Τρίτη 31 Ιουλίου 2012

Χλιαρές «Νεφέλες», με το «Εθνικό» στην Επίδαυρο - Του Λέανδρου Πολενάκη (29/07/2012 στην "ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ")

..............................................................

Χλιαρές «Νεφέλες», με το «Εθνικό» στην Επίδαυρο

  
Ημερομηνία δημοσίευσης: 29/07/2012 στην "ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"

Του Λέανδρου Πολενάκη

Είναι πολλά τα προβλήματα που θέτουν οι «Νεφέλες» του Αριστοφάνη (423 π.Χ.). Ο αρχαίος ποιητής επιχειρεί με αυτές να «νουθετήσει» τους συμπολίτες του Αθηναίους, ώστε... να μη δίνουν πίστη στις «νέες ιδέες» και να μην εμπιστεύονται τους φορείς τους, δηλαδή τους σοφιστές: μια ξεχωριστή «κάστα» επαγγελματιών του είδους, οι οποίοι, με αδρότατη αμοιβή, δίδασκαν τα παιδιά των πλούσιων Αθηναίων της εποχής την τέχνη τού «να έχεις πάντα δίκιο» και να επιβάλλεσαι παντί τρόπω στην Εκκλησία του Δήμου.
Αυτό είναι ένα από τα προβλήματα που θέτουν στον σύγχρονο μελετητή οι «Νεφέλες». Να μπορέσουμε δηλαδή να διακρίνουμε σε ποιο βαθμό έχει δίκιο ο Αριστοφάνης, και σε ποιο βαθμό υπερβάλλει. Το άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι η θέση του Σωκράτη ως πρωταγωνιστή σε αυτή την κωμωδία, όπου ο ποιητής τον παρουσιάζει ως αναμφισβήτητο αρχηγό της σοφιστικής σχολής, παρ' ότι όλοι γνωρίζουν ότι δεν ήταν.
Ασφαλώς δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Σωκράτης αποτελούσε το κεντρικότερο πρόσωπο της πνευματικής ζωής της Αθήνας, κάτι που τον έκανε εύκολο στόχο της σάτιρας των κωμικών ποιητών. Αυτό, όμως, δεν μας λύνει το πρόβλημα.
Η κρίσιμη διαφορά μεταξύ του Σωκράτη και των σοφιστών, για τον μέσο Αθηναίο της εποχής, δε βρίσκεται στο τι διδάσκει ο μεν και τι οι δε. Αυτά είναι «ψιλά γράμματα» για τους άξεστους και σχεδόν αγράμματους νεόπλουτους Αθηναίους «αστούς» της εποχής. Δεν έχουν ιδιαίτερους λόγους να εμπιστεύονται τους σοφιστές, αλλά, παρ’ όλα αυτά, τους αναθέτουν, επ’ αμοιβή τη «μόρφωση» των παιδιών τους. Η εξήγηση είναι ότι, επειδή τους πληρώνουν πανάκριβα, θεωρούν, όχι άδικα, ότι μπορούν συγχρόνως, την ίδια στιγμή, και να τους ελέγχουν. Αυτός μας το λέει σκωπτικά και ειρωνικά, στην παράβαση, το ίδιο το έργο: «όποιος κρατά το μαστίγιο, αυτός έχει και το αποκλειστικό δικαίωμα 'δια να ομιλεί'!».
Αυτή η πασίγνωστη σοφιστική ρήση: «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος», ταιριάζει, πάντα, «γάντι» στους αστούς. Η διαφορά με τον Σωκράτη, είναι, όμως, ότι ο τελευταίος διδάσκει τους νέους δωρεάν! Κάτι εντελώς αδιανόητο για τους πλούσιους Αθηναίους, που τον καθιστά ύποπτο στα μάτια τους: και «χαλάει την πιάτσα», και «διαφθείρει τους νέους!».
Όμως ο Αριστοφάνης; Έχουμε συνηθίσει στην ιδέα του «έντιμου» ποιητή, και δεν συνειδητοποιούμε «πόσο πολύ μπορεί να απέχουν η καλλιτεχνική ευαισθησία και η κοινωνική συνείδηση» (K.J. Dover, «Η κωμωδία του Αριστοφάνη»). Ο Αριστοφάνης, εδώ, «δίνει» κανονικά τον Σωκράτη στους εκπρόσωπους της τότε αθηναϊκής πλουτοκρατίας, παρουσιάζοντάς τον όπως εκείνοι θέλουν να τον βλέπουν!
Η παράσταση του «Εθνικού» στην «Επίδαυρο», μπροστά σε ένα πολυπληθές, αυτή τη φορά, κοινό, με σχεδόν γεμάτο το θέατρο, διχάζεται, φοβάμαι, ανάμεσα στην επιθυμία της να διασκεδάσει το κοινό, και στη φιλοδοξία να δικαιώσει (;) τον Σωκράτη, χωρίς να πετυχαίνει ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Η μετάφραση του Κ.Χ. Μύρη κάνει κάποια βήματα προς το δεύτερο, «πνίγεται», όμως, γρήγορα μέσα σε εύκολες επιθεωρησιακές προσθήκες και σε ένθετα πλατωνικά αποσπάσματα, που λειτουργούν ως φιλολογικές, απλώς, παραπομπές. Ανάμεσα σε αυτούς τους δύο αντιθετικούς πόλους χάνεται η παράσταση. Ο Γιάννης Μπέζος δεν αποφασίζει αν θέλει να είναι ένας «θερμός» ή «ψυχρός» Στρεψιάδης, μένει «χλιαρός», και αυτό είναι, ίσως, το χειρότερο. Ο Γιάννης Νταλιάνης «παίζει», σωστά, τον αφηγητή ως «ουδέτερος», τρίτος παρατηρητής. Ο Μάκης Παπαδημητρίου δίνει από την αρχή τον ρόλο του Φειδιππίδη ως «πανκ», και έπρεπε να φτάσουμε στην τελική σκηνή με το μαστίγιο, για να δικαιωθεί. Δεν συμφωνώ ούτε με την «κολωνακιώτικη», α λα -Ιόλα, εκδοχή του Σωκράτη, που αδικεί κατάφωρα τον καλό ηθοποιό Αλέξανδρο Μυλωνά, ούτε και με την αλά-Τσαρούχη, «εικαστική» εκδοχή των μαθητών του (Λαέρτης Μαλικότσης, Μιχ. Οικονόμου, Όμηρος Πουλάκης, Θάνος Τοκάκης). Έτσι, με τέτοια, πιστεύει σοβαρά η σκηνοθεσία ότι «δικαιώνει» τον Σωκράτη; Το δίδυμο «δίκαιου και άδικου λόγου» (Νίκος Ψαρράς, Προμηθέας Αλειφερόπουλος), με αμφότερους «παρακμιακούς», τα πήγε, πάντως, σε γενικές γραμμές, καλά, και, εν μέρει, μας αποζημίωσε.
Το θηλυκό και λυρικό στοιχείο των «Νεφελών» τόνιζε η χορογραφία (Φωκάς Ευαγγελινός). Υστερούσαν όμως οι γυναικείες φωνές, ενώ επικρατούσαν οι ανδρικές (Μουσική διδασκαλία Μελίνας Παιονίδου). Η σκηνογραφία έπνιξε τον χώρο στο αντιαισθητικό «καρτ μπορντ», ενώ τα κοστούμια του χορού, πλην του υπερβολικού κεφαλόδεσμου (Μαστοράκης), δεν ενόχλησαν. Έγκυρες οι μουσικές τού Γασπαράτου, επαγγελματικοί οι φωτισμοί τού Μπιρμπίλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου