Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Δημήτρης Ήμελλος: «Δεν έχουμε μάθει να ζούμε» συνέντευξη στον Αχιλλέα Πατσούκα, (www.protagon.gr, 7/7/2014)

.............................................................

Δημήτρης Ήμελλος: «Δεν έχουμε μάθει να ζούμε»



 

συνέντευξη στον Αχιλλέα Πατσούκα, (www.protagon.gr, 7/7/2014)


Ήταν Δεκέμβριος του 2013 όταν στο περιθώριο μιας συνέντευξης με την Ιώ Βουλγαράκη στη Μόσχα, πάλι για το Protagon, της είχα εκφράσει το θαυμασμό μου για τον Δημήτρη Ήμελλο. Με χαρά είδα πως στους «Ληστές» που ανεβαίνουν αυτή τη βδομάδα στην Αθήνα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, πρωταγωνιστεί ο Δημήτρης Ήμελλος. Σε μια πολύ όμορφη βραδιά στην εκπληκτική βεράντα της Ιώς στην Καλλιδρομίου, η οποία φιλοξένησε αλλά και έβαλε τις δικές της πινελιές στη συνέντευξη, είχα τη χαρά να μιλήσω με τον Δημήτρη Ήμελλο για τους «Ληστές», για το προσωπικό του ταξίδι από τη Νάξο μέχρι τη Μόσχα, την καθοριστική του συνάντηση με τον Λιβαθινό, τη συνεργασία του με τον Βογιατζή και το ταξίδι του στη Ρωσία που του άλλαξε τη ζωή. Με ενδιαφέρον επίσης άκουσα από τον Δημήτρη την πιο ξεχωριστή ίσως άποψη για την κρίση στην Ελλάδα, αλλά και ποια απ' όλες τις εικόνες της ζωής του είναι ακόμα χαραγμένη μέσα του. 
Σε ανύποπτο χρόνο είχα αναφέρει στην Ιώ στη Μόσχα και παλαιότερα στη Νικαίτη Κοντούρη, πως αν δεν ήξερα τι δουλειά κάνεις, βλέποντας  το πρόσωπό σου θα έλεγα κατευθείαν πως είσαι ηθοποιός.
Συνήθως μου λένε πως μοιάζω ή με νταλικιέρη ή με ποδοσφαιριστή (γέλια).
Ιώ Βουλγαράκη. Αν τον κοιτάξεις απ' τη γάμπα και κάτω μοιάζει με ποδοσφαιριστή.
Ποδοσφαιριστής ίσως οικονομικά θα ήταν καλύτερα, απ' ό,τι ηθοποιός.
Ναι, αλλά με μικρότερη ημερομηνία λήξης.
Kαταγωγή από τη Νάξο, σωστά;
Ναι και οι δυο μου γονείς από εκεί και όλη μου την παιδική ηλικία την πέρασα στη Νάξο, αλλά μεγάλωσα στην Κυψέλη και τα τελευταία χρόνια ζω στο Παγκράτι.
Το προσωπικό σου ταξίδι, τα έχει όλα. Νησί, Κυψέλη μια ζωντανή γειτονιά της Αθήνας, σωστά;
Φυσικά,γειτονιά. Εγώ έζησα στην Κυψέλη πριν πάνε τα δικαστήρια στη Σχολή Ευελπίδων. Τα μεσημέρια ακούγαμε τις βολές από τη σκοποβολή, οι δρόμοι είχαν χώμα. Εντελώς γειτονιά.
Νάξος, Κυψέλη, στη συνέχεια Μόσχα. Ξεχνάω κάτι;
Νομική Αθήνας μέχρι το τέταρτο έτος που τη σκαπουλάρισα για τη Μόσχα, οικοτροφείο στη Σχολή Αναβρύτων από τα 12 μέχρι τα 15, αν και εξαιτίας του γεγονότος πως η οικογένεια μου είναι πολύτεκνη, μπορώ να πω, ότι ουσιαστικά γεννήθηκα σε οικοτροφείο.
Οι διαφορετικοί αυτοί σταθμοί της ζωής νομίζεις πως σου έδωσαν ως ηθοποιό ξεχωριστά εφόδια;
Απόλυτα! Δεν σε κάνουν διαφορετικό. Είναι ένας τρόπος να διατηρήσεις μια ηλικία «που όλα είναι μπροστά». Όπως είσαι στα πέντε σου, που έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου. Όταν έβλεπα πως δεν υπάρχει το μπροστά έφευγα. Όταν λείπει αυτό και αντιλαμβάνομαι πως δεν προχωράω με σιχαίνομαι. Έχω παρατήσει πάρα πολλά πράγματα μέχρι σήμερα, εκτός από τη ζωή μου. Ανέβηκα στη σκηνή στα 30. Από το σχολείο έπαιζα θέατρο, αλλά δεν ήταν αυτό που με γέμιζε, γιατί όπως σου είπα βαριέμαι πολύ εύκολα. Έπληττα αφόρητα και ένιωθα πως θα περάσουν ένα, δύο χρόνια και θα βαρεθώ και το θέατρο.  Όλα αυτά πριν γνωρίσω του Ρώσους.
Οι Ρώσοι βοήθησαν να μην βαρεθείς οριστικά και το θέατρο;
Για την ακρίβεια ο Στάθης Λιβαθινός. Πρώτος μου δάσκαλος στην κατεύθυνση αυτή. Προέρχομαι από συντηρητική οικογένεια, είχα στρωμένη δουλειά, γραφείο, συμβολαιογράφος ο πατέρας μου και εγώ ήμουν στη Νομική. Ήταν όλα προδιαγεγραμμένα.
Το κλικ πως έγινε;
Το έβλεπα ως χόμπι. Έλεγα πως θα κάνω μια, ως δυο παραστάσεις. Μέχρι εκεί. Περίπου στα 24 πήγα σε μια παράσταση στο Απλό Θέατρο του Αντύπα: «Τα άσπρα άλογα του Ρόσμερσχολμ» στο οποίο έπαιζε ο Στάθης Λιβαθινός. Δεν τον ήξερα τον Στάθη. Αλλά σε μια παράσταση που έπαιζαν και άλλοι ηθοποιοί, όπως η Ρούλα Πατεράκη, παρατηρούσα έναν ηθοποιό (Στάθης Λιβαθινός) ο οποίος χρησιμοποιούσε άλλα μέσα. «Αυτός ο άνθρωπος παρουσιάζει κάτι διαφορετικό». Παρατηρώντας τον να παίζει, επιμένω χωρίς να πω «αμάν τι ηθοποιός!», διέκρινα μια άλλη γλώσσα, ένα άλλο είδος λειτουργίας του ανθρώπου πάνω στη σκηνή και παραξενεύτηκα. Ύστερα από λίγο καιρό διάβασα κατά σύμπτωση πως κάνει ένα σεμινάριο, το 1991, σε ένα ξενοδοχείο της Αθήνας με τους δασκάλους του και μετέπειτα δικούς μου από τη Ρωσία, το Νικολάι Κάρποβ και την Ιρίνα Πρόμπτοβα. Μόλις το έμαθα σκέφτηκα να τον γνωρίσω από κοντά. Πράγματι πήγα στο σεμινάριο το οποίο κράτησε 20 μέρες. Αυτό ήταν. Διέκοψα την αναβολή, πήγα στρατό και ύστερα από λίγο καιρό ταξίδεψα στη Ρωσία. Πέμπτο έτος Νομικής, όλα αυτά. Ο πατέρας μου πήγε να αυτοκτονήσει.
Ποια χρονιά όλα αυτά;
Το 1996. Επί Γέλτσιν. Ξυπνούσα με αντιαεροπορικά κάθε βράδυ. Αν ήξερα πού πήγα, δεν θα πήγαινα. Η Ρωσία λοιπόν ήταν ο πραγματικός λόγος που ασχολήθηκα με το θέατρο, γιατί με έκανε να πιστεύω πως αυτό δεν είναι κάτι που τελειώνει.
Μετάνιωσες που επέστρεψες στην Ελλάδα;
Θυμάμαι μέχρι τώρα το ταξίδι της επιστροφής, όταν πετούσε το αεροπλάνο πάνω από τη Χαλκιδική και είδα το Αιγαίο, είπα: «τι ωραία χώρα, αλλά τι δουλειά έχω εγώ εδώ».  Μου ήλθε να μπω στο πρώτο αεροπλάνο και να επιστρέψω. Να φανταστείς έκανε οντισιόν ο Λευτέρης Βογιατζής στο Εθνικό Θέατρο και δεν ήθελα να πάω. Γι' αυτό στην αρχή πρώτα δίδαξα και στη συνέχεια έπαιξα. Για να απαντήσω στην ερώτησή σου, υπήρξα τυχερός καθώς ουσιαστικά μέχρι σήμερα οι περισσότερες δουλειές μου ήταν και είναι με τον Λευτέρη Βογιατζή και τον Στάθη Λιβαθινό.
Δεν θα σε ρωτήσω αν η Ιώ είναι η καλύτερη σκηνοθέτης που έχεις συνεργαστεί, αλλά αν διακρίνεις σε αυτή, διαφορετικά στοιχεία;
Υπάρχει σχολή, υπάρχει γλώσσα, υπάρχει εργαλείο. Είναι εντελώς διαφορετικά. Ο Στάθης επίσης έρχεται από την ίδια σχολή. Οι διαφορές στην πραγματικότητα στη Ρωσία είναι πως υπάρχουν τόσες διαφορετικές σχολές όσοι είναι και οι σκηνοθέτες. Απλά υπάρχει μια ενιαία σχολή η οποία τους κάνει να συνδιαλέγονται, φτιάχνοντας ο καθένας τη δική του διάλεκτο, αλλά πάνω στην ίδια γλώσσα. Στην Ελλάδα απουσιάζει το εργαλείο στη σκηνοθεσία. Δεν υπάρχει. Αυτή τη στιγμή με εργαλεία είναι ο Στάθης και η Ιώ που είναι καινούργια και τώρα «έρχεται». Εγώ μιλάω υποκειμενικά επειδή γνωρίζω τη ρωσική σχολή. Αν έλθει κάποιος και μου πει: «δεν έχεις πάει Γερμανία», θα το σεβαστώ, αλλά νομίζω πως η διαφορά είναι όσο η μέρα με τη νύχτα. Ο Βογιατζής για παράδειγμα που προέρχονταν από τη σχολή του Ράινχαρτ ήταν μια περίπτωση άλλη. Τα εργαλεία που εγώ πήρα από τη σχολή με βοήθησαν να μεταφράζω τον Λευτέρη, ο οποίος είχε ένα απίστευτο ένστικτο. Λειτουργούσε στανισλαφσκικά, αλλά δεν μίλαγε καθόλου πάνω σε αυτό. Επειδή εγώ όμως διέθετα τα εργαλεία μπορούσα να καταλαβαίνω τι ζητάει, ψάχνοντας τον δικό μου δρόμο για να τον προσεγγίσω. Γι' αυτό και δεν είχα πρόβλημα επικοινωνίας με τον Λευτέρη, ενώ άλλοι ηθοποιοί το είχαν. Επειδή δεν διέθεταν τα εργαλεία, πήγαιναν κατευθείαν στο αποτέλεσμα και έτσι δεν μπορούσαν να βρουν τη διαδρομή. Ενώ ο Λευτέρης ζητούσε από τον ηθοποιό να βρει τη διαδρομή. Και το μαρτύριό του ήταν πως δεν μπορούσε να τους το διδάξει. Το έλεγε άλλωστε.
Είναι η δεύτερη φορά που σε σκηνοθετεί γυναίκα;
Η δεύτερη. Η πρώτη ήταν με τη Λίλλυ Μελεμέ.
Ισχύει και στο θέατρο πως οι γυναίκες με εξουσία είναι πιο σκληρές από τους άντρες;
Το σκληρός έχει να κάνει με το τι ξέρει να κάνει. Δεν πιστεύω σε αυτό το πράγμα. Όταν καταφεύγεις στον αυταρχισμό συνήθως δεν διαθέτεις εργαλεία. Ο Λευτέρης για παράδειγμα, ήταν πολύ σκληρός. Αλλά ήταν επειδή ένιωθε και ο ίδιος πως δεν έχει τον τρόπο να σου το δώσει να το καταλάβεις, ενώ ο ίδιος το ήξερε. Δεν τον αμφισβητούσες ποτέ.
Σου αρέσει να αμφισβητείς;
Αμφισβητώ πρώτα απ' όλα τον ίδιο μου τον εαυτό. Είναι ένα είδος σκανδαλιάς, για να παραμένεις στο παιγνίδι, γιατί χωρίς αυτό δεν γίνεται τίποτα.
Σε βοηθάει το γεγονός πως μέσα σου παραμένεις 5 ετών;
Με έχει καταστρέψει. Και περισσότερο τους γύρω μου. Για να απαντήσω στην ερώτησή σου, η Ιώ δεν είναι σκληρή. Εξάλλου δεν είναι γυναίκα. Είναι σκηνοθέτης (γέλια).
Ιώ Βουλγαράκη:  Εγώ πάντως προτιμώ να δουλεύω με άντρες. 
Θα μας μιλήσεις για το έργο;
Δεν το ήξερα καθόλου και ούτε καν είχα διαβάσει Σίλλερ. Ύστερα από τις πρώτες πρόβες αναρωτήθηκα γιατί δεν είχα διαβάσει! Καταλαβαίνω όμως γιατί δεν έχω διαβάσει και όχι μόνο εγώ. Όταν υπάρχει ένα Σαίξπηρ,ο οποίος έχει την ίδια δομή σε μια εποχής που είναι κλασική, λες: «από τη στιγμή που έχω κάνει Σαίξπηρ δεν χρειάζεται να διαβάσω Σίλλερ». Παράλληλα μην ξεχνούμε πως ως ηθοποιοί δεν διαθέτουμε και άπειρο χρόνο. Από την άλλη δεν νομίζω πως αν το είχα διαβάσει 20 χρόνια πριν θα το είχα καταλάβει τόσο καλά.
Η σχέση του έργου με το σήμερα;
Αν έλεγες γράψε σε έναν θεατρικό συγγραφέα, ένα έργο για το σήμερα, θα έπρεπε να γράψει αυτό. Και για το σήμερα, αλλά και για τη χώρα. Μου έκανε τρομακτική εντύπωση η σχέση του έργου με τη χώρα μας. Είναι όπως καμιά φορά διαβάζεις ένα βιβλίο στα είκοσί σου και μετά στα πενήντα. Με αυτό το βιβλίο συναντιέσαι λόγω στιγμής. Πάντα υπάρχει αυτός ο διάλογος με τον καλλιτέχνη. Πάντα το ψάχνω αυτό, αλλά μπορώ να πω πως πρώτη φορά το είδα τόσο καθαρά. Είναι ένας «καθαρός» συγγραφέας. Είναι δωρικός, σου το ρίχνει στα μούτρα. Νομίζω πως όλο του το θέμα είναι απόλυτα της εποχής μας. Ζούμε σε μια εποχή που στην ανθρωπότητα και στη χώρα, μπαίνει στο τραπέζι το αίσθημα της δικαιοσύνης. Ο άνθρωπος νιώθει αδικημένος και είναι. Και αυτό το αίσθημα δικαίου κάπου πρέπει να πάει. Πάντα μπορείς να νιώθεις, αδικημένος, αλλά είναι μια στιγμή που στην υφήλιο νιώθεις πως αυτό το αίσθημα δικαίου, εγκυμονεί πράγματα, τα οποία θα γεννηθούν είτε σύντομα, είτε αργότερα. Γιατί ζητάει να βγει. Δεν είναι ένα αίσθημα που κρύβεται ή ζεις με αυτό. Το νιώθεις. Μεταφράζεται αυτό σε αγανάκτηση, ακραίες εκφράσεις, με ένα θυμό, μια οργή, μια ανάγκη επιστροφής σε κάτι πιο ασφαλές ή σε ένα πιο αλόγιστο ρίσκο. Γενικά σε ακραίες μορφές εκδήλωσης. Πρόκειται για προμήνυμα που νιώθεις που κάπου θα πάει.
Εγκυμονείται πολλά χρόνια.
Δεν είναι πολλά. Είναι πολύ λίγα. Το πρώτο που είδαμε ήταν η τρομοκρατική επίθεση στους δίδυμους πύργους, τώρα βλέπουμε τα γεγονότα στην Ουκρανία. Το τοπίο κάτι ζητάει. Είτε το ονομάσουμε καπιταλισμό, είτε το ονομάσουμε οικονομικό τοπίο. Αυτό που ίσχυε τον 20ό αιώνα δεν το σηκώνει πια ο αιώνας μας. Ή πρέπει να βρεθεί κάτι καινούργιο ή να παραταθεί με ενέσεις το παλιό. Ο 21ος αιώνας έχει το μετά. Τώρα αν θα γίνει σε πέντε χρόνια ή σε 90 δεν το ξέρω.
Μέσα σου αισθάνεσαι να βράζεις;
Έξω μου! Μέσα μου θέλω να αισθάνομαι ήρεμος, αλλά αισθάνομαι πως μου βγαίνει χωρίς να το επιθυμώ. Γίνομαι άδικος, σκληρός, απόλυτος. Θα ήθελα να είμαι πιο διαλλακτικός, αλλά δεν μου βγαίνει. Η ζωή μου παρακολουθεί κάτι που συμβαίνει γύρω μου και νομίζω πως και στο έργο η ανάγκη να ισοζυγίσει μια ζυγαριά που θεωρώ ότι μπάζει, στην πραγματικότητα μπορεί να φέρει και τα χειρότερα εγκλήματα. Νομίζω πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι δίκαιος. Δεν το έχει. Η φύση του δεν το έχει. Μπορεί όμως τι; Να παρακολουθήσει. Δεν είναι τυχαίο πως το δίκαιο, οι άνθρωποι και η φιλοσοφία το έχουν αναθέσει σε ένα Θεό. Είναι εκεί βαλμένα. Άσχετα αν υπάρχει και στη ζωή. Αλλά είναι κάτι που δεν μπορεί να το σηκώσει ένα Θεός.
Ο κάθε άνθρωπος έχει ή βλέπει με διαφορετικό τρόπο τη δικαιοσύνη;
Φυσικά και αυτή η δικαιοσύνη έχει απομονωθεί πάρα πολύ και αυτό θα αποτελέσει αιτία πολλών καλών. Νομίζω πως αυτό είναι το θέμα στον Σίλλερ. Στο επίπεδο της συνάντησης με την εποχής μας, ίσως επειδή το είχε και η εποχή του η οποία και αυτή έβραζε. Επομένως είναι λογικό να προσπαθούσε να βρει το «ποιοι είμαστε». Ακόμα και σήμερα προσπαθούμε να συμφιλιωθούμε με το γεγονός της Αναγέννησης: πως η γη κινείται. Δεν το έχουμε καταλάβει ακόμα αυτό. Είμαστε ακόμη στην υποδοχή του σύμπαντος.
Το έργο ανήκει στο γερμανικό κίνημα «Θύελλα και Ορμή» το οποίο αντιτάχθηκε στον στείρο ορθολογισμό και τους κανόνες, και έδωσε έμφαση στην εκδήλωση συναισθημάτων μέσα από την τέχνη. Η σημερινή εποχή μπορεί να γεννήσει νέα κινήματα;
Δεν ήταν ένα κίνημα που άφησε η ιστορία, ήταν ένα κίνημα που γέννησε η ιστορία. Νομίζω πως ζούμε τέτοια εποχή.
Θα μας μιλήσεις για το ρόλο σου;
Είμαι ο πατέρας αυτών που θέλουν να τα αλλάξουν όλα. Είναι η προηγούμενη γενιά μιας σειράς γενεών καταραμένων ανθρώπων που ζητούσαν λύτρωση από αυτή την κατάρα και όλο εκεί έπεφταν. Τα μεγαλύτερα εγκλήματα γίνονται για τις καλύτερες προθέσεις. H πρόθεση είναι πάντα εκεί, αλλά η σοφία λείπει. Αυτός την αποκτάει τη σοφία, αλλά μετά τον τάφο...
Αυτό ισχύει και για στην πολιτική;
Η ιδέα, όπως και το θέατρο ισχύει από τη στιγμή που μπορείς να την ποτίζεις. Όλα από μια ιδέα γεννιούνται, αλλά αυτή η ιδέα ζητάει σκάλισμα, φροντίδα. Δεν έγινε και τελείωσε. Ίσως κουράζεται ο άνθρωπος και εγκαταλείπει την προσπάθεια. Πώς το λέει ο Λειβαδίτης; “Ο δρόμος μας είναι σπαρμένος με πτώματα που εγκατέλειψες στη μέση”.
Μπορούσε να γίνει διαφορετικά;
Ανάλογα τις δυνάμεις σου. Ή σταματάς ή συνεχίζεις. Δεν είναι σοφός ο άνθρωπος. Προχωράει και μετά μπορεί να έχει καταλάβει πως έχει βρεθεί στη μέση του δάσους.
Είχα τη χαρά να δω «Του Ληστές» πριν πέντε χρόνια σε πρεμιέρα του θεάτρου Πούσκιν στη Μόσχα. Σε μια ερώτηση που είχα κάνει στο σκηνοθέτη, Βασίλη Μπάρχατοφ για το έργο μου είχε πει πως: «η εποχή μας, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, δεν είναι τόσο προβοκατόρικη όσο του Σίλλερ, μόνο που η γλώσσα διαμαρτυρίας είναι πιο οξεία και πιο καλλιτεχνική. Σήμερα ως επί το πλείστον είναι εποχή ληστών και αποτελεί ντροπή το γεγονός πως πρέπει να επιλέξεις αν θα είσαι με όλους ή με κανένα». Συμφωνείς;
Μιλάει για μια κομβική στιγμή επιλογής. Αυτό είναι το αίσθημα δικαίου. Είναι έργο που πρέπει να πάρεις θέση. Δεν είσαι ούτε ώριμος, ούτε σοφός. Οι πράξεις σου είναι σπασμωδικές και εγωκεντρικές. Δεν προέρχονται από τα αυτιά, αλλά από τα λόγια. Είναι δύσκολο να κάνεις πίσω. Πρέπει να νικήσεις.
Το αίσθημα της μάχης δεν κάνει και πιο γοητευτική τη ζωή μας;
Ναι, αλλά τώρα η μάχη είναι ατομική.
Παλιά ήταν διαφορετικά;
Ναι, ήταν πιο συλλογικές, σήμερα οι επαναστάσεις είναι ατομικές.
Πού το αποδίδεις;
Στην απομόνωση.
Και αυτό είναι ένα σημείο συνάντησης του έργου με την εποχή. Μιλάμε για το άτομο, για την υποκειμενική αλήθεια, για μια στιγμή που δεν πίστευαν σε ταξικές, αλλά σε ατομικές επαναστάσεις. Είναι σκαλί για το ποια μορφή θα πάρει αυτό. Όπως και η εφηβεία που είναι προάγγελος του εγώ μας. Είναι ένα σκαλί για να βγεις προς τα έξω. Αυτό είναι το ερμαφρόδιτο αυτής της εποχής. Ο καθένας βρίσκεται απέναντι στις ευθύνες του, στις επιλογές του.
Αυτό δεν είναι σκληρό;
Πολύ! Μα είναι σκληρός συγγραφέας. Σε βαθμό κωμικό.
Ιώ Βουλγαράκη: Διαφωνούσαν ο Σίλλερ με τον Γκαίτε, για ένα κείμενο. Ο Σίλλερ ήθελε να βρεθεί μεταμφιεσμένος σε μια σκηνή εκτέλεσης, ο άνθρωπος που είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση αυτού που πεθαίνει και του έλεγε ο Γκαίτε: «Όχι αγαπητέ μου αυτό θα ήταν υπερβολικά βάναυσο». Και ο Σίλλερ του απάντησε: «Σας υπόσχομαι αγαπητέ μου. Θα ραγίσουν καρδούλες»...
Δημήτρης Ήμελλος. Το έργο ξεκινάει και τελειώνει με το θέμα της συγχώρεσης. Και η λέξη στα ελληνικά είναι απίστευτη. Σημαίνει «κάνω χώρο»... Και επειδή έχει μικρύνει αυτός ο χώρος είναι πολύ δύσκολο για να ανοίξει και να χωρέσει. Το πιο δύσκολο στο έργο είναι πώς θα κάνεις χώρο στον ίδιο σου τον εαυτό. Το πάει μέχρι εκεί ο Σίλλερ. Αυτό είναι και το δυσκολότερο. Να συχωρέσεις τον εαυτό σου. Έστω και αν υπάρχει Θεός που θα σε συγχωρέσει, είσαι έτοιμος εσύ να συγχωρεθείς;
Ο ερωτευμένος ηθοποιός πώς παίζει;
Είναι μπροστά το αντικείμενο του πόθου (γέλια). Είναι μια άλλου είδους ερωτική πράξη. Στη σκηνή είναι ο πρώτος έρωτας. Πρέπει να ερωτευτείς εκεί πάνω.
Έχεις ερωτευτεί εκεί πάνω; 
Ω, ναι!
Για του ηθοποιούς είναι μέρος της δουλειάς τους να βάζουν ρόλους στους έρωτες. Για του «κοινούς θνητούς» κάνει πιο γοητευτικό το ερωτικό παιγνίδι αν φτιάχνουν ρόλους;
Σίγουρα. Ότι προαποφασίζεται δεν είναι ερωτικό.
Πώς βλέπεις τη δυστυχία που βιώνει μεγάλο μέρος των ανθρώπων;
Δεν βλέπω δυστυχία. Βλέπω ευτυχία. Ζει χάλια, αλλά είναι ευτυχισμένος επειδή του συμβαίνει κάτι. Δυστυχισμένος είναι κανείς όταν δεν ξέρει τι του συμβαίνει.
Για να βοηθήσω, αναφέρομαι στις αυτοκτονίες, στους άστεγους, στους ανθρώπους που τους παίρνουν τα σπίτια.
Μα δεν είναι αυτό δυστυχία. Αυτό είναι πρόβλημα. Δεν αυτοκτονεί επειδή δεν έχει να φάει ή επειδή δεν έχει να πληρώσει το νοίκι του. Αυτό ξέχνα το. Αυτοκτονεί επειδή είναι δυστυχισμένος. Απλά το κατάλαβε επειδή είναι δυστυχισμένος. Δεν είναι αυτός ο λόγος. Αυτό είναι το σύμπτωμα. Το σπυράκι. Η δυστυχία δεν έχει να κάνει με αυτό, αλλά με το παρακάτω που είναι η απόγνωση. Εάν ζούσε έχοντας το παρακάτω πιο πριν, τότε δεν θα έβλεπε αδιέξοδο σε ένα φαινομενικό μη παρακάτω. Ζει για καιρό χωρίς το παρακάτω. Τα χρέη δεν είναι η αιτία. Υπάρχει ένας άνθρωπος γύρω μας αυτή τη στιγμή, που ζούσε όπως ο Αθηναίος την Κατοχή;
Νομίζω αρκετοί.
Όπως ζούσε στην Κατοχή; Που λιμοκτονεί στον δρόμο; Πού είναι αυτοί; Στην Κατοχή αυτοκτονούσε κανείς; Άρα δεν είναι αυτός ο λόγος. Δεν είναι ο λόγος ότι δεν έχω να φάω. Ο λόγος είναι ότι αυτός έχει επενδύσει τη ζωή του στο σπίτι. Δεν είναι ο λόγος ότι δεν έχω σπίτι. Είναι η ζωή του μέχρι τότε. Δεν μπορεί να έχει κάθε οικογένεια πέντε εξόριστους, άλλους πέντε βασανισμένους, άλλους που τους εκτέλεσαν και να μην αυτοκτονούσε κανείς. Δεν μπορεί ο πλανήτης να έχει γνωρίσει τόσες δυστυχίες και εμείς να λέμε πως αυτοκτονούμε επειδή μας πήραν το σπίτι ή το εργοστάσιο; Δεν είναι αυτός ο λόγος λοιπόν. Ακόμα και αν είναι αυτός ο λόγος, καλά κάνει και υπάρχει για να ξαναβρούμε τον λόγο για να ζούμε.
Ο πραγματικός λόγος ποιος είναι;
Η έλλειψη οράματος. Ζούσαν άνθρωποι στο Άουσβιτς και δεν αυτοκτονούσαν. Ο άλλος έχανε τέσσερα παιδιά και άντεχε. Εμείς σήμερα κάνουμε το πολύ ένα παιδί, οπότε έχουμε επενδύσει όλα αυτά σε αυτό, δεν έχουμε μάθει να ζούμε. Αυτή είναι η εξωτερική αιτία. Ο λόγος είναι η απομόνωση. Η έλλειψη του «παρακάτω». Από τη στιγμή που μου τελειώνει το αύριο, δεν έχω λόγο να ζω. Δεν έχω μεγαλώσει με το μεθαύριο. Έχω μεγαλώσει με το τι θα φάω αύριο. Στα Καλάβρυτα γιατί δεν αυτοκτόνησε κανείς;
Η στάση των καλλιτεχνών μπροστά στην κατάσταση που ζει η κοινωνία είναι αυτή που θα έπρεπε;
Οι καλλιτέχνες κοιμούνται κανονικά. Τον ύπνο του δικαίου.
Σε ρωτάω γιατί ο κόσμος προφανώς έχει μεγαλύτερες προσδοκίες από ένα καλλιτέχνη, απ' ότι από έναν “συμβολαιογράφο”.
Η κοινωνία μας δημιουργεί τους καλλιτέχνες όχι αρειανοί, και η εποχή μας έχει τους καλλιτέχνες που της αξίζει.
Τι ονειρεύεσαι για τον εαυτό σου;
Να μην θυμώνω.
Θα μας χαρίσεις μια, δυο όμορφες εικόνες που είναι χαραγμένες στο μυαλό σου;
Μια θα σου πω. Θυμάμαι τη γεύση από το γάλα στο μπιμπερό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία από αυτό. Θυμάμαι πώς ήταν η γεύση του. Να γιατί αξίζει η ζωή για τέτοιες στιγμές. Στιγμή απόλυτης ασφάλειας, ηδονής, πληρότητας.


Info: H ομάδα ΠΥΡ και Ιώ Βουλγαράκη παρουσίασανν τους Ληστές του Φρήντριχ Σίλλερ από τις 9 έως και τις 12 Ιουλίου στην Πειραιώς 269, Κτίριο 260.

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Défilé Des Âmes - Eilem A Est Morte / Και είναι, λέει. Έλληνες (youtube, 10/10/2013)

........................................................

Défilé Des Âmes - Eilem A Est Morte


Δημοσιεύτηκε στις 10 Οκτ 2013
 
Défilé Des Âmes are a neo-folk group from Athens, Greece, currently working under the name " :Skull 'n' Dawn: " (while still occasionally releasing under their former name).
Album: Lust 'n' Stone


Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

Ηθοποιός σημαίνει φως... Όχι πάντα στη ζωή του, όχι πάντα και στη θανή του... Μερικές σκέψεις με αφορμή το θάνατο της Εκάλης Σώκου

..............................................................

 Ηθοποιός σημαίνει φως... Όχι πάντα στη ζωή του, όχι πάντα και στη θανή του... Μερικές σκέψεις με αφορμή το θάνατο της Εκάλης Σώκου


Η Εκάλη Σώκου στο έργο του Ιάκωου Καμπανέλλη "Η ηλικία της νύχτας" στο "Θέατρο Τέχνης" (1959)Τη φωτογραφία την πήρα από τον α' τόμο των "Απάντων" του Ιάκ. Καμπανέλλη που τόσο δύσκολο ήταν να την βρουν οι άσχετοι δημοσιογράφοι του πολιτιστικού ρεπορτάζ. Και στη θέση της έβαλαν φωτογραφία άλλης συναδέλφου που ζει και βασιλεύει ακόμα.


Η είδηση:

Πέθανε η ηθοποιός Εκάλη Σώκου

Σε ηλικία 87 ετών
 
http://www.naftemporiki.gr, Δευτέρα, 08 Σεπτεμβρίου 2014


EurokinissiΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
 
Ηθοποιός του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν, η Εκάλη Σώκου έφυγε από τη ζωή την Παρασκευή, σε ηλικία 87 ετών και κηδεύτηκε το Σάββατο.

Η Εκάλη Σώκου, αληθινό όνομα Εκάλη Μπουκογιάννη - Σώκου ήταν το πατρικό της μητέρας της - γεννημένη στο Αγρίνιο το 1927, ύστερα από μία και μοναδική μικρή συμμετοχή στην κινηματογραφική ταινία αγγλικής παραγωγής «Ραντεβού Στη Μεσόγειο» στην αρχή της σταδιοδρομίας της, έδρασε αποκλειστικά στον χώρο του Θεάτρου Τέχνης από τα μέσα της δεκαετίας του '50 έως και τα τέλη της δεκαετίας του '70.
Η πρώτη της θεατρική εμφάνιση ήταν το 1955, στο μονόπρακτο «Προς κατεδάφισιν» του Τ. Ουίλιαμς, όπου έπαιζε τη μικρή Ουίλλυ. Το μικροκαμωμένο σουλούπι της δεν έκανε για «ντάμες», όμως διέπρεψε σε ρόλους νεαρών κοριτσιών αλλά και στην κωμωδία.

Στο Θέατρο Τέχνης γνώρισε τον ηθοποιό Δημήτρη Χατζημάρκο (1919 - 1978) τον οποίο, μετά από ενθάρρυνση του ίδιου του Κουν, παντρεύτηκε το 1959  αποκτώντας ένα γιό, τον Ανδρέα Κάρολο, που γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1962. Μετά το θάνατο του συζύγου της (1978) παραγκωνίστηκε από τα στελέχη του θιάσου, και της δίνονταν μόνον μικροί ρόλοι, και έπειτα καθόλου (ο τελευταίος της, μετά από καιρό, ήταν στο μονόπρακτο «Χαιρετισμούς από τη Μπέρθα»*). Ωστόσο παρέμεινε πιστή στο Θέατρο Τέχνης και τις αρχές του έως το τέλος, υποστηρίζοντας ότι «κατά βάθος» ο Κάρολος Κουν της είχε ιδιαίτερη αδυναμία, άσχετα εάν δεν της έδινε τίποτα να παίξει.

Οι σκέψεις μου : Κατ' αρχήν είμαι εξοργισμένος με την αμορφωσιά, την ασχετοσύνη και την τεμπελιά όλων αυτών των δημοσιογραφίσκων του πολιτιστικού ρεπορτάζ που δεν άνοιξαν κανένα κιτάπι για να βρουν  μια φωτογραφία της θανούσης. Μόνο από το google περίμεναν να βρουν; Να ζητήσουν από το Θέατρο Τέχνης τούς ήταν τόσο δύσκολο; Εργοβιογραφία της ηθοποιού δεν μπορούσαν να βρουν; Τόσο δύσκολο ήταν να ανατρέξουν στις παραστάσεις των έργων που η ηθοποιός είχε συμμετάσχει; Και έτσι φυσικά έκαναν την κωμικοτραγική γκάφα: πέθαναν κάποιαν άλλη! Που ζει και βασιλεύει παρεμπιπτόντως! Αλλά και η φωτογραφία που συνοδεύει την είδηση στην "Ναυτεμπορική" τι σχέση έχει με τη θανούσα; Εδώ πρόκειται για το Θέατρο Τέχνης της οδού Φρυνίχου, το σκαλί του οποίου δεν διέβη ως ηθοποιός η Εκάλη Σώκου. Μόνο στο υπόγειο της οδού Σταδίου έπαιξε και όταν ήταν νέα, αλλά και στην τελευταία της παράσταση*, που σωστά αναφέρεται το μονόπρακτο του Τ. Ουίλιαμς "Χαιρετίσματα από τη Μπέρθα" (1986-87) Είχα δει αυτήν την παράσταση: ήταν μια παράσταση με μονολόγους των Καμπανέλλη, Μπρεχτ, Ουίλλιαμς, Πιραντέλο, Τσέχωφ που έπαιζαν σημαντικοί ηθοποιοί όπως ο Βάσος Ανδρονίδης, ο Δημήτρης Αστεριάδης, ο Σπύρος Κωνσταντόπουλος, ο Μίμης Κουγιουμτζής, η Μάγια Λυμπεροπούλου και η Εκάλη Σώκου. Οι περισσότεροι δεν ζουν σήμερα. Και ενώ παίρνουν το δικαίωμα να κουτσομπολέψουν για τη θέση που είχαν επιφυλάξει στη Σώκου μέσα στο Θέατρο Τέχνης, δεν αναφέρουν (γιατί δεν το ξέρουν, και δεν το ξέρουν γιατί δεν έψαξαν να το βρουν) ότι είχε παίξει στην πρώτη παράσταση της ιστορικής "Αυλής των Θαυμάτων" του Ιάκωβου Καμπανέλλη, όπως και στην "Ηλικία της Νύχτας" του ιδίου αλλά και μεταγενέστερες παραγωγές του Θεάτρου Τέχνης.
    
Φωτογραφία από την "Αυλή των Θαυμάτων" του Ι.Καμπανέλλη, την ιστορική παράσταση του 1957. Η Ε.Σώκου ειναι η δεύτερη από τα αριστερά με τα σχετικά ανοιχτόχρωμα ρούχα. Στη μέση με το μαύρο πουλόβερ ο Δημήτρης Χατζημάρκος ο σύζυγος της Ε. Σώκου.
 Είναι γνωστό ότι το καθεστώς των σχέσεων και των συνεργασιών των "διακονούντων την τέχνη" μέσα στο Θέατρο Τέχνης ήταν συνεχώς προβληματικό. Και επεμβατικό στις προσωπικές σχέσεις ήταν, και διακρίσεις με κριτήρια εξω-καλλιτεχνικά υπήρχαν, και απογοητεύσεις κληρονόμησαν πολλοί από τους συνεργάτες του, απογοητεύσεις που τους σημάδεψαν. Πολλοί, ιδιαίτερα ταλαντούχοι, διέφυγαν προς άλλα, απέναντι απ' αυτό του Θεάτρου Τέχνης, σημεία του θεατρικού ορίζοντα ("θέατρο της επωνυμίας", ας το ονομάσουμε σε αντίθεση με αυτό της συλλογικότητας, συνοπτικά το εμπορικό θέατρο, το εμπορικό σινεμά και την τηλεόραση), άλλοι σε διπλανά και συγγενή με αυτό του Θεάτρου Τέχνης (είτε για κρατικά θέατρα επρόκειτο, είτε για ιδιωτικά) και άλλοι, για να ξανάρθω στους απογοητευμένους, ιδιώτευσαν. 
   Η Εκάλη Σώκου φαίνεται ότι ιδιώτευσε. Το 1986 που την είδα στην παράσταση που προανέφερα, έφερε όλη αυτή την ευαίσθητη σκοτεινιά της ηρωίδας του Ουίλλιαμς και την έφερε με αυτήν την αίσθηση της ματαίωσης που έχουν οι ηρωίδες του μεγάλου αμερικανού συγγραφέα. Αυτή την αίσθηση της επεφύλαξε και η είδηση του θανάτου της. Δεν της αναγνωρίστηκε ούτε η ταυτοποίησή της. Κι αυτό ήταν πολύ άδικο κυρίως για την πίστη της στην τέχνη της.

Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2014

Ένα λίμερικ του Γιώργου Σεφέρη (1900-1971) ("ΑΥΓΗ", 27/8/2014)

........................................................




Γιώργος Σεφέρης (1900 - 1971)

Λίμερικ*


Ήταν ένα παιδόπουλο στο Αίγιο
Κι ένας λόρδος περνώντας τού λέγει : Ω!
Αν μ' αφήσεις πριν φύγω
Να σ' τον κάτσω για λίγο
Θα σε στείλω μετά στο Κολλέγιο.

                            ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

από το "ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ" της "ΑΥΓΗΣ" (27/8/2014)
με ανθολόγο του Αυγούστου του 2014 τον Θωμά Τσαλαπάτη

............................................................
 
*Λίμερικ: Τα λίμερικ (limerick) είναι ποιήματα σύντομα, σατιρικά ή απλώς κωμικά, "δίχως νόημα". Ξακουστά είναι εκείνα του Έντουαρντ Λιρ (Edward Lear), που το 1864 δημοσίευσε μια ποιητική συλλογή με λίμερικ, με τον τίτλο The book of nonsense. Τον Λιρ τον μιμήθηκαν μεγάλοι συγγραφείς, όπως ο Σουίνμπερν, ο Τένυσον, ο Κίπλινγκ, αλλά μάλλον δεν μπόρεσαν να τον φτάσουν.
Να ένα λίμερικ του Λιρ :

Υπήρχε ένας γέρος στο έλος
από τη φύση του ήταν ασήμαντος κι ανέμελος
καθισμένος σ' ένα πετραδάκι
τραγουδούσε δημοτικά σ' ένα βατραχάκι
αυτός ο διδακτικός γέρος στο έλος.

Στην Ελλάδα, πρώτος που αποπειράθηκε να γράψει λίμερικ είναι ο Γιώργος Σεφέρης. Μάλιστα, πήγε να αποδώσει τον όρο στα ελληνικά με τη λέξη "ληρολόγημα", συνδυάζοντας το όνομα του Λιρ με τη λέξη "λήρος", που σημαίνει τρελή κουβέντα, ασυνάρτητα λόγια. Το 1975 εξέδωσε μια συλλογή από λίμερικ, με τον τίτλο Ποιήματα με ζωγραφιές σε μικρά παιδιά.

Εδώ το πρώτο της συλλογής :

Ήταν μια κοπέλα από τη Σάμο
που έχωσε το δεξί της στην άμμο
και με τ' άλλο χέρι
εκρατούσε ένα αστέρι
ετούτη η κοπέλα απ' τη Σάμο.

Τα λίμερικ ομοιοκαταληκτούν συνήθως αα-ββ-α.

Ο πρώτος στίχος περιέχει την παρουσίαση του πρωταγωνιστή

Στον δεύτερο αποκαλύπτεται η ιδιότητά του.

Στον τρίτο και τέταρτο έχουμε την πραγματοποίηση κάποιας ενέργειας.

Ο πέμπτος στίχος είναι αφιερωμένος στην εμφάνιση ενός τελικού επιθέτου ή παραλόγου.

Κυριακή 17 Αυγούστου 2014

ROMANCERO GITANO - Αρλέτα (Μίκης Θεοδωράκης) (1978) (full album) (youtube,7 Δεκ 2013)

.........................................................

ROMANCERO GITANO - Αρλέτα (Μίκης Θεοδωράκης) (1978) (full album)

 
Δημοσιεύτηκε στις 7 Δεκ 2013


ROMANCERO GITANO
1978


Ποίηση: Federico Garcia Lorca
Απόδοση: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Τραγουδάει η Αρλέτα
Κιθάρα παίζει & αυτοσχεδιάζει ο Βασίλης Ρακόπουλος


01. Του Ανέμου Και Της Παινεμένης 00:00
02. Η Καλόγρια Η Τσιγγάνα 03:23
03. Η Κυρά Παντέρμη 05:47
04. Ο Αντόνιο Τόρες Χερέντια Στο Δρόμο Της Σεβίλιας 11:10
05. Ο Θάνατος Του Αντόνιο Τόρες Χερέντια 14:09
06. Του Πικραμένου 17:16
07. Χαμός Από Αγάπη 19:28

4 ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Στίχοι: Γιάννης Θεοδωράκης (09, 11), Ιάκωβος Καμπανέλλης (08), Μιχάλης Κακογιάννης (10)

08. Μαργαρίτα Μαγιοπούλα 23:21
09. Όμορφη πόλη 27:03
10. Αφροδίτη (Νανούρισμα) 30:31
11. Αγάπη μου 32:58


Παρασκευή 8 Αυγούστου 2014

"Έτσι που τραύλισα…" ποίημα του Βύρωνα Λεοντάρη (1932-2014)

...........................................................








                     
 Βύρων Λεοντάρης
(1932-2014)











Έτσι που τραύλισα…

                                                VI

Εδώ, στο συνοικιακό νεκροταφείο
που μαζευτήκαμε να κεραστούμε
καφέ, παξιμαδάκι και κονιάκ
για τον αγαπημένο μας που χάθηκε νέος πολύ
εν αρετή και θλίψει
και λίγο πριν απιθώσαμε το σώμα του
-το βάρος μιας νεότητας ασήκωτο σα μεταμέλεια…-
η σύναξη ετερόκλητη
φίλοι και συγγενείς εγγύτεροι και απώτεροι οι συμμετασχόντες
-σε τι συμμετασχόντες
και ποιοι τώρα οι «εγγύς»  και ποιοι οι απώτεροι…-
λόγια συμβατικά για τον νεκρό, τριμμένα κι άλλα που
σωπαίνονται
και εγκώμια σε παληά ελληνικά όπως συνηθίζεται
«αναλωθείς…», «διαπρέψας…», «υπερακοντίσας…»

Το τελευταίο αυτό με λύγισε
Τι λέξη, αλήθεια, και τι μοίρα
γι’ αυτούς που ξεπεράσανε το στόχο
κι έτσι, υπερακοντίσαντες αστόχησαν

Τι έγινε η ορμή τους
πού καρφώθηκε το ακόντιο…
Δε μέτρησε η βολή τους τίποτε δε μέτρησε

                                                           ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ

από τη συλλογή «Εν γη αλμυρά», 1996

Από το "ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ" της "ΑΥΓΗΣ" (31/5/2014) με ανθολόγο του Μαΐου του 2014 τον Θωμά Ιωάννου

Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

Ποιο είναι το θέμα του "Φιλοκτήτη"; του Σωτήρη Ζήκου (www.protagon.gr, 23/7/2014)

.........................................................


Ποιο είναι το θέμα του "Φιλοκτήτη";
του Σωτήρη Ζήκου
 


Τι «έστιν ουν τραγωδία» σήμερα; Μια θεατρική πράξη μίμησης... σπουδαίων έργων μιας άλλης εποχής; Διότι, ως γνωστόν, η τραγωδία υπήρξε ένα θεατρικό είδος που δεν γράφεται πια, εδώ και αιώνες. Τα έργα αυτά γράφτηκαν, κάποτε, διαπραγματευόμενα δράσεις και λόγους που εμφανίζονται σε οριακές ανθρώπινες καταστάσεις, στις οποίες οι πράξεις των ηρώων τους -κινούμενες ανάμεσα στο ανεπανόρθωτο και το απρόβλεπτο- έθεταν ζωτικά ερωτήματα που δίχαζαν το θεατή, καθώς οι πρωταγωνιστές αντιμάχονταν με ένταση, ενώπιόν του, εκπροσωπώντας δύο αντίθετες ισχυρές θέσεις (ιερά χρέη / δίκαια / αρχές), ανοίγοντας μια ρωγμή προς το... Χάος. Και γι’ αυτό μπορούσαν να προκαλέσουν δέος και θαυμασμό για τις στιγμές μεγαλείου και πτώσης του («δρώντος» και «πάσχοντος») τραγικού ανθρώπου, που ήταν αναγκασμένος, θέλοντας και μη, να αναλάβει την ευθύνη να δράσει και, αναπόφευκτα, να πληρώσει το τίμημα. Όπως η Αντιγόνη και ο Κρέοντας, ας πούμε, που είναι τόσο αδιάλλακτοι και οι δυο μες στο πάθος με το οποίο υπερασπίζονται τις επιλογές τους / αρχές τους, και ταυτόχρονα τόσο απαράδεκτα άδικοι (τυφλοί ως προς την ύβρη που διαπράττουν) ο ένας απέναντι στο εξίσου ισχυρό δίκαιο του άλλου. Εμπαθείς και μοιραίοι στην επιμονή / εμμονή τους, στο εγωιστικό, καταστροφικό και αυτοκαταστροφικό, στο δικό του «μόνος φρονείν» ο καθένας, που λέει ο χορός.
Από τις σωζόμενες αρχαίες αθηναϊκές τραγωδίες, η εποχή μας εδώ και χρόνια μάλλον προτιμά περισσότερο εκείνες του Ευριπίδη, λιγότερο του Σοφοκλή κι όλο και πιο σπάνια του Αισχύλου (με εξαίρεση τους «Πέρσες»). Και συνήθως για άλλους λόγους πέρα από τη δραματουργική τους αξία.
Από τις παραστάσεις αυτών των έργων, συνήθως θεωρούνται καλές, αποδεκτές, όσες καταφέρνουν και διατηρούν μια ουδετερότητα ύφους στην «όψη» και τις ερμηνείες των ηθοποιών (ούτε αρχαιοπρεπής στόμφος και χλαμύδες αλλά ούτε εξπρεσιονιστικοί μοντερνισμοί), αυτές που έχουν σύντομη διάρκεια, ρυθμό στην εκφορά του λόγου του κάθε ρόλου και μια σχετική φαντασμαγορία στις παρουσιάσεις του χορού... Και βέβαια αυτές που κυρίως διαθέτουν μια πλειάδα γνωστών συντελεστών (συνήθως αναγνωρίσιμων ηθοποιών) που συμπράττουν σ’ ένα άρτιο, αισθητικά, αποτέλεσμα -σε επίπεδο θεάματος.
Εκείνο όμως, που λάμπει συνήθως, δια της απουσίας του, τα τελευταία χρόνια, είναι η «αιτία» (επιλογής του έργου): μια πειστική δραματουργική «ιδέα» που προκύπτει μέσα από το ίδιο το αρχαίο  κείμενο και που μπορεί να εμπνέει και να κατευθύνει τη σκηνοθεσία προς ένα «σύγχρονο ανάλογο» -στη δημιουργία μιας «γέφυρας» με σημερινές καταστάσεις που αφορούν το σημερινό κοινό.
Ακόμη κι όταν κάποιοι επισημαίνουν αυτή την έλλειψη «θέματος» ή την έκλειψη «αιτίας», την αποδίδουν όχι βέβαια στα έργα, που θεωρούνται εκ προοιμίου «αθάνατα» και «διαχρονικά», ούτε στο κοινό (που ως πελάτης έχει πάντα δίκιο), αλλά στους συντελεστές της παράστασης. Και κανείς δεν αναρωτιέται, μήπως τα έργα αυτά, όπως κι αν ανα-παρασταθούν, δεν έχουν τίποτα πια να πουν σ’ ένα κοινό (σαν το) σημερινό.
Ο Γιώργος Κιμούλης το έχει πει, κατηγορηματικά: «Ο τραγικός άνθρωπος έχει πεθάνει. Φοβάμαι πως αρχίζει να χάνεται και ο δραματικός άνθρωπος, ο οποίος δεν αντικαθίσταται από τον άνθρωπο του γέλιου, αλλά από αυτόν της πλάκας. Ό,τι χειρότερο δηλαδή».
(Το ότι και ο ίδιος, έχοντας συνείδηση της απουσίας ερείσματος του τραγικού στοιχείου στην εποχή μας, εξακολουθεί να ανεβάζει, τα καλοκαίρια, και παραστάσεις αρχαίου τραγικού δράματος -«χωρίς αιτία», όπως τη «Μήδεια», αλλά και τον «Οθέλλο» του Σαίξπηρ, σκηνοθετημένο από τον ίδιο, σαν να ήταν περίπου κατά τα τρία τέταρτα κωμωδία και κατά το υπόλοιπο σαν μια δραματική υστερία, θα έπρεπε να προκαλεί απορία.)
Από την άλλη πάλι, στη φετινή παράσταση του έργου του Σοφοκλή «Φιλοκτήτης», ενώ ο Μιχαήλ Μαρμαρινός ως ηθοποιός σκηνοθέτησε άψογα τον εαυτό του (όπως στις καλύτερες παραστάσεις του), δίνοντας έμφαση στο ρυθμό επαναφοράς του λόγου του και τις χαμηλές εντάσεις της φωνής του, καταφέρνοντας έτσι να κρατήσει την προσοχή του κοινού και μια ισόρροπη συμμετρία με τους αντιστικτικούς -ομολογουμένως!- σωματικούς περισπασμούς της κινησιολογίας των δρώντων προσώπων πάνω σε υπερυψωμένες τραμπάλες... πάλι δεν κατάλαβα ποιο ήταν -στην προκειμένη- το θέμα; Το θέμα, θέλω να πω, το οποίο αναδεικνύει αυτή η παράσταση σαν λόγος και πράξη επί σκηνής και το οποίο θέμα θα πρέπει να μας αφορά. Μήπως, ας πούμε, ο αποκλειστικός και απο-κλεισμένος στις δικές του αξίες, εν καιρώ πολέμου, κόσμος των ανδρών; (Λέμε τώρα!). Καθώς δεν υπάρχει κανένας ρόλος γυναικών... όχι μόνο σαν παρουσία επί σκηνής, αλλά ούτε καν σαν μια ονομαστική αναφορά, σημαντική. Έστω κι έτσι... Ε, και λοιπόν;

*Ο Σωτήρης Ζήκος είναι δημοσιογράφος - κριτικός κινηματογράφου (μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου).