρο. Αυτό είχα νιώσει από αυτή τη σύντομη συνάντηση μαζί του  μέσα στην αίθουσα Tivoli West του ξενοδοχείου Essex της Νέας Υόρκης, όπου τον Μάιο του 2004 για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή μου, συνάντησα τον Πίτερ Ο'Τουλ.  Βρισκόταν εκεί για την προώθηση της ταινίας του «Τροία» που λίγο αργότερα θα έκανε πρεμιέρα στις Κάννες και στη συνέχεια θα αποδεικνυόταν μια από τις τελευταίες πολύ μεγάλες επιτυχίες της καριέρας του στις αίθουσες.
Το πλούσιο λεξιλόγιο χρησιμοποιούνταν αργά και με προσοχή, ο τόνος στη φωνή υψωνόταν και χαμήλωνε αναλόγως με την έμφαση που έπρεπε να δοθεί στον λόγο και όλ’  αυτά χωρίς στόμφο ή επιτήδευση. Την ίδια ώρα το παρουσιαστικό του εξέπεμπε κάτι το ηγεμονικό. Με την εξαίρεση της ασημένιας κόμης που είχε αντικαταστήσει την ξανθιά της δεκαετίας του 1960, το ψηλόλιγνο, στητό και καλοδιατηρημένο σώμα του ηθοποιού δεν διέφερε και πολύ από εκείνο του «Λόρενς της Αραβίας», σαράντα ακριβώς χρόνια πίσω!
Σε ηλικία 17 ετών ο Π. Ο’ Τούλ που γεννήθηκε στην Ιρλανδία (2 Αυγούστου 1932, Κονεμάρα Κάουντι Γκάλει) αλλά μεγάλωσε στο Γιόρκσαϊρ της Αγγλίας, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία για να κάνει το ντεμπούτο του στο θέατρο. Σπούδασε στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών με συμμαθητές του τον Αλμπερτ Φίνεϊ, τον Αλαν Μπέιτς και τον Ρίτσαρντ Χάρις με τον οποίο έγινε κολλητός φίλος. Τριαντάρης έγινε διεθνής αστέρας του κινηματογράφου έχοντας υποδυθεί τον T. E. Λόρενς στο αριστουργηματικό έπος του Ντέιβιντ Λιν «Ο Λόρενς της Αραβίας» (1963). Η ταινία του χάρισε την πρώτη από τις οκτώ υποψηφιότητές του για Οσκαρ, ένα βραβείο που δεν κέρδισε ποτέ. Μάλιστα σε ότι αφορά το Οσκαρ, η αντίδραση του Ο'Τουλ προς την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου, όταν τον επέλεξε για μια βράβευση με ειδικό τιμητικό Οσκαρ 2003, υπήρξε μάλλον ειρωνική (αν και στην πορεία ο Ο' Τουλ τα «μπάλωσε»): «Εφόσον παραμένω στο "παιχνίδι" της σοουμπίζ και εφόσον υπάρχει πιθανότητα να τον κερδίσω κάποια στιγμή τον μπαγάσα τον Οσκαρ, μήπως η Ακαδημία θα μπορούσε να περιμένει ως τα 80 μου;» είχε πει τότε στη σκηνή της τελετής.
Οι υπόλοιπες υποψηφιότητες ήταν για τις ταινίες «Μπέκετ» (1964), «Το λιοντάρι του χειμώνα» (1968), «Αντίο κύριε Τσιπς» (1969), «Η άρχουσα τάξη» (1972), «Στάντμαν: Ενας ριψοκίνδυνος δραπέτης» (1980), «Η αγαπημένη μου χρονιά» (1982) και «Venus» (2006).
«Εχω φτάσει στο σημείο πια να διασκεδάζω με τη δουλειά μου περισσότερο από παλιά»  μας είχε πει στη Νέα Υόρκη.» Ισως επειδή σήμερα με ενδιαφέρει λιγότερο - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θέλω να κοιτάζω πίσω.» Και η ματιά του δεν έπαψε ποτέ να έχει την άγρυπνη πονηριά και ετοιμότητα ενός μάλλον λαϊκού ανθρώπου, πολύ ανοιχτού στο χιούμορ και πιθανόν, εύκολου στον καβγά.
Στη δεκαετία του ’60 και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, ο Ο’ Τουλ θα αποκτούσε μια πολύ άσχημη φήμη, την φήμη του «κακού παιδιού» λόγω των προβλημάτων του με το αλκοόλ.  Υπήρξε άλλωστε κάποια εποχή που ο Ο’ Τούλ ήταν ο φόβος και ο τρόμος των λονδρέζικων παμπ, όπου μαζί με τους φίλους του, τον Ρ.  Χάρις και τον Ολιβερ Ριντ, προκαλούσαν ατελείωτους καβγάδες έχοντας καταναλώσει τεράστιες ποσότητες αλκοόλ.
Οπως ο Χάρις έτσι και ο Ο' Τουλ μιλούσε πάντα όπως ένιωθε. Αυτή η ευθύτητα ήταν χάρισμα αλλά υπήρξε κάθε άλλο παρά ευνοϊκή για την καριέρα του, η οποία για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τον έβαλε στα αζήτητα με κάποιες σκόρπιες μόνον αναλαμπές.
«Είναι απαραίτητο πού και πού να κάνεις μια βόλτα μέσα από την πεδιάδα έχοντας πρώτα σκαρφαλώσει στα βουνά» είχε πει ο Ο' Τουλ για τα «χαμηλά» σημεία της ζωής του. «Το τρίκλισμα είναι εξίσου σημαντικό στη ζωή όσο και η παρέλαση». Το τρίκλισμα από το αλκοόλ πάντως παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή. Λέγεται ότι αναγκάστηκε να κόψει το ποτό με το μαχαίρι ύστερα από μια βαριάς μορφής χειρουργική επέμβαση στο στομάχι (ο ίδιος δεν παραδέχθηκε ποτέ ότι αυτός ήταν ο λόγος που το έκοψε).
Σε ό,τι δε αφορά το θέατρο, ο Ο' Τουλ τα τελευταία χρόνια το είχε διαγράψει πλήρως από το σύστημά του. «Δεν πηγαίνω πια στο θέατρο γιατί πολύ απλά βαριέμαι θανάσιμα» μας είχε πει. «Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι συμβαίνει στη θεατρική σκηνή της Νέας Υόρκης, αλλά το θέατρο στο Λονδίνο είναι σκέτο νεκροταφείο. Εγώ είμαι μοντέρνος άνθρωπος. Από το να πηγαίνω σε κηδείες προτιμώ να σπαταλώ ατελείωτες ώρες σπίτι μου παίζοντας με το remote control του βίντεο».
Μοντέρνος άνθρωπος, λέξεις κλειδιά. Ενδιαφερόταν πραγματικά για την εξέλιξη των πραγμάτων. Παρ' ότι εκπρόσωπος μιας παλαιότερης γενιάς ηθοποιών, δεν ανήκε στους «κλασικούς» νοσταλγούς της «παλιάς, καλής εποχής», όπως συνηθίζουν οι περισσότεροι να αποκαλούν τα χρόνια της επαγγελματικής νιότης τους. Ηταν  της γνώμης ότι η σωστή χρήση της τεχνολογίας βοηθάει τους καλλιτέχνες να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους. Μια άλλη ρήση την οποία κατά δήλωσή του ανέφερε συχνά, ανήκει στον σπουδαίο σχολιαστή και αρθρογράφο σερ Χέρμπερτ Ριντ, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του 1930 είπε: «Οταν ο κινηματογράφος κατορθώσει να λύσει τα τεχνικά προβλήματά του, τότε θα επιστρέψει στα χέρια των ποιητών». «Ο κινηματογράφος σήμερα έχει λύσει τα τεχνικά προβλήματά του» συμπληρώνει ο Ο'Τουλ. «Αυτό που μένει να δούμε είναι αν όντως θα επιστρέψει στα χέρια των ποιητών».

* : Δείτε με την πρώτη ευκαιρία την ταινία "Το λιοντάρι το χειμώνα". Σπουδαίες ερμηνείες των Πήτερ Ο' Τουλ και της Κάθριν Χέμπορν. _________________________

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

Σαν σήμερα, στη γειτονιά της Πελοποννήσου, πριν 70 χρόνια: «Unternehmen Kalavryta»: Η σφαγή των Καλαβρύτων (13 Δεκ 2013 | tvxsteam tvxs.gr)

.............................................................

«Unternehmen Kalavryta»: Η σφαγή των Καλαβρύτων

tvxs.gr

 
 
Σαν σήμερα, στις 13 Δεκεμβρίου 1943 ημέρα Δευτέρα, πραγματοποιήθηκε μία από τις μεγαλύτερες θηριωδίες στον ελληνικό χώρο κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου Πολέμου με την ολοκληρωτική σφαγή των Καλαβρύτων, από στρατιώτες της γερμανικής 117ης Μεραρχίας Καταδρομών, στο πλαίσιο της επιχείρησης «Καλάβρυτα» (Unternehmen Kalavryta).
Της Φανής Παρλή
 
Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» αποτελούσε μία τυπική γερμανική επιχείρηση εξιλασμού (Sühnemaßnahmen), σε περιοχές όπου είχε παρατηρηθεί πιο πριν δραστηριοποίηση αντάρτικων ομάδων, ενώ στρεφόταν και κατά του άμαχου πληθυσμού της περιοχής. Η επιχείρηση αυτή υπήρξε μια από τις πιο σκληρές επιχειρήσεις της Βέρμαχτ, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα.
Η περιοχή των Καλαβρύτων και της Αιγιαλείας είχε αναπτύξει ισχυρή αντιστασιακή δράση ήδη από τις αρχές του 1943. Ο γερμανικός στρατός της Βερμάχτ άρχισε να ανησυχεί για το επαναστατικό κλίμα, το οποίο ενδυνάμωνε συνεχώς και θέλησε να το περιορίσει με την οργανωμένη αυτή εκκαθαριστική επιχείρηση που περιλάμβανε βομβαρδισμούς, πυρπολήσεις και εκτελέσεις.
Η διαταγή για την εφαρμογή της συγκεκριμένης επιχείρησης δόθηκε με αφορμή την καταστροφή του λόχου Σόμπερ (Hauptmann Hans Schober) από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην Μάχη της Κερπινής στις 17 Οκτωβρίου 1943, κατά την οποία πιάστηκαν αιχμάλωτοι 86 Γερμανοί στρατιώτες.
Τα γερμανικά στρατεύματα ξεκίνησαν από τρεις ελληνικές πόλεις, την Τρίπολη, το Αίγιο και την Πάτρα, με τελική κατεύθυνση τα Καλάβρυτα, καίγοντας, λεηλατώντας και καταστρέφοντας ολοκληρωτικά τα γειτονικά χωριά που συναντούσαν στο δρόμο τους, όπως τα χωριά Ρογοί, Κερπινή, Ζαχλωρού, Σούβαρδο, Βραχνί, Κάλανο, Βλασία, Μάνεσι Σαραδί, Μάζι, κ.ά., καθώς και την Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και Μονή Ομπλού, νότια της Πάτρας.
Στις 9 Δεκεμβρίου 1943, οι Γερμανοί μπήκαν στα Καλάβρυτα. Επιπλέον, ενώ πολλοί κάτοικοι των Καλαβρύτων, είχαν εγκαταλείψει το χωριό από το φόβο για τα αντίποινα, οι Γερμανοί κάλεσαν τους Καλαβρυτινούς να επιστρέψουν με τη διαβεβαίωση ότι δεν θα πειραχθεί κανείς. Μάλιστα, ο Γερμανός Διοικητής Ebersberger έδωσε το λόγο της στρατιωτικής του τιμής για να κατευνάσει τους ανήσυχους και φοβισμένους κατοίκους. Αφού προχώρησαν αρχικά στην πυρπόληση των σπιτιών που ανήκαν σε αντάρτες και στην αναζήτηση των Γερμανών τραυματιών της μάχης της Καρπινής, στις 12 Δεκεμβρίου ετοίμαζαν τα πράγματά τους για αναχώρηση.
Στις 13 Δεκεμβρίου, όμως, νωρίς το πρωί κατέφθασε στην κωμόπολη δύναμη γερμανικού στρατού, με επικεφαλείς ανώτατους αξιωματικούς. Οι καμπάνες της κεντρικής Εκκλησίας ήχησαν και οι Γερμανοί αξιωματικοί διέταξαν όλους τους κατοίκους να συγκεντρωθούν στο δημοτικό σχολείο της κωμόπολης, έχοντας μαζί τους μία κουβέρτα και τρόφιμα μιας ημέρας.
Εκεί έγινε ο διαχωρισμός και τα γυναικόπαιδα παρέμειναν στο σχολείο, ενώ όλος ο ανδρικός πληθυσμός ηλικίας άνω των 14 χρονών οδηγήθηκε σε φάλαγγες στην κοντινή Ράχη του Καππή (στο «χωράφι του Καπή»). Το χωράφι αυτό ήταν μια επικλινής τοποθεσία σε σχήμα αμφιθεάτρου από το οποίο κανείς δεν μπορούσε να γλιτώσει, ενώ παράλληλα είχε πλήρη θέα της πυρπόλησης και καταστροφής των περιουσιών και των σπιτιών του χωριού.
Λίγες ώρες αργότερα, ριπές πολυβόλων έριχναν στο έδαφος τα σώματα των άτυχων Καλαβρυτινών. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Γερμανού ιστορικού Χέρμαν Φρανκ Μάγερ, ο επικεφαλής της στρατηγός Καρλ φον Λε Σουίρ (Karl von Le Suire) είχε δώσει σαφείς εντολές να καταγράφουν με ακρίβεια όλα τα θύματα των τρομερών εκτελέσεων.
Συνολικά, λοιπόν, 499 άτομα εκτελέστηκαν εκείνη την ημέρα στα Καλάβρυτα, κατάφεραν να διασωθούν 12 άτομα, χωρίς οι Γερμανοί να έχουν επίγνωση, ενώ ο συνολικός αριθμός των θυμάτων έφτασε τα 677 άτομα στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων και στα γειτονικά χωριά.
Τα γυναικόπαιδα, τέλος, των Καλαβρύτων παγιδεύτηκαν στο δημοτικό σχολείο, το οποίο ζωνόταν ολοκληρωτικά στις φλόγες. Σπάζοντας πόρτες και τα τζάμια των παραθύρων κατάφεραν να ξεφύγουν από τον ολέθριο θάνατο, ενώ υπάρχει η φήμη ότι ένας Αυστριακός στρατιώτης, στον οποίο είχε ανατεθεί η φύλαξή τους, άφησε την πόρτα της εισόδου ελεύθερη.

Από τους υπεύθυνους αξιωματικούς που διέταξαν τη σφαγή, μόνο ο Φέλμυ καταδικάστηκε στην Νυρεμβέργη, στην λεγόμενη δίκη των στρατηγών της ΝΑ Ευρώπης, και εξέτισε τρία χρόνια στην φυλακή για μια πράξη που δεν διέταξε και δεν γνώριζε, είχε όμως διατάξει γενικώς παρόμοια «μέτρα εξιλασμού». Ο Λε Σουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1955 και κηδεύτηκε στην γενέτειρά του στην Βαυαρία με πλήρεις στρατιωτικές τιμές. Ο Εμπερσμπέργκερ πέθανε στο Ανατολικό Μέτωπο. Ο Ακαμπχούμπερ πέθανε στην Αυστρία το 1972 σε ηλικία 67 ετών. Ο Νταίνερτ πέθανε στην Αυστρία το 1979 σε ηλικία 64 ετών. Κανείς τους δεν λογοδότησε ενώπιον της Δικαιοσύνης. 

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Κρισναμούρτι: Περί αξιοπρέπειας (27 Νοε 2013 | tvxsteam tvxs.gr)

..........................................................

Κρισναμούρτι: Περί αξιοπρέπειας

tvxs.gr/node/144043
 


«Το να είσαι τίποτα σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος από την ιδέα τού να είσαι κάτι». Ένα ενδιαφέρον απόσπασμα από το έργο του μεγάλου στοχαστή.
Η ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΠΟΛΥ ΣΠΑΝΙΟ. Ένα γραφείο ή μία αξιοσέβαστη θέση δίνουν αξιοπρέπεια. Είναι σαν να φοράς γραβάτα. Η γραβάτα, το κοστούμι, το πόστο, δίνουν αξιοπρέπεια. Ένας τίτλος ή μια θέση δίνουν αξιοπρέπεια.
Ξεγύμνωσε όμως τους ανθρώπους απ’ όλα αυτά και θα δεις ότι πολύ λίγοι θα έχουν εκείνη την ποιότητα της αξιοπρέπειας που δίνει η ελευθερία τού να μην είσαι τίποτα.
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΛΑΧΤΑΡΟΥΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ, και με το να είναι κάτι, παίρνουν θέση στην κοινωνία που θεωρείται σεβαστή. Οι άνθρωποι κατατάσσονται σε διάφορες κατηγορίες -έξυπνοι, πλούσιοι, επιστήμονες, άγιοι - κι όποιος δε μπορεί να καταταγεί σε μια κατηγορία αναγνωρισμένη από την κοινωνία, θεωρείται πρόσωπο περιθωριακό.
Η ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΔΕ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΕΩΡΗΘΕΙ ΣΑΝ ΚΑΤΙ ΔΕΔΟΜΕΝΟ, δε μπορεί να καλλιεργηθεί, και αν κανείς είναι συνειδητά αξιοπρεπής, σημαίνει ότι όλη την ώρα νοιάζεται μόνο για τον εαυτό του, που σημαίνει ότι είναι ασήμαντος, μικροπρεπής. Το να είσαι τίποτα σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος από την ιδέα τού να είσαι κάτι. Αληθινή αξιοπρέπεια υπάρχει, όταν δεν ανήκεις ή βρίσκεσαι σε κάποια ξεχωριστή θέση. Αυτό δε μπορεί κανείς να σ’ το αφαιρέσει, θα υπάρχει πάντα.
ΤΟ Ν’ ΑΦΗΝΕΙΣ ΤΗ ΖΩΗ ΝΑ ΚΥΛΑΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΜΕΝΕΙ ΠΙΣΩ ΤΗΣ ΚΑΝΕΝΑ ΚΑΤΑΚΑΘΙ, σημαίνει ύπαρξη πραγματικής επίγνωσης. Ο ανθρώπινος νους είναι σαν το κόσκινο, που άλλα κρατάει κι άλλα αφήνει να περνάνε. Εκείνα που κρατάει έχουν το μέγεθος των επιθυμιών του και οι επιθυμίες, όσο κι αν είναι βαθιές, δυνατές ή ευγενικές, είναι μικρές κι ασήμαντες γιατί η επιθυμία είναι κατασκεύασμα του νου.
ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙΓΝΩΣΗ να μη συγκρατείς τη ζωή, αλλά να την αφήνεις να κυλάει ελεύθερα, χωρίς να κάνεις καμιά επιλογή. Πάντοτε διαλέγουμε και κρατάμε -διαλέγουμε εκείνα που έχουν σημασία και τα κρατάμε για πάντα. Αυτό είναι που ονομάζουμε εμπειρία, και τον πολλαπλασιασμό των εμπειριών τον ονομάζουμε πλούτο της ζωής.
Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ. Η εμπειρία που παραμένει, που κρατιέται, εμποδίζει εκείνη την κατάσταση όπου το γνωστό δεν υπάρχει. Το γνωστό δεν είναι ο θησαυρός, αλλά ο νους προσκολλιέται σ’ αυτό κι έτσι καταστρέφει ή ρυπαίνει το άγνωστο.
ΕΙΜΑΣΤΕ -ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ- ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ή μιας ποικιλίας από διαθέσεις. Λίγοι από μας ξεφεύγουν απ’ αυτό. Για μερικούς έχει σχέση με τη σωματική τους κατάσταση, για άλλους με τη διανοητική και μας αρέσει αυτή η «μια πάνω μια κάτω» κατάσταση, νομίζουμε ότι αυτή η αλλαγή διάθεσης είναι μέρος της ύπαρξης ή πάλι απλώς αφήνει κανείς να παρασύρεται μια από τη μία διάθεση και μια από την άλλη.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΜΩΣ ΜΕΡΙΚΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑΣΜΕΝΟΙ σ’ αυτό το «πάνω κάτω», που είναι ελεύθεροι από το να παλεύουν να γίνουν κάτι, έτσι που εσωτερικά υπάρχει μια σταθερότητα που δεν είναι αποτέλεσμα θέλησης, μια σταθερότητα που δεν έχει καλλιεργηθεί, που δεν είναι σταθερότητα από συγκεντρωμένο ενδιαφέρον σε κάτι, ούτε είναι αποτέλεσμα κάποιας δραστηριότητας σαν τις παραπάνω. Εμφανίζεται, όταν η θέληση παύει να δρα.
ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΥΝ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ. Οι πλούσιοι έχουν μια ιδιαίτερη αλαζονεία. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις, σε κάθε χώρα, οι πλούσιοι έχουν γύρω τους εκείνη την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν οποιονδήποτε, ακόμα και τους θεούς, και μπορούν πράγματι ν’ αγοράσουν τους δικούς τους θεούς.
ΑΥΤΗ Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟ, αλλά και στις ικανότητες, τα ταλέντα, που μπορεί να έχει κανείς. Οι ικανότητες δίνουν στον άνθρωπο μια παράξενη αίσθηση ελευθερίας. Τον κάνουν να νιώθει επίσης ότι είναι ανώτερος από τους άλλους, ότι είναι διαφορετικός. Όλα αυτά τού δίνουν μια αίσθηση υπεροχής: κάθεται ικανοποιημένος και κοιτάζει τους άλλους να πασχίζουν και να ντροπιάζονται -δεν έχει συναίσθηση της δικής του άγνοιας και σε τι σκοτάδι βρίσκεται ο νους του.
ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΚΑΛΗ ΦΥΓΗ ΑΠ’ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ. Αλλά και η φυγή είναι ένα είδος αντίστασης που γεννάει τα δικά της προβλήματα. Η ζωή είναι μια περίεργη ιστορία. Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που δεν είναι τίποτα.

Απόσπασμα από το βιβλίο Γράμματα Σε Μια Νεαρή Φίλη, του Τζίντου Κρισναμούρτι, εκδ. Καστανιώτης

Ο Τζίντου Κρισναμούρτι (11 Μαΐου 1895-17 Φεβρουαρίου 1986) θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους στοχαστές και πνευματικούς δασκάλους όλων των εποχών. Δεν ανέπτυξε καμία φιλοσοφική θεωρία ή θρησκεία, αλλά μίλησε, κυρίως, για πράγματα που αφορούν όλους μας, για τα προβλήματα της ζωής μας στις σύγχρονες κοινωνίες, αλλά και για την ανάγκη του ανθρώπου να ελευθερωθεί από τα εσωτερικά του εμπόδια. Εξήγησε με μεγάλη ακρίβεια τους λεπτούς μηχανισμούς του νου και τόνισε την ανάγκη για στοχασμό και πνευματικότητα στην καθημερινή μας ζωή. Ο Κρισναμούρτι έγραψε τα Γράμματα Σε Μια Νεαρή Φίλη από τον Ιούνιο του 1948 έως το Μάρτιο του 1960, για μια νεαρή φίλη που ήρθε κοντά του πληγωμένη σε σώμα και ψυχή. Στα γράμματα αυτά ξετυλίγεται ολόκληρη η διδασκαλία του, καθώς η επούλωση των πληγών και η διδασκαλία προχωρούν ταυτόχρονα.

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Πέθανε η Μαριέτα Ριάλδη (http://www.kathimerini.gr, 8/12/2013)

.................................................................


Πέθανε η Μαριέτα Ριάλδη

Έφυγε από τη ζωή μία σημαντική προσωπικότητα του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου, η ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας Μαριέτα Ριάλδη, σε ηλικία 72 ετών.





Γεννημένη το 1941, η Μαριέτα Ριάλδη φοίτησε στη Σχολή Σταυράκου και στη Δραματική Σχολή Ιωαννίδη και συνεργάστηκε στα πρώτα χρόνια των σπουδών της με τον Δημήτρη Κολλάτο στο Πειραματικό θέατρο Τσέπης. Το 1963 ίδρυσε το Πειραματικό θέατρο που αποτέλεσε ένα μεγάλο «άνοιγμα» για όλες τις νέες θεατρικές δυνάμεις, δίνοντας παράλληλα «στέγη» στο νεοελληνικό έργο που τον καιρό εκείνο ήταν παραγκωνισμένο.Σκηνοθέτησε για τουλάχιστον 40 χρόνια (1963- 2003) ένα πολυσύνθετο ρεπερτόριο, ανεβάζοντας μεταξύ άλλων και πολλά πρωτοποριακά έργα που έγραψε η ίδια. Από το θέατρό της πέρασαν πολλές προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου. Εκεί, παρουσιάστηκαν και οι πρώτες παραστάσεις με πειραματική φόρμα στον λόγο και την εικαστική παρουσίαση.
Από τα πολυάριθμα έργα στα οποία πρωταγωνίστησε ήταν μεταξύ άλλων: «Μύγες» του Σαρτρ, «Δεσποινίς Τζούλια» και «Χορός Θανάτου» του Στρίντμπεργκ, «Δον Κιχώτης» του Μποστ σε συνεργασία με τον Μίκη Θεοδωράκη, «Άμλετ» του Σαίξπηρ, «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, «Ματωμένος Γάμος» του Λόρκα, «Βρικόλακες» και «Εντα Γκάμπλερ» του Ιψεν κ.α. Το 2002 σκηνοθέτησε και έπαιξε στο Πειραματικό θέατρο Πόλης την πολιτική σάτιρα που φέρει την υπογραφή της, με τίτλο «Η Ελλάδα μετακομίζει». Αυτή ήταν και η τελευταία της εμφάνιση στο θεατρικό σανίδι.
Ως σκηνοθέτης ανέβασε τα περισσότερα έργα που παρουσιάστηκαν στο Πειραματικό θέατρο, ενώ σκηνοθέτησε και το έργο της Αγγλίδας Κάριλ Τσέρτσιλ «Πετυχημένες Γυναίκες» για λογαριασμό του Εθνικού θεάτρου το 1983.
Σε ό,τι αφορά το συγγραφικό της έργο η Μαριέτα Ριάλδη έγραψε έργα μεγάλης απήχησης όπως τα «Ουστ», «Γυρισμός», «Καφέ Σαντάν», «ΣΚ» και τους «Άστεγους» που ανέβηκε το 1997 στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Γιώργου Ρεμούνδου.
Ιδιαίτερο ήταν και το ενδιαφέρον που έδειξε η Μαριέτα Ριάλδη σε όλη τη σταδιοδρομία της για να προβάλει νέους συγγραφείς. Τιμήθηκε γι' αυτό με ειδικό βραβείο από την Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Ακόμη, έλαβε το Αργυρό Μετάλλιο στο Διεθνές Φεστιβάλ Νέων (1965) και το Έπαθλο του φεστιβάλ στο Νανσί για την παράσταση του έργου της «Ο Γυρισμός».

Πηγή: AMΠE


Σχόλιο αποχαιρετιστήριο: Στη Μαριέττα Ριάλδη "χρωστάω" τον αντιαμερικανισμό μου που άρχισα να διαμορφώνω τότε γύρω στα 1973, λίγο πριν πέσει η χούντα και όταν έγινε η Μεταπολίτευση. Το "Ουστ!" και το "Σκ..." ήταν τα έργα της που τον διακήρυσσαν. Σ' ένα μικρό θεατράκι, το Πειραματικό Θέατρο της Αθήνας, στην εισοδο μιας πολυκατοικίας στην οδό Ακαδημίας. Το θεατράκι αυτό, θαρρώ ότι ήταν μία από τις πρώτες εναλλακτικές σκηνές εκείνης της περιόδου. Πρώτη, αναμφισβήτητα, ήταν η σκηνή του Θεάτρου Τέχνης στο "Υπόγειο" της Σταδίου. Μου είχε κάνει εντύπωση τότε στο θέατρο της Ριάλδη που οι ηθοποιοί υποδέχονταν τους θεατές, έκοβαν τα εισιτήριά τους και έκαναν ταξιθεσία. Κι αφού κάθονταν όλοι οι θεατές, άρχιζε η παράσταση σε απόσταση αναπνοής. Ήταν στο θέατρό της, αν θυμάμαι καλά, κυκλική η διάταξη των καθισμάτων. Σε μία από τις δύο παραστάσεις, δε θυμάμαι ποια ακριβώς, είδα και το πρώτο γυμνό στο θέατρο - απόλυτα λειτουργικό και σε σχέση με το κείμενο και τη σκηνοθεσία. Είχα εντυπωσιαστεί τότε με την τόλμη εκείνης της σκηνοθεσίας. Θυμάμαι επίσης την ιδιαίτερη μανιέρα της Ριάλδη, μανιέρα εκφοράς του λόγου, ολίγον τελετουργική και στομφώδη που έμοιαζε με αυτήν της Λαμπέτη, καθώς ήταν και ολίγον ψευδίζουσα. Μετά δεν ξαναείδα παραστάσεις της, από κάποια ρεπορτάζ της τηλεόρασης μού έδινε την εντύπωση μιας καθηλωμένης αντίληψης που δεν έλεγε να ανανεωθεί. Άλλαξαν και τα δικά μου γούστα... Μετά είχα μάθει για την καινούργια της προσπάθεια εκεί στο τετράγωνο του Μετ. Ταμείου Στρατού, έπαιξε και σκηνοθέτησε, αν θυμάμαι καλά, "Ματωμένο Γάμο" - έπαιξε τη Μάνα, και παραχώρησε ύστερα το θέατρό της στον Ιάκωβο Καμπανέλλη που σκηνοθέτησε εκεί το "Δρόμο περνάει από μέσα", ένα από τα  καλύτερα έργα του. Ήταν στα 1990. Θεώρησα εκείνη την "παραχώρηση" ανιδιοτελή εκ μέρους της, η ίδια δεν έπαιζε ούτε σκηνοθετούσε, κι έτσι έχω μια θετική τελευταία εντύπωση. Θα τη θυμάμαι καλά...