Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

"Ο θρίαμβος της ανεκτικότητας" Της Σαντυς Τσαντακη ("Καθημερινή", 24/11/2012)

.........................................................


Ο θρίαμβος της ανεκτικότητας

 

Ο Ελληνοϊρανός Βασίλης Κουκαλάνι σκηνοθέτησε, μετέφρασε και παίζει σε ένα αντιρατσιστικό έργο

Της Σαντυς Τσαντακη



Δηλώνει αμετανόητος ξένος. Ο Βασίλης Κουκαλάνι είναι αυθόρμητος και ειλικρινής. Ελληνοπέρσης, σκηνοθέτησε, διασκεύασε, μετέφρασε και παίζει σε ένα έργο που μιλάει για την αντιμετώπιση των μεταναστών. Ενα έργο για παιδιά. Λέει πως μεταφέροντας το «Μια γιορτή στου Παπαδάκη» από τη Γερμανία στην Ελλάδα ως «Μια γιορτή στου Νουριάν», και από το 1973 στο 2012, αναγκάστηκε να ξαναρχίσει το κάπνισμα.
Στη γερμανική εκδοχή της κωμωδίας για τις προκαταλήψεις και την πολιτισμική συμφιλίωση η οικογένεια των μεταναστών ήταν Ελληνες. Εργο που παραμένει επίκαιρο και γι’ αυτό παίζεται σε διάφορα μέρη του κόσμου: Στο Λονδίνο με Πακιστανούς και Τζαμαϊκανούς, στη Γαλλία με Αραβες και Σενεγαλέζους, στην Αυστραλία με Βιετναμέζους και Ινδούς και στο Ισραήλ με Ρώσους και Παλαιστίνιους.
Στο θέατρο Πορεία, ο Βασίλης Κουκαλάνι είναι ο κύριος Νουριάν και μας συστήνει ένα νέο είδος παιδικού θεάτρου «για ανθρώπους από 6 ετών».  Ο ίδιος έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και ο Λευτέρης Βογιατζής, φέτος εκτός από το Πορεία, παίζει και στην παράσταση «Ψευδαισθήσεις» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου στο θέατρο της Οδού Κυκλάδων.

Στο κάμπινγκ














Ολα ξεκινούν όταν η οικογένεια Παπαδάκη, η οικογένεια Νουριάν και η μικρή Πακιστανή Αϊσέ συναντιούνται σ’ ένα κάμπινγκ. «Αυτή η γιορτή είναι μια τελετουργία συμφιλίωσης», λέει ο Βασίλης Κουκαλάνι, «στην οποία, σηματοδοτείται το πως τελικά θριαμβεύουν οι αρετές της αλληλοκατανόησης, της ανεκτικότητας, της ζεστής καρδιάς και του κοινού νου πάνω από τις προκαταλήψεις, τις περιχαρακώσεις και τη βλακεία. Κι αυτοί που επιφέρουν στην ιστορία αυτό τον θρίαμβο είναι τα παιδιά».
Τα παιδιά φεύγοντας από την παράσταση έχουν μάθει λέξεις στα περσικά και τα πακιστανικά, «γαμπούλ» όπως εντάξει, «ντοστ» όπως φίλος. Ρωτάω τον Βασίλη Κουκαλάνι αν περιμένει ακραίες αντιδράσεις, όπως στο Χυτήριο. Ή αν υπάρχει κάτι που φοβάται… «Να μια μορφή ακραίας αντίδρασης που προκύπτει από την παράστασή μας, εμπεριέχοντας χαρά, γέλιο, συγκίνηση, παιχνίδι. Οσο για τον φόβο, να φοβηθούμε τι;», λέει ο σκηνοθέτης. «Κι αν υπάρξει μια τέτοια φωνή, το μόνο που θα προκαλέσω με τον φόβο είναι να την ισχυροποιήσω και να δώσω χώρο στην προκατάληψη, τη βία και την ανοησία. Αυτό που συνέβη στο Χυτήριο συμβαίνει στις γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά κάθε μέρα, με επιθέσεις σε σπίτια και χώρους εργασίας αλλοδαπών και μεταναστών σχεδόν με την ανοχή ενός μέρους της κοινωνίας μας. Απέναντι σε αυτά χρειάζεται να συσπειρωθούμε, να αντισταθούμε και να ξεμπροστιάσουμε αυτή την ωμή βία και τους μηχανισμούς της.»
Ο Βασίλης Κουκαλάνι παίζει στην παράσταση τον ρόλο του μετανάστη πατέρα, υπογράφει τη διασκευή, τη μετάφραση, τη σκηνοθεσία του έργου (μαζί με τον Παντελή Δεντάκη). «Το πιο επώδυνο ήταν ότι από την αγωνία ξανάρχισα το κάπνισμα. Ευτυχώς το ξανάκοψα. Τα μηνύματα του έργου περνούν στα παιδιά την ώρα που διασκεδάζουν και ψυχαγωγούνται. Η δίοδος της μάθησης δεν είναι το μυαλό αλλά η καρδιά.»
Ρατσισμός
Θέατρο και πραγματικότητα. Χρυσή Αυγή, οικονομική κρίση, ρατσισμός. «Πιστεύω ότι οι φυλετικές διακρίσεις, η ξενοφοβία και ο ρατσισμός είναι προϊόντα φόβου, έλλειψης παιδείας και ιδεολογικών καθηλώσεων και όχι αρχέγονες φυσικές τάσεις του ανθρώπου που μπορούν να δικαιολογηθούν. Αυτός είναι ένας διάλογος που έχει αναγκαστικά ξεκινήσει στην ελληνική κοινωνία», λέει ο Βασίλης Κουκαλάνι. «Πάντα λοιπόν την πληρώνουν πρώτα οι λαοί, με την απειλή της φτώχειας πολώνονται οι κοινωνικές συνθήκες και τότε εμφανίζεται ο φασισμός που το μόνο που έχει να επιδείξει είναι ότι έχει τραβήξει επανειλημμένα την ανθρωπότητα στη βαρβαρότητα και τον πόλεμο».
Ο ίδιος, επιμένει ότι ως Ελληνες «έχουμε παράδοση και νοοτροπία κατεξοχήν ατίθαση, ελευθεριακή και δημοκρατική», μιλάει για τους αγώνες και τις θυσίες που έχουν γίνει «για να καταπολεμηθεί ο φασισμός». Αν και το επικίνδυνο για τον Βασίλη Κουκαλάνι «δεν είναι οι φασίστες. Πιστεύω ότι η ελληνική κοινωνία μπορεί να τους αντιμετωπίσει. Το επικίνδυνο είναι που στον βωμό μιας επικαιρότητας, τους δίνεται βήμα από μεγάλο μέρος των ΜΜΕ με ανεύθυνο τρόπο και φέρνει στο προσκήνιο ένα παιχνίδι εντυπώσεων που τους καθιστά κοινωνικά και τηλεοπτικά αποδεκτούς. Οι Ελληνες λοιπόν, έχοντας την εμπειρία της μετανάστευσης και της προσφυγιάς, μήπως θα έπρεπε να έχουμε και τη σοφία να φερθούμε διαφορετικά απ’ ό,τι μας φέρθηκαν;»

Οι πατρίδες
Ο Βασίλης Κουκαλάνι έχει ζήσει σε διαφορετικές πόλεις του κόσμου. Ποια θεωρεί πατρίδα του; «Η πλάκα είναι ότι όταν είμαι στην Ελλάδα, όλοι θεωρούν ότι είμαι απ’ το Ιράν, όταν πάω στο Ιράν, αντίστοιχα όλοι με θεωρούν Ελληνα. Οταν είμαι στη Γερμανία -στην Κολωνία γεννήθηκα- κατάγομαι απ’ όπου θέλω εγώ. Ο πατέρας μου είναι Πέρσης, η μάνα μου από την Κρήτη. Τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής μου, μοιράστηκαν στη Γερμανία και στο Ιράν. Μετά ήρθα στην Ελλάδα. Οι τόποι που νιώθω σπίτι μου είναι πολλοί και τελικά μπορώ να είμαι ό,τι διαλέγω να πω κάθε φορά. Αν και σε όλες τις περιπτώσεις, οι άλλοι μοιάζει να ενδιαφέρονται περισσότερο για το «ξένο» κομμάτι. Εδώ, ενδιαφέρει ότι είμαι «Πέρσης», στο Ιράν ότι είμαι «Γιουνανί»… Δηλαδή, πάντα προκαλεί ενδιαφέρον η ιδιαιτερότητα, το διαφορετικό.»
Πόσα κοινά έχει τελικά με τον κύριο Νουριάν; «Τον κόσμο του Νουριάν τον φέρνω αυτόματα ως ένας κατεξοχήν αμετανόητος ξένος όπου κι αν βρεθώ, αλλά κυρίως ο Νουριάν και ο κόσμος του συναντούν τον δικό μου πατέρα».
Ενα καινούργιο είδος θεάτρου
Το έργο «Μια γιορτή στου Παπαδάκη» το είχε δει στο Βερολίνο όταν ήταν 9 χρονών. Εργο, που όπως λέει, διαπαιδαγώγησε γενιές και γενιές παιδιών στη Γερμανία, το τραγούδι της παράστασης υπήρχε στα σχολικά βιβλία των δημοτικών σχολείων. «Γενικότερα τα έργα του Volker Ludwig και το Grips σηματοδότησαν μια εποχή και ένα καινούργιο είδος θεάτρου για παιδιά και νέους που φέρνει στο προσκήνιο τη δική τους καθημερινότητα ώστε μέσα από το σκηνικό δρώμενο να μπορούν να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους με την πραγματικότητά τους, τα προβλήματα, τη φαντασία, τα όνειρα, με τον θυμό και τις επιθυμίες τους».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου