Σάββατο 22 Μαρτίου 2014

«Αδοξοι που ’ναι» έγραψε ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ ("Καθημερινή", 21.03.2014)

.......................................................
 

«Αδοξοι που ’ναι»




Παντελής Μπουκάλας έγραψε ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ


 

Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης σήμερα, και ας μνημονεύσουμε κάποιους από τους ποιητές «άδοξοι που ’ναι». Αδοξοι πλην απολύτως απαραίτητοι. Δίχως αυτούς δεν θα συνεχιζόταν χωρίς διακοπές η αέναη σκυταλοδρομία. Η αρχαιοελληνική ποίηση, π.χ., δεν είναι μονάχα η Σαπφώ, ο Αρχίλοχος, ο Σιμωνίδης· οι ξακουστοί. Είναι και οι ελάσσονες. Αν δεν γνωρίζαμε τη φωνή τους, η γνώση μας για την ποίηση θα ήταν λειψή. Ας ευχαριστούμε λοιπόν όσους παλαιούς είχαν την ωραία ιδέα να συγκροτήσουν ανθολογίες («στεφάνους»), σώζοντας ονόματα και ποιήματα. Πολλά από τα οποία περιέχονται στην «Παλατινή» ή «Ελληνική Ανθολογία».
Το ενδέκατο από τα 16 βιβλία της φιλοξενεί και σκωπτικά επιγράμματα. Γιατροί, αστρολόγοι, αθλητές, ηθοποιοί, ψώνια της λογοτεχνίας, μανιακοί του φτιασιδώματος, μουσικοί, γραμματικοί, οινόφλυγες, κόλακες δέχονται τα βέλη των σατιριστών, βαφτισμένα σε χολή. Τον 1ο αι. μ.Χ. ο Aντίφιλος ο Bυζάντιος χλευάζει το μπότοξ του καιρού του. Μεταφράζω: «Kι αν τα ράκη τις ρυτίδες του προσώπου σου τεντώνεις, / σκιές στα μάτια σου κι αν βάζεις τα αβλέφαρα, / κι αν μαύρα τα μαλλιά σου τ’ άσπρα μπογιατίζεις, / κι αν στους κροτάφους σου σγουρές κρεμάς πλεξούδες κοκκινόφλογες, / γελοία όλα τους και μάταια. Kι ό,τι κι αν κάμεις άλλο». Ο συγκαιρινός του Λεωνίδας ο Αλεξανδρεύς στοχεύει τους αταίριαστους γάμους, σαν του Μπερλουσκόνι ας πούμε: «Nέος σαν ήταν ο Φιλίνος παντρεύτηκε γριά. Kι όταν εγέρασε, / πήρε μια δωδεκάχρονη. Δεν συγχρονίστηκε ποτέ του με τον έρωτα. / Σε τόπο στείρο σπέρνοντας, δεν γέννησε παιδιά. Ξαναπαντρεύτηκε, / αλλά τη χαίρονται άλλοι. Kι αυτός στερείται και τις δυο χαρές».

Ο Λουκίλλιος πάλι, επίσης του 1ου αι. μ.Χ., ζωγραφίζει μπροστά μας ένα λεβέντη σαν τον Κουταλιανό του λαϊκού τραγουδιού: «Πυγμάχος ο Kλεόμβροτος. Ωσπου αποσύρθηκε. Παντρεύτηκε / και πια στο ίδιο του το σπίτι δέχεται και των Iσθμίων / τα πλήγματα και των Nεμέων. Xέρι βαρύ η γριά του, / τον κοπανάει θαρρείς και βρίσκεται στην Oλυμπία. / Tη βλέπει και τρομάζει όσο ποτέ δεν τρόμαξε στα στάδια. / Πάει ν’ ανασάνει, του ρίχνει όσες έφαγε σε όλους τους αγώνες / για να τελειώνει τις δουλειές του, Τελειώνει; Πάλι τον καταχερίζει». Σε άλλο του επίγραμμα, ο Λουκίλλιος σκώπτει τον αστρολόγο που δεν μαντεύει σωστά και τον γιατρό που θανατώνει αντί να θεραπεύει: «“Eννιά μήνες μονάχα σού απομένουν” είπε στον Eρμογένη / τον γιατρό ο αστρολόγος Διόφαντος. Γέλασε εκείνος / κι αποκρίθηκε: “Tι γράφει ο Kρόνος στο εννιάμηνο / εσύ το ξέρεις· πάντως εγώ γρήγορα πράματα σου επιφυλάσσω”. / Tελειώνοντας, το χέρι του απλώνει, μόλις τον αγγίζει. Σφαδάζει / ξεψυχάει ο Διόφαντος, αυτός που άλλον ήθελε να απελπίσει».

Κι ένα του σπουδαίου Παλλαδά, του 4ου αι. μ.Χ., αφιερωμένο «εις ποιητήν κυβεύοντα», ζαράκια: «Oλων των ποιητών θεά η Καλλιόπη. / Mόνο η δική σου ονομάζεται Tαβλιόπη». Τα ’χει λοιπόν τα χρονάκια του το εθνικόν μας τάβλι. Συνεχίζουμε αύριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου