.......................................................
Πέθανε ο Ναγκίσα Όσιμα*
Πέθανε ο Ναγκίσα Όσιμα*
Αποσπάσματα της "αγόρευσής" του στη δίκη κατά της δημοσίευσης του σεναρίου της Αυτοκρατορίας των Αισθήσεων"- κι ένα κείμενο του Βασίλη Ραφαηλίδη | ||||||||||||||
Ο δημιουργός της ταινίας "η Αυτοκρατορία των Αισθήσεων", ο Ιάπωνας Ναγκίσα Όσιμα, άφησε την τελευταία του πνοή σήμερα,
σε ηλικία 80 ετών από πνευμονία. Ο Όσιμα γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου του
1932. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες αλλά ασχολήθηκε με τον κινηματογράφο.
Την υπογραφή του φέρουν μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του
παγκόσμιου κινηματογράφου, όπως η ταινία " Καλά Χριστούγεννα κύριε
Λώρενς", το " Αγόρι", " Ο δαίμονας του μεσημεριού", η "παγίδα". Η ταινία
"Η Αυτοκρατορία των Αισθήσεων" προκάλεσε τα ήθη της εποχής, με
αποτέλεσμα να απαγορευθεί η προβολή της σε πολλές χώρες ή να προβληθεί
αργότερα στον δυτικό κόσμο.
Αποσπάσματα της "αγόρευσής" του στη δίκη κατά της δημοσίευσης του σεναρίου της Αυτοκρατορίας των Αισθήσεων" Η υπόθεση Σάντα Άμπε, πάνω στην οποία βασίστηκε το σενάριο της ταινίας «Αυτοκρατορία των αισθήσεων», διαδραματίστηκε το 1936. Πιο συγκεκριμένα, άρχισε στις 18 Μάιου 1936 κι έκλεισε στις 21 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, με την καταδίκη της Σάντα Άμπε σε 6 χρόνια φυλάκιση. Αν διαβάσουμε, όμως τα πρακτικά της προανάκρισης, στην ερώτηση: «Τι έχετε να πείτε για όλα αυτά;», η Σάντα Άμπε απαντά: «Ποτέ ως τώρα δεν έκανα μ’ άλλον άντρα ό,τι έκανα με τον Κίτσι. Ποτέ μέχρι τώρα δεν έτυχε να έχω σχέσεις μ’ άλλους άντρες και να χάνω τον κόσμο… Συχνά διασκέδαζα με άντρες, χωρίς να τους πάρω χρήματα, όταν πίστευα ότι τους αγαπούσα, αλλά χωρίς να φτάσω σ’ αυτό το σημείο, να χάνω τον κόσμο… Κι ανάλογα με τις περιστάσεις χωρίζαμε απλά. […] Μέχρι τώρα, ήταν η λογική που κυριαρχούσε. Μου ‘τυχε συχνά να εκπλαγώ με ορισμένους άντρες, όμως μόνο για τον Κίτσι μπορώ να πω ότι δεν έχω τίποτα να του προσάψω. […] Για μια γυναίκα, είναι τελείως φυσικό ν’ αγαπά ό,τι ιδιαίτερο έχει ο αγαπημένος της. Βέβαια, αν η κοινωνία μάθει αυτό που μου συνέβη, θα γελάσει. Όμως τυχαίνει συχνά μια γυναίκα να δείχνει ότι αγαπά τελείως, μέχρι τρέλας, ότι ιδιαίτερο έχει ο αγαπημένος της, ακόμα και τα γούστα του. Για παράδειγμα, αν και πρόκειται για ένα πρόχειρο κι εύκολο παράδειγμα: τυχαίνει συχνά, μια γυναίκα να βρίσκει περίφημο το τσάι που άφησε σαν κατακάθι στο φλιτζάνι ο άντρας της, ή να βρίσκει νόστιμα τα’ αποφάγια του. Όταν ένας άντρας «αγοράζει» μια γκέισα, είναι γιατί, σε τελική ανάλυση, θέλει να την έχει αποκλειστικά αυτός, μόνος του. Πιστεύω ότι υπάρχουν σίγουρα γυναίκες που σκέφτονται ή σκέφτηκαν κάποτε να κάνουν ό,τι έκανα εγώ, ακριβώς επειδή είναι πολύ ερωτευμένες όπως επίσης, ότι υπάρχουν κι άλλες που, σκεφτόμενες πως δε ζει κανείς μόνο με αγάπη, δίνουν σημασία μόνο στην υλική πλευρά. Όπως και να ‘χει, αυτό που μοιραία οδηγήθηκα από έρωτα να κάνω, και που μας οδήγησε εδώ που μας οδήγησε, δεν μπορεί ν’ αναχθεί μονάχα στην ερωτομανία» Τα λόγια αυτά της Σαντα Άμπε δείχνουν καθαρά πόσο ήταν πιστή, ειλικρινής και εντάξει με τους σεξουαλικούς πόθους της. Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η ίδια ορίζει τις σχέσεις της με τον Κίτσι με τη λέξη «έρωτας». Για τη Σάντα Άμπε οι σχέσεις που είχε με τον Κίτσι, δεν ήταν μονάχα σχέσεις για την ικανοποίηση των δικών της σεξουαλικών πόθων, αλλά ήταν αδιάσειστο και χωρίς αμφιβολία σχέσεις ερωτικές, η υπόθεση Σάντα Άμπε ήταν μια υπόθεση έρωτα. Όμως οι δημοσιογράφοι της εποχής μίλησαν λες και επρόκειτο για μια υπόθεση λαγνείας και φόνου, κι εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, σε κανένα βιβλίο που μιλά για την ιστορία του έρωτα στη σύγχρονη Ιαπωνία, δεν αναφέρεται η υπόθεση Σάντα Άμπε. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται η μεγάλη απόδειξη του πόσο έχει παραμορφωθεί η ιδέα του έρωτα στη σύγχρονη Ιαπωνία. Η ιδέα αυτή βασίζεται στη λαθραία εισαγωγή της χριστιανικής αντίληψης για τη σεξουαλικότητα (λαθραία, μια και ήταν ο «λαθραίος» λαχνός της δυτικοποίησης της Ιαπωνίας) και, κυρίως, της αντίληψης που έχει ο πουριτανός για τη σεξουαλικότητα. Ο έρωτας, λοιπόν, στη σύγχρονη Ιαπωνία στηρίζεται στην άρνηση του σεξουαλικού πόθου. Γιατί όμως, μια τέτοια παραμορφωμένη αντίληψη για τον έρωτα μπόρεσε να ριζώσει; Όπως μπορούμε να δούμε στα καθαρώς ιαπωνικά μεγάλα έργα της κλασικής λογοτεχνίας, το ιαπωνικό έθνος είχε πάντα μια ευνοϊκή κι ελεύθερη αντίληψη για τη σεξουαλικότητα. Η σεξουαλικότητα σήμαινε έρωτα, σήμαινε ομορφιά. Με την εισαγωγή, όμως αυτών των ξένων πολιτιστικών συστημάτων, όπως ήταν ο βουδισμός και ο κομφουκιανισμός, που είχαν μια καταπιεστική αντίληψη για τη σεξουαλικότητα, με την καταπίεση της γυναίκας απ’ τον άντρα στο οικογενειακό πλαίσιο (χαρακτηριστική των σαμουράι, που έγιναν κυρίαρχη τάξη στις αρχές της αυτοκρατορίας του Έντο) παγιώθηκε στην κυρίαρχη τάξη η ηθική αισχύνη. Η νέα κυβέρνηση που βγήκε μετά την αποκατάσταση του Μεΐτζι, γύρω στο 1887, κατέπνιξε αυτά τα ελεύθερα ήθη του λαού. […] Η σεξουαλική ηθική του χριστιανισμού, που δεν επιτρέπει τη σεξουαλική πράξη, παρά μόνο εφόσον ο άντρας και η γυναίκα (που έχουν ορκιστεί μπροστά στο Θεό, «τον ένα και μοναδικό θεό») έχουν για σκοπό την τεκνοποίηση, ήταν μια ηθική που ταίριαζε ιδιαίτερα με το ιαπωνικό κράτος της δυναστείας του Μεΐτζι. Το κράτος αυτό έκανε τα πάντα για να ενισχύσει πολιτικά το έθνος, στ’ όνομα μιας εθνικής στρατιωτικής κινητοποίησης, που γινόταν υπό την αιγίδα του Αυτοκράτορα, «του ενός και μοναδικού θεού». Έτσι, βλέπουμε την Ιαπωνία της δυναστείας του Μεΐτζι να υιοθετεί την παράδοξη έννοια ενός έρωτα που βασίζεται στην άρνηση της σεξουαλικότητας. […] Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η δόξα της Σάντα Άμπε. Η Σέκι κι ο Τογιότζι, οι ήρωες της ταινίας Η αυτοκρατορία του πάθους, που γύρισα μετά την Αυτοκρατορία των αισθήσεων, είναι οι επιζώντες αυτού του λαού της επαρχιακής Ιαπωνίας που κράτησε την παράδοση μιας πλούσιας και γεμάτης ζωή σεξουαλικής κουλτούρας. Πέθαναν το 1896 (29ο έτος της δυναστείας του Μεΐτζι), αφού έφτασαν ως α άκρα τον έρωτα και τη σεξουαλικότητά τους. 40 χρόνια αργότερα, η Σάντα Άμπε, απρόσβλητη από τη σεξουαλική ηθική του ιαπωνικού κράτους του Μεΐτζι, φτάνει και αυτή στα άκρα κι ολοκληρώνει το δικό της έρωτα. Η Σάντα και ο Κρίτσι, ο εραστής της, είναι οι επιζώντες του πολιτισμού των βιοτεχνών και εμπόρων της εποχής του Έντο, που διέπλασαν μια κουλτούρα όλο ζωή, όχι μόνο στις ιδέες τους, αλλά ως και στα παιχνίδια τους, στο ντύσιμό τους, στον τρόπο ζωής τους, στον τρόπο που έδειχναν τη σεξουαλικότητά τους. [...] Κύριοι δημοσιογράφοι με το κενό πνεύμα σας μπορείτε να φωνάζετε ότι επρόκειτο για «λαγνεία», για «ασέλγεια». Μπορείτε να χαρακτηρίσετε τη Σάντρα «διεφθαρμένη» ή «ακόλαστη» - όπως θέλετε. Τότε, όμως, οι άνθρωποι του λαού ήξεραν ότι η υπόθεση της Σάντρα Άμπε είχε να κάνει με τον έρωτα όχι τον έρωτα όπως τον εννοεί η παραμορφωμένη αντίληψη της σύγχρονης Ιαπωνίας, μα εκείνον τον έρωτα που δονεί την πρωτόγονη ψυχή των Γιαπωνέζων, που διέσχισαν όλη την ιστορία της Ιαπωνίας μέχρι τη σύγχρονη εποχή, από κείνα τα παλιά, απομακρυσμένα χωριά, όταν η σεξουαλικότητα σήμαινε έρωτα, σήμαινε ομορφιά. Έκανα την ταινία μου Η αυτοκρατορία των αισθήσεων ενάντια στην εικόνα της Σάντα Άμπε όπως την είχε διαμορφώσει η εξουσία. Σήμερα, η Σάντρα ξαναβρήκε το πραγματικό πρόσωπό της σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Η ιαπωνική εξουσία ας κατάσχει το βιβλίο μου. Η αυτοκρατορία των αισθήσεων η ταινία μου, που βγήκε στους κινηματογράφους της Ιαπωνίας ας έπαθε ότι έπαθε από τη λογοκρισία, όμως η εξουσία δε θα μπορέσει να καταστρέψει τη δική μου εικόνα για τη Σάντα Άμπε. Κανείς δεν πιστεύει πια στην παλιά εικόνα που είχε προπολεμικά διαπλάσει το ιαπωνικό κράτος. Η παρτίδα παίχτηκε, ο αγώνας τελείωσε κέρδισα. Η δημιουργική μου φαντασία κι η φαντασία του λαού που τη στήριξε, κέρδισαν. […] Χωρίς την αναγνώριση της απόλυτης ελευθερίας του άλλου, δεν υπάρχει έρωτας. Ακόμα και σ’ αυτά τα πλαίσια της σεξουαλικότητας, ο άνθρωπος οφείλει να ξεκινήσει από τούτη την ιδέα: όλα επιτρέπονται. Ο έρωτας αρχίζει απ’ τη στιγμή που αναγνωρίζουμε αυτό το πράγμα – ένας έρωτας που, αναπόφευκτα, αναγκαστικά, συνδέεται με τη σεξουαλικότητα. Ο έρωτας αρχίζει απ’ τη στιγμή που αναγνωρίζουμε ότι μπορούμε να φτάσουμε ελεύθερα, ολοκληρωτικά ως τα άκρα των σεξουαλικών μας πόθων. Ο έρωτας παίρνει υπόσταση απ’ τη στιγμή που αναγνωρίζουμε την πρόθεση του άλλου να φτάσει ελεύθερα, ολοκληρωτικά ως τα άκρα των σεξουαλικών του πόθων. Ένας τέτοιος έρωτας δεν μπορεί να γεννηθεί παρά μόνο στα όντα εκείνα, που πιστεύουν ότι ο άνθρωπος είναι εκ γενετής τελείως ελεύθερος, κι ότι όλα (συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικότητας) του επιτρέπονται. Μόνο τα όντα εκείνα που γνωρίζουν αυτή τη μεγάλη χαρά κι αυτή τη μεγάλη θλίψη του να νιώσουν τούτη την ελευθερία, μπορούν ν’ αγαπηθούν. Χρησιμοποιώ τη λέξη «θλίψη», γιατί η συνείδηση ότι ο άνθρωπος είναι τελείως ελεύθερος κι ότι όλα του επιτρέπονται, είναι κάτι το εξαιρετικά τρομακτικό. Κι ύστερα, είναι ανεξάλειπτα γραμμένο στη μοίρα: ο άνθρωπος θα πεθάνει! Ακόμα και για δυο ανθρώπους που αγαπιούνται, δεν υπάρχει τίποτα πιο βέβαιο απ’ το θάνατο. ‘Όμως μπορούμε να πούμε ότι ακριβώς τα άτομα που γνωρίζουν τούτη τη θλίψη, είναι αυτά που μπορούν και να γνωρίσουν τη χαρά του να ζήσουν ελεύθερα και διαφορετικά, τη χαρά του ν’ αγαπήσουν. Η Σάντα κι ο Κίτσι γεύτηκαν τη χαρά τού να νοιώσουν κι οι δυο τους τελείως απελευθερωμένοι ο Κίτσι, μάλιστα, έφτασε μέχρι του σημείου ν’ αποδεχτεί και το θάνατο. Και μόνο η ύπαρξη των δυο αυτών ατόμων ήταν κάτι το φοβερό για την τότε κρατική εξουσία. Σε μια εποχή όπου οι Ιάπωνες κινητοποιούνταν για να πεθάνουν στο πεδίο της μάχης, υπήρχε ένας άντρας που πέθανε με χαρά, και για να ικανοποιήσει τον έρωτα και τη σεξουαλικότητα μιας γυναίκας. Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου περίεργο ότι ο πρόεδρος του δικαστηρίου που συνέταξε το σκεπτικό της απόφασης, τον βρήκε ότι ήταν «ελευθεριάζον», τον έβρισε, τον δυσφήμησε μέχρι εκεί που δεν πήγαινε άλλο. «Ελευθεριάζον υποκείμενο» - και γιατί αυτό να ‘ναι κακό; Στην Αυτοκρατορία των αισθήσεων υπάρχει μια σκηνή (το παραδέχομαι: είναι λίγο σχηματική), όπου βλέπουμε τον Κίτσι να οδεύει προς το θάνατό του αντίθετα με την πορεία μιας ομάδας στρατιωτών. Η σκηνή αυτή επέχει θέση μιας αποχαιρετιστήριας ανθοδέσμης μου σ’ έναν άντρα που είμαι πεπεισμένος γι’ αυτό που λέω, αποτελεί πρότυπο του Ιάπωνα… Πηγή: Nagisa Oshima, έκδοση του 35ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, 1994 Κι ένα κείμενο του Βασίλη Ραφαηλίδη «Θα πρέπει να πούμε κατ’ αρχήν πριν προχωρήσουμε, πως τούτη η ταινία θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστεί σαν «πορνό» αφού οι δυο ήρωες κάνουν ακατάπαυστα έρωτα, και μάλιστα «σκληρό πορνό», αφού η κάμερα του Όσιμα παίρνοντας τη θέση της αδιάφορης αμέτοχης και «ασυγκίνητης» φύσης καταγράφει τα πάντα χωρίς αιδώ. Όμως, τούτη ακριβώς η μη συμμετοχή της κάμερα στα τεκταινόμενα διαφοροποιεί κατ’ αρχήν την Αυτοκρατορία των αισθήσεων από το πορνό με την τρέχουσα έννοια, στο οποίο ο φακός παίρνει σταθερά τη θέση του ματιού ενός ευκίνητου και επιδέξιου ηδονοβλεψία που αδιαφορεί για τα πάντα εκτός από το «θέαμα». Άλλωστε, αν αντικαταστήσουμε τον λανθασμένο όρο «πορνό» με τον σωστότερο «ερωτική ταινία», το φιλμ του Όσιμα δεν είναι καν μια ερωτική ταινία, αλλά ένα δοκίμιο πάνω στον ερωτισμό, πάνω στην αδιαφορία της φύσης για κάθε είδους για κάθε είδους εννοιολογικούς διαχωρισμούς και λογικολεκτικές τακτοποιήσεις. Ο έρωτας στην πιο απλή και στοιχειώδη του έκφανση που είναι το σεξ, είναι ένα απλό φυσικό και βιολογικό γεγονός, όπως ακριβώς η γέννηση και ο θάνατος που κι’ αυτά, όπως και το σεξ, ηθικοποιήθηκαν σύμφωνα με την ορολογία του Ράιχ, ώστε να ελέγχεται η ύπαρξή μας απ’ τους κρατούντες σ’ ολόκληρη την πορεία της, απ’ το πέρασμα απ’ την ανυπαρξία στην ύπαρξη (γέννηση) μέχρι το πέρασμα απ’ την ύπαρξη στην ανυπαρξία (θάνατος). Το μεταξύ των δύο ορίων διάστημα ονομάζεται ζωή, και τούτη τη ζωή οι κρατούντες μας απαγορεύουν να τη ζήσουμε με πληρότητα, δίνοντάς μας για ανταμοιβή μια άλλη φανταστική, όπου όλα τα ένστικτα που συντηρούν ή καταστρέφουν τη ζωή χάνουν βέβαια το νόημά τους Το γεγονός πως η ιστορία που αφηγείται ο Όσιμα είναι πραγματική – συνέβη το 1936, σε περίοδο πλήρους άνθισης του ιαπωνικού μιλιταρισμού – δηλώνει, κατ’ αρχήν, πως η σεξουαλικότητα είναι επιπλέον μια κατάσταση «ιστορική», δηλαδή κάθε άλλο παρά μεταφυσική ή έστω απλά αφηρημένη και απροσδιόριστη (καταφεύγουμε και πάλι στο Ράιχ). Και σαν τέτοια υπηρετεί κάποια συμφέροντα. Στην περίπτωση τής πλήρους και ανήθικης λειτουργίας του σεξουαλικού ενστίκτου, τα συμφέροντα που αυτό υπηρετεί είναι καθαρά και απόλυτα εγωιστικά: Το ένστικτο βρίσκετε στην υπηρεσία του ατόμου και μόνο. Όμως όταν αυτά τα συμφέροντα συμπέσουν με τα γενικά, το σεξ αυτόματα κοινωνικοποιείται και πολιτικοποιείται. (πρόκειται γι’ αυτό που ονομάστηκε «σεξ – πολ», και που ο σιτουασινισμός το κληρονόμησε απ’ τους πολιτικοποιημένους επιγόνους του Φρόυντ, κυρίως τον Μαρκούζε και τον Ράιχ. Στην περίπτωση της ταινίας, το σεξ πετάει στο περιθώριο της ιστορίας της μιλιταριστικής Ιαπωνίας τους δυο ήρωες, κι αυτή η «φυσική» άρνηση συμμετοχής σε μια ιστορία που αρνείται τη ζωή είναι μια πράξη ασυνείδητα πολιτική. Γι’ αυτό ακριβώς ο ευνουχισμός του ήρωα της ταινίας απ’ την ερωμένη του γίνεται με ενθουσιασμό δεκτή απ’ την ιαπωνική κοινή γνώμη. Όμως, τούτος ο από αγάπη ευνουχισμός δεν είναι μια πράξη διαστροφής αλλά η φυσική ζεύξη του έρωτα με το θάνατο, ή καλύτερα μια τελετουργία του έρωτα, που κάθε φορά καταλήγει στο πρόσκαιρο χάσιμο της συνείδησης μέσα απ’ τον οργασμό, που είναι ένα είδος «άσκησης θανάτου». Αυτό ακριβώς είναι και το θέμα της ταινίας. Γίνεται φανερό απ’ τα παραπάνω πως ο κατ’ εξοχήν «ευρωπαίος» Ιάπωνας σκηνοθέτης Ναγκίζα Όσιμα στέκεται δίπλα στις απόψεις του Ζωρζ Μπατάιγ. (Η παραπομπή στην Ιστορία του ματιού είναι ολοφάνερη στη σκηνή του αυγού). Άλλωστε, η προβληματική της ταινίας στο σύνολό της βρίσκεται πολύ πιο κοντά στη «φυσική» κατάργηση των ορίων ανάμεσα στον έρωτα και το θάνατο όπως την αντιλαμβάνεται ο Μπατάιγ κι όχι ο Φρόιντ ή ο Σαντ». Βασίλης Ραφαηλίδης, Βήμα, 23 Δεκεμβρίου 1980 (Λεξικό ταινιών τόμος lll, εκδόσεις Αιγόκερος, Αθήνα 1982) Πηγή: koinotopia.gr |
Δες εδώ ένα πολύ καλό αφιέρωμα στον Όσιμα:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου