.......................................................
Η ιερόσυλη κωλοτούμπα του τσαρλατάνου
Του Γρηγόρη Ιωαννίδη
Η
παράσταση του Θησείου προτάσσει -όπως οφείλει- μια σύντομη «διάλεξη»
σχετικά με την προϊστορία του έργου του Φο. Και η αλήθεια είναι πως αν
το «Κωμικό μυστήριο» υπήρξε το αποφασιστικό βήμα για την παγκόσμια
αναγνώριση του σπουδαίου Ιταλού θεατράνθρωπου, αυτό οφείλεται όχι μόνο
στην ευφυΐα και την πρωτοτυπία του, αλλά και στην εξαιρετικά σπάνια στην
περίπτωσή του σύντηξη δύο δρόμων:
Από τη μια, της σχολαστικής μακροχρόνιας αναδίφησης του συγγραφέα στα
μεσαιωνικά χρονικά και σε όσες δυσεύρετες πηγές αφορούν την παρουσία
μιας συντεχνίας λιμπερτίνων του θεάτρου, μίμων, τρελών και τσαρλατάνων,
που από την αρχαιότητα μέχρι τον Μεσαίωνα, και από εκεί μέχρι την
Αναγέννηση και το Διαφωτισμό -κι ώς τις μέρες μας με άλλες μορφές,
χάραξαν τη μορφή του λαϊκού θεάματος άλλοτε στις άκριες, άλλοτε στις
παρυφές και άλλοτε στη σκιά του επίσημου θεάτρου.
Και από την άλλη, της συνεχούς άσκησης του καλλιτέχνη στην τεχνική
της σάτιρας, της άμεσης επικοινωνίας με το ακροατήριο, της παραβολής και
ανατροπής. Ο Ντάριο Φο υπήρξε, με άλλα λόγια, ένας ερευνητής και
θεατράνθρωπος, διανοούμενος και μάστορας, τσαρλατάνος και λόγιος στο
ίδιο σώμα. Αυτό το δίπολο τίμησε άπαξ η επιτροπή του Βραβείου Νόμπελ το
1997 και στο διηνεκές το κοινό του θεάτρου.
Ο Ντάριο Φο, λοιπόν, αναζήτησε την πηγή ενός λαϊκού θεάτρου όχι εκεί
που λιμνάζει ο συμβιβασμός με τα γούστα των πολλών, αλλά εκεί που
βρίσκεται η τρικυμία της καταπιεσμένης συλλογικής βούλησης.
Δίπλα στα ιερά μυστήρια και στις αναπαραστάσεις του Μεσαίωνα, κοντά
στις ηθολογίες και στα απόκρυφα ευαγγέλια, υπάρχει ως ιστορικό γεγονός η
παρουσία μιας πλάγιας λαϊκής αφήγησης του Κώδικα, ιερόσυλη και
ανατρεπτική, με διπλό στόχο: πρώτα, την εκτόνωση του λαού από τη
σοβαροφανή εξιστόρηση των σχολαστικών. Και ύστερα την υπόγεια διάδοση
μιας απόκρυφης ιστορίας, που διασώζει την παρουσία και βάσανο των
αφανών.
Ο αιώνιος μίμος, που στον Μεσαίωνα ακούει στον όνομα τσαρλατάνος, με
όλες τις παραδρομές του στον κάθε τόπο της Ευρώπης, διασώζει στο
πείραγμα, το σχόλιο και την κωλοτούμπα του την ψυχολογία του συλλογικού
φόβου, της προσαρμογής του αδύνατου στον δυνατό, αλλά και της
επανάστασης του δίκαιου απέναντι στον άδικο.
Την ψυχολογία του μεσαιωνικού Ελπήνορα αναπλάθει και ο Φο στο δικό
του κωμικό μυστήριο, κι αυτή διασώζει και μεταφέρει στο σήμερα.
Κατηγορήθηκε βέβαια πως διαστρέφει τις πηγές και το νόημά τους – αλλά
πότε το λαϊκό θέατρο σεβάστηκε τις πηγές και το νόημα του οτιδήποτε;
Φτιάχνει με τα υλικά τους, με απλότητα και αμεσότητα, μια παραβολική
εξιστόρηση της Βίβλου και των διαδεδομένων Παραβολών, με στόχο τη
συνειδητοποίηση της πορείας καταπίεσης των λαών στους αιώνες.
Μπρεχτικότερος του Μπρεχτ
Αυτό το τελευταίο είναι που πρέπει να μας προβληματίσει: Το έργο του
Φο είναι βέβαια μια εξαιρετική ευκαιρία, ένα όπως λέγεται «pièce de
resistance», μια αφορμή για ρεσιτάλ εκ μέρους του ηθοποιού. Είναι ακόμα
μια παράσταση με καθαρό γέλιο, μπόλικους αυτοσχεδιασμούς και πικάντικη
θεματολογία. Είναι επόμενο λοιπόν να αρέσει – και αρέσει πολύ.
Παραμένει όμως μια ακραιφνώς διδακτική παράσταση σχεδιασμού και
διαλεκτικής, μπρεχτικότερη του ίδιου του Μπρεχτ, μια αντι-επιθεώρηση που
οφείλει να ενταχθεί στο πλαίσιο της ανταριασμένης δεκαετίας του 1960
για να γίνει κατανοητή. Αλλιώς παραμένει λαμπρό κι άδειο κέλυφος.
Και έρχομαι στην παράσταση του Θησείου. Που είναι βέβαια από μόνη της
υπέροχη. Και που, χωρίς αμφιβολία, θυμίζει σε όλους πως ο σύγχρονος
ηθοποιός πλάθεται και δημιουργείται εντός της ομάδας, της αδιάλειπτης
ανταλλαγής συναδέλφων και καλλιτεχνικών συντρόφων.
Είναι η ομάδα που λάμπει στο «Θησείον» κάτω από την μπαγκέτα του Θωμά
Μοσχόπουλου, μέσα από τα μέλη της, ακόμα και σε ένα έργο σαν το έργο
του Φο. Γιατί αν θέλετε να μιλήσουμε για θέατρο συνόλου, κοιτάξτε εκτός
από τους ηθοποιούς που επί σκηνής διαπρέπουν, τον τρόπο με τον οποίο
κοιτούν όταν κάθονται παραδίπλα –με τι αφοσίωση, τι συντροφική αγωνία-
τους συναδέλφους τους, την ώρα που εκείνοι παίζουν.
Ενας ρόλος μαθαίνεται από τον χαρισματικό σε μερικούς μήνες. Αυτό το
βλέμμα όμως θέλει χρόνια για να σμιλευθεί: Αννα Καλαϊτζίδου, Αννα Μάσχα,
Κώστας Μπερικόπουλος, Αργύρης Ξάφης, Θάνος Τοκάκης, Γιώργος
Χρυσοστόμου.*
Αυτό που μου έλειψε από την παράσταση δεν είναι η φλέβα του θεάτρου.
Αλλά η πολιτική προέκταση, το αντικληρικό και ανατρεπτικό του στοιχείο
(που κανονικά θα έπρεπε να το μυριστούν και κάποιοι άλλοι…). Και αν
υπήρξαν, ήταν διακριτικά, αφημένα στη δική μας εκ των υστέρων κρίση. Δεν
είναι κατ’ ανάγκην κακό αυτό, είναι όμως ως προς τον στόχο του Φο
αποπροσανατολιστικό.
Γνωρίζω ότι είμαστε όλοι κουρασμένοι από την ανατροπολογία πολλών
καλλιτεχνών, την αρπαχτή μιας κρίσης, που στις μέρες μας έχει γίνει
πουρές στο στόμα του καθενός πια. Δεν φταίει όμως γι” αυτό ο Φο. Με
αυτόν πορευόμαστε πέραν των φαινομένων, στο κέντρο του προβληματισμού.
Δεν υπάρχει άλλος χώρος για την άχαρη θέση της κριτικής σε αυτό το
θεατρικό χάρμα. Εξάλλου, πρέπει να βιαστείτε. Εντός ολίγου δεν θα
βρίσκετε ούτε καρέκλα στο «Θησείον».
10/12/2012
*: η υπογράμμιση με την έντονη - και άλλου χρώματος - γραμματοσειρά, είναι από μένα. Και ο νοών νοείτω...
*: η υπογράμμιση με την έντονη - και άλλου χρώματος - γραμματοσειρά, είναι από μένα. Και ο νοών νοείτω...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου