Σάββατο 5 Μαΐου 2012

"Τα καινούρια ρούχα του Αυτοκράτορα" του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Ένα παραμύθι και για μεγάλα παιδιά.

........................................................

·             





Χανς Κρίστιαν Άντερσεν
      
 Τα καινούρια  ρούχα του    Αυτοκράτορα

   Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια χώρα μακρινή, ζούσε ένας αυτοκράτορας τόσο φιλάρεσκος, που το μόνο που σκεφτόταν ήταν τα ρούχα. Άλλαζε το ντύσιμο κάθε μια ώρα κι είχε ειδική φορεσιά για κάθε περίσταση: μια για να υποδέχεται τους ξένους πρεσβευτές, μια για τη σύσκεψη με τον πρωθυπουργό του, μια άλλη για να επιθεωρεί το στράτευμα κι άλλη για να πηγαίνει στο θέατρο.
   Οι ράφτες της χώρας δούλευαν νύχτα μέρα χωρίς σταματημό, ράβοντάς του τα καλύτερα υφάσματα. Κι όμως. Ο αυτοκράτορας ένιωθε πάντα πως τα ρούχα του δεν ήταν αρκετά κι όλο μπαινόβγαιναν στο παλάτι έμποροι και ραφτάδες από τα πέρατα της γης.
   Μια μέρα παρουσιάστηκαν στον αυτοκράτορα δυο κατεργάρηδες και του είπαν πως ήταν υφαντές τόσο σπουδαίοι που τα λεπτά κι αιθέρια υφάσματά τους δεν είχαν το ταίρι τους στον κόσμο.
-          Κι όχι μόνο αυτό, Μεγαλειότατε, είπε ο ένας από τους δυο. Το ύφασμα που φτιάχνουμε εμείς έχει τη μαγική ιδιότητα να μένει αόρατο για όσους δεν είναι αντάξιοι του αξιώματός τους, καθώς και για όσους είναι τελείως βλάκες.
-          Τι αξιοπρόσεχτη ιδιότητα! αναφώνησε έκπληκτος ο αυτοκράτορας. Με μια φορεσιά από τέτοιο ύφασμα θα ήμουν σε θέση να ανακαλύψω ποιοι από τους αυλικούς μου δεν είναι άξιοι της θέσεώς τους και να ξεχωρίσω τους έξυπνους υπηκόους μου από τοςυ κουτούς. Θέλω να μου φτιάξετε αμέσως μια στολή από αυτό το ύφασμα.
-          Τίποτα δε θα μας έδινε μεγαλύτερη ευχαρίστηση, από το να εργαστούμε για σας, είπαν οι απατεώνες. Ξέρετε, όμως, θα χρειαστούμε ειδικές κλωστές και πολλές κουβαρίστρες κι ακόμα να στήσουμε δυο αργαλειούς.
-          Πολύ λογικές απαιτήσεις, αν σκεφτεί κανείς τι καταπληκτικό ύφασμα θα μου φτιάξετε, είπε ο αυτοκράτορας κι έστειλε τον πρωθυπουργό του να φωνάξει το θησαυροφύλακα του παλατιού.
   Ο πρωθυπουργός δεν είδε με καλό μάτι όλα τούτα τα καμώματα, μα όταν άκουσε τις ιδιότητες του υφάσματος, υποχώρησε κι έστειλε να φωνάξουν το θησαυροφύλακα. Όταν ήρθε, ο αυτοκράτορας τον διέταξε να δώσει στους υφαντές τρία πουγκιά χρυσάφι.
   Την επόμενη μέρα, εργάτες άρχισαν να στήνουν τους αργαλειούς σε μια αίθουσα, που τους παραχωρήθηκε ειδικά γι’ αυτό το σκοπό, στο ισόγειο του παλατιού. Κι ενώ οι εργάτες δούλευαν, οι δυο κατεργάρηδες στρώθηκαν στο φαγοπότι για μέρες και μέρες. Κάθε φορά όμως που άκουγαν τον αυτοκράτορα να πλησιάζει, έπαιρναν ύφος στεναχωρημένο κι έλεγαν:
-          Κάνετε κάτι, Μεγαλειότατε, για να στηθούν μια ώρα αρχύτερα οι αργαλειοί… Ανυπομονούμε να ξεκινήσουμε να υφαίνουμε.
   Κάποια στιγμή το στήσιμο των αργαλειών τέλειωσε. Τότε οι ψευτο-υφαντές παραπονέθηκαν πως δεν είχαν ακόμα λάβει τις ειδικές κλωστές και πως μάλλον θα χρειαζόταν να στείλουν στον προμηθευτή τους κι άλλα τρία πουγκιά χρυσάφι.
   Φώναξαν πάλι το θησαυροφύλακα κι αυτός απόρησε πώς ήταν δυνατόν να χρειάζεται τόσο πολύ χρυσάφι για μερικές κουβαρίστρες. Μερικές μέρες αργότερα, οι δυο κατεργάρηδες ειδοποίησαν πως οι κλωστές ήρθαν. Παρ’ όλο που κανένας στο παλάτι δεν είδε να φέρνουν τίποτα απολύτως, ούτε ένας δεν αμφέβαλε για τα λόγια τους, μια που οι αργαλειοί άρχισαν αμέσως να δουλεύουν και συνέχισαν όλη νύχτα.
   Πέρασαν λίγες μέρες κι ο αυτοκράτορας δεν κρατιόταν πια. Ήθελε να δει τι γίνεται με τους υφαντές. Θυμήθηκε όμως τις ιδιότητες του υφάσματος κι έχοντας κατά νου πως όλοι στην πόλη ήξεραν πια για τις μαγικές του ιδιότητες αποφάσισε να μη διακινδυνεύσει ο ίδιος. Θεώρησε φρονιμότερο να στείλει στη θέση του τον πρωθυπουργό.
-          Μόνο εσύ μπορείς να κρίνεις την ιδιότητα του υφάσματος, είπε. Γιατί και έξυπνος είσαι, αλλά και κανείς στο παλάτι δεν ικανότερος από σένα.
   Έτσι, ο πιστός αυλικός κατέβηκε στο δωμάτιο όπου οι αργαλειοί δούλευαν ασταμάτητα, αλλά χωρίς στημόνι κι υφάδι και δίχως να υφάνουν έστω και μια κλωστή.
   Οι δυο απατεώνες ζήτησαν από τον πρωθυπουργό να τους δώσει τη γνώμη τους για το καταπληκτικό τους ύφασμα.
   Το αγαθό ανθρωπάκι φόρεσε τα γυαλιά του και παρ’ όλο που τέντωσε τα μάτια του όσο πιο πολύ γινόταν, δεν είδε τίποτα.
   «Λες να μην άξιος της θέσης μου;» αναρωτήθηκε ανήσυχος. Αποφάσισε όμως να μην δείξει πως δεν έβλεπε το ύφασμα.
-          Θα πληροφορήσω τον αυτοκράτορα ότι η εργασία σας είναι πολύ ικανοποιητική, είπε.
   Γυρίζοντας στα αυτοκρατορικά διαμερισματα αναρωτιόταν με ποιον τρόπο θα μπορούσε να περιγράψει στη Μεγαλειότητά του κάτι που δεν είχε δει.
   Μια μέρα, ο αυτοκράτορας, που τον έτρωγε η περιέργεια, δεν άντεξε πια να περιμένει και τριγυρισμένος από αυλικούς και ακολούθους πήγε να δει τους υφαντές.
   «Λες να μην είμαι άξιος της αυτοκρατορίας μου; - αναρωτήθηκε μπαίνοντας στο δωμάτιο. Δε βλέπω τίποτα πάνω στους αργαλειούς». Αλλά σε καμιά περίπτωση δεν έπρεπε να το παραδεχτεί.
   Για ώρα πολλή έμεινε απορροφημένος, λες και ο θαυμασμός που ένιωσε για το ύφασμα που δεν έβλεπε, να ήταν τόσο μεγάλος, που του είχε κόψει τη μιλιά.
-          Η εργασία σας αξίζει τη μεγαλύτερη επιδοκιμασία μας, δήλωσε τελικά ξερπβήχοντας.
-          Η Μεγαλειότητά σας πρέπει να επιλέξει μια ξεχωριστή περίσταση για να φορέσει ρούχο φτιαγμένο από τέτοιο ύφασμα, είπε ο πρωθυπουργός. Αν μου επιτρέπετε, νομίζω πως θα ήταν το πιο ταιριαστό στην παρέλαση, για την επέτειο της στέψης σας.
   Την παραμονή της παρέλασης οι ψευτο-υφαντές δούλεψαν νυχτέρι. Όλοι οι κάτοικοι της πόλης μπορούσαν να το βεβαιώσουν γιατί από το παράθυρο του δωματίου οι υφαντές φαίνονταν να δουλεύουν όλη νύχτα χωρίς σταματημό, για να ετοιμάσουν τη φορεσιά. Υποκρίθηκαν πως πήραν το ύφασμα από τους πολλούς αργαλειούς και για πολλές ώρες έκοβαν στον αέρα με μεγάλα ψαλίδια κι έραβαν με βελόνες χωρίς κλωστή. Ώσπου λίγο πριν την ανατολή ανήγγειλαν:
-          Τα καινούρια ρούχα του αυτοκράτορα είναι έτοιμα για τη Μεγαλειότητά του.
   Ο αυτοκράτορας μπήκε στο δωμάτιο, τριγυρισμένος από τους αυλικούς του. Οι δυο απατεώνες σήκωσαν τα χέρια τους σαν να κρατούσαν κάτι.
-          Κοιτάξτε παντελόνι! Κοιτάξτε ρεντιγκότα! Κοιτάξτε γιλέκο! αναφώνησαν, σαν ράφτες πολύ ικανοποιημένοι από τη δουλειά τους. Ο ένας από τους δυο απευθύνθηκε στον αυτοκράτορα και τον βεβαίωσε:
-          Το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα αυτά τα ρούχα είναι τόσο λεπτό, ώστε όταν το φοράτε, θα νιώθετε σαν να μη φοράτε τίποτα.
-          Θα καταδεχόσαστε να γδυθείτε, πρόσθεσε ο άλλος, για να έχουμε την τιμή να βοηθήσουμε τη Μεγαλειότητά σας να δοκιμάσει την καινούρια φορεσιά;
   Ο αυτοκράτορας έβγαλε τα ρούχα που φορούσε κι οι δυο κατεργάρηδες άρχισαν να τον ντύνουν, κομμάτι κομμάτι, με τη φορεσιά που κανένας δεν έβλεπε. Όταν οι αυλικοί υπέθεσαν πως ο αυτοκράτοράς τους είχε πια φορέσει τα καινούρια ρούχα, άρχισαν να τα παινεύουν τόσο, ώστε κανένας δεν αμφέβαλλε πως τα έβλεπαν πραγματικά.
   Στο μεταξύ, ο αυτοκράτορας κοιτάχτηκε καλά καλά – πρώτα από τη μια πλευρά, μετά από την άλλη – σε έναν καθρέφτη που κρατούσαν μπροστά του οι δυο απατεώνες.
-          Μου πάει καταπληκτικά αυτό το ρούχο, δεν είναι έτσι; Ρώτησε έτοιμος να ξεκινήσει επικεφαλής της ομάδας.
   Σταμάτησε για μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη, για να πείσει τους αυλικούς του πως μπορούσε να βλέπει ολοκάθαρα την καινούρια φορεσιά και θαύμαζε την εξαιρετική της λεπτότητα.
   Ο αυτοκράτορας άρχισε να κατεβαίνει μεγαλόπρεπα τα σκαλιά. Οι θαλαμηπόλοι, που είχαν οριστεί να κρατήσουν την ουρά του μανδύα του, υποκλίθηκαν ως το πάτωμα κι όταν σηκώθηκαν, έκαναν πως κρατούσαν την άκρη του μανδύα, για να μην καταλάβει ο κόσμος πως δεν έβλεπαν τίποτα.
   Η παρέλαση άρχισε κι όλοι οι κάτοικοι της πόλης που την παρακολουθούσαν φώναζαν:
-          Τι υπέρκομψα ρούχα που φοράει ο αυτοκράτοράς μας. Και πόσο του πάνε!
-          Μα αφού ο αυτοκράτορας δε φοράει τίποτα, φώναξε ξαφνικά ένα παιδί. Ένα μουρμουρητό απλώθηκε ανάμεσα στους κατοίκους που παρακολουθούσαν την παρέλαση, ένα μουρμουρητό που λίγο λίγο έγινε φωνές δυνατές.
-          Ο αυτοκράτορας είναι γυμνός!...γυμνός! αντηχούσε όλη η πόλη.
   Ο αυτοκράτορας ταράχτηκε. Κατάλαβε πως εκείνοι οι δυο παλιάνθρωποι τον είχαν κοροϊδέψει, μα δεν μπορούσε πια να κάνει τίποτα. Μέσα στην απελπισία του, αποφάσισε πως μια και είχε γελοιοποιηθεί, δε γινόταν να γυρίσει πίσω.
   Συνέχισε την παρέλαση στητός, με το κεφάλι ψηλά, ενώ οι θαλαμηπόλοι του ακολουθούσαν με ύφος σοβαρό κι επίσημο σαν να κρατούσαν πραγματικά την ουρά του αυτοκρατορικού μανδύα.

(από τις εκδόσεις "Κέδρος" - 1997, διασκευή Ι. Σάντσεθ, απόδοση στα ελληνικά της Ειρήνης Μάρρα)
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

















Τετάρτη 2 Μαΐου 2012

Η «Σιωπή» της Πηνελόπης Δέλτα (02 Μάιος 2012 | tvxsteam tvxs.gr)

..........................................................

Η «Σιωπή» της Πηνελόπης Δέλτα

tvxs.gr/node/36132
 
 

Απρίλης 1941. Στις 27 Απριλίου, τα γερμανικά στρατεύματα μπαίνουν στην Αθήνα και η Πηνελόπη Δέλτα μπαίνει στη λίστα με τους «ιδανικούς αυτόχειρες». Παίρνει δηλητήριο και πέντε μέρες, στις 2 Μαΐου, αργότερα ξεψυχάει αφήνοντας ένα λιτό σημείωμα για τα παιδιά της.

«Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά. Π.Σ. Δέλτα».
Στην ταφή της, στον κήπο της Κηφισιάς, ιερουργεί μόνος ο παλιός φίλος Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος. Επάνω στον τάφο της χαράχτηκε μόνο η λέξη «Σιωπή». Όσοι έχουν διαβάσει τον «Τρελαντώνη» δεν μπόρεσαν παρά να αναγνωρίσουν στη αδερφή του, τη μικρή Πουλουδιά, μία από τις πιο σημαντικές Ελληνίδες συγγραφείς, την Πηνελόπη Δέλτα.


Γεννήθηκε το 1874 στην Αλεξάνδρεια κι ήταν το τρίτο παιδί του Εμμανουήλ Μπενάκη και της Βιργινίας Χωρέμη. Είχε δύο μεγαλύτερα αδέλφια, την Αλεξάνδρα και τον Αντώνη, το γνωστό «Τρελαντώνη» του ομώνυμου βιβλίου της. Μετά τη γέννησή της ακολούθησαν άλλα τρία παιδιά, ο Κωνσταντίνος (που πέθανε σε ηλικία 2 ετών), ο αγαπημένος της αδερφός Αλέξανδρος που σκοτώθηκε πέφτοντας από το άλογο σε αγώνα πόλο κι η Αργίνη.
Η οικογένεια μετακόμισε προσωρινά στην Αθήνα το 1882, όπου η Πηνελόπη παντρεύτηκε τον πλούσιο Φαναριώτη βαμβακέμπορο Στέφανο Δέλτα. Μαζί του απέκτησε τρεις κόρες: τη Σοφία (μετέπειτα Μαυροκορδάτου), τη Βιργινία (μετέπειτα Ζάννα) και την Αλεξάνδρα (μετέπειτα Παπαδοπούλου). Πρόκειται ωστόσο για ένα γάμο που εξυπηρετεί κυρίως οικονομικά συμφέροντα. Ωστόσο, ο Στέφανος Δέλτα θα επηρεάσει την πνευματική της κυρίως εξέλιξη καθώς θα τη φέρει σε επαφή με πρωτοπόρους της εποχής και δημοτικιστές.
Τον αληθινό έρωτα πάντως η Πηνελόπη Δέλτα θα τον γνωρίσει επιστρέφοντας το 1905 στην Αλεξάνδρεια. Πρόκειται για τον Ίωνα Δραγούμη, υποπρόξενο της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια. Ο έρωτας είναι αμοιβαίος και παράφορος. Ωστόσο, πλατωνικός. Η ίδια τον βιώνει μαρτυρικά και τον περιγράφει με τρόπο που ξεπερνά την ίδια την τέχνη του λόγου σε χειρόγραφες σελίδες μέρος των οποίων έχει σωθεί. Μην μπορώντας να αντιταχθεί στις κοινωνικές συμβάσεις, κάνει δύο διαδοχικές απόπειρες αυτοκτονίας και ομολογεί τον έρωτά της στον άνδρα της με την ελπίδα να μείνει ελεύθερη. Το τέλος μέσα της θα έρθει το 1912 όταν ο Ίωνας Δραγούμης θα συνδεθεί ερωτικά με τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Από τότε, η Πηνελόπη Δέλτα θα ντυθεί στα μαύρα, μέχρι το τέλος της ζωής της.


Στη δύσκολη προσωπική περίοδο που διανύει αρχίζει η άνθιση της συγγραφικής της πορείας. Το 1909 δημοσιεύει το πρώτο της διήγημα στον «Λαό» της Πόλης. Την ίδια χρονιά εκδίδεται και το πρώτο της παιδικό μυθιστόρημα «Για την Πατρίδα». Λίγο αργότερα τελειώνει τον «Καιρό του Βουλγαροκτόνου». H επανάσταση στο Γουδί και η απογοήτευσή της από τη στάση του Κωνσταντίνου την ωθούν να γράψει το «Παραμύθι χωρίς όνομα», ένα από τα ωραιότερα μυθιστορήματά της. Τα έργα της μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες. Τα παραμύθια («Παραμύθι χωρίς όνομα» (1910) και η συλλογή «Παραμύθια και άλλα» (1915), τα ιστορικά («Για την Πατρίδα» (1909) και «Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου» (1911), «Η ζωή του Χριστού» (1925), «Τα μυστικά του Βάλτου» (1937), «Μάγκας» (1935) και τα αυτοβιογραφικά («Ταξιδιωτικό ημερολόγιο του 1901», «Πολιτικό ημερολόγιο (1917-1933)», «Προσωπικό ημερολόγιο, Turis Eburnea» (1917-1941), «Πρώτες Ενθυμήσεις», «Αναμνήσεις 1899», «Αναμνήσεις 1921», «Αναμνήσεις 1940», «Ο Ίων Δραγούμης».
Το 1916 οι Δέλτα εγκαθίστανται οριστικά στην Κηφισιά. Η χρονιά αυτή σημαδεύεται από σημαντικές πολιτικές εξελίξεις: τα «Νοεμβριανά». Ο πατέρας της Εμμανουήλ Μπενάκης, δήμαρχος Αθηναίων από το 1914, συλλαμβάνεται. Η Δέλτα καταστρέφει το πρώτο πολιτικό της ημερολόγιο κι αρχίζει να το συμπληρώνει από την επόμενη χρονιά με την περιγραφή των «Νοεμβριανών». Ταυτόχρονα αρχίζει να γράφει το πολύ προσωπικό της ημερολόγιο, το «Τuris Εburnea», όπου καταγράφει τις πιο ενδόμυχες σκέψεις της και περιλαμβάνει κομμάτια του ημερολογίου και των γραπτών του Ίωνα Δραγούμη.


Το 1920 η τραγική εμπειρία της δολοφονίας του Ίωνα Δραγούμη από βενιζελικούς θα κοστίσει στη Δέλτα. Πέντε χρόνια αργότερα θα παραλύσει και θα καθηλωθεί στην καρέκλα.
Θα φύγει δεκαέξι χρόνια αργότερα αφήνοντας πίσω της ένα τεράστιο λογοτεχνικό έργο.
Ιδιαίτερα τα παιδικά της βιβλία θεωρούνται κλασικά, βρίθουν ιστορικών στοιχείων και έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές. «Κάμνω τα δυνατά μου να πω του Ελληνόπαιδου μερικά ιστορικά γεγονότα που δεν μπορεί να μάθει αλλού» έγραφε η ίδια στον Κωστή Παλαμά.


"Της τέχνης τα φαρμάκια" της Μαριάννας Τζιαντζή ("Καθημερινή"/(Αποτυπώματα), κάπου μέσα στο 2007;*) και "...για το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια" της Μάνιας Παπαδημητρίου ("ΑΥΓΗ", 30/4/2012)"

............................................................



















της Μαριάννας Τζιαντζή


Συχνά λέμε ότι το μέτρο του πολιτισμού μιας κοινωνίας είναι η έγνοια που δείχνει η πολιτεία για τους πιο ανυπεράσπιστους: για τα παιδιά, τους γέροντες, τους ανθρώπους με αναπηρία. Ενα άλλο μέτρο, λιγότερο αυτονόητο, είναι ο σεβασμός που δείχνει η πολιτεία στους καλλιτέχνες.
Επισήμως, σεβόμαστε την τέχνη, συχνά τη γράφουμε με «ταυ» κεφαλαίο, όμως οι καλλιτέχνες συνήθως γράφονται με «κάπα» μικρό, πεζό, πεζότατο. Δεν εννοώ τους επώνυμους, τους καταξιωμένους, αλλά τους χιλιάδες εργαζόμενους στη βιομηχανία ή τη βιοτεχνία του θεάματος και της (ιδιωτικής) καλλιτεχνικής παιδείας. Αβυσσος χωρίζει τα «λαμπερά» πρόσωπα στα εξώφυλλα των περιοδικών και στα τηλεοπτικά στούντιο από τους άγνωστους στρατιώτες της τέχνης, τους ηθοποιούς, τους μουσικούς, τους εικαστικούς.
Σύνταξη; Τι είναι αυτό; Πολλοί μουσικοί σε νυχτερινά κέντρα συγκεντρώνουν ένσημα για 12 ημέρες τον μήνα και ας εργάζονται τις 25, ενώ οι καθηγητές των ωδείων προσλαμβάνονται κάθε φθινόπωρο και απολύονται κάθε καλοκαίρι. Μια ζωή συμβασιούχοι, μια ζωή στον αέρα. Οι δάσκαλοι αυτοί πληρώνονται με το «κεφάλι», ανάλογα με τον αριθμό των μαθητών, και συχνά αυτό μεταφράζεται σε αμοιβή 7 ευρώ την ώρα (διδακτική ώρα των 60 λεπτών). Και μιλάμε για ανθρώπους με προϋπηρεσία πάμπολλα χρόνια σπουδών. Χιλιάδες ηθοποιοί κυνηγούν τη δουλειά με το τουφέκι, σήμερα σε κάποιο θέατρο της Αθήνας, αύριο σε κάποιο ΔΗΠΕΘΕ στην άλλη άκρη της Ελλάδας, μεθαύριο σε κάποιο φεστιβάλ και, ενδιάμεσα, ατέλειωτες εβδομάδες ή και μήνες στην ανεργία, στο τίποτα. Πολλοί ηθοποιοί του θεάτρου, «τυχεροί» αυτοί, μετά την παράσταση δεν έχουν χρήματα όχι για ταξί ή για βενζίνη στο μηχανάκι, αλλά ούτε για το εισιτήριο του μετρό ή του νυχτερινού λεωφορείου. Σε κάποια θέατρα οι ηθοποιοί αναγκάζονται να αγοράσουν, συνήθως με πιστωτική κάρτα, οι ίδιοι τα κοστούμια τους...
Καλλιτεχνία θέλατε, καλά να πάθετε, θα μπορούσε να πει κανείς. Η τέχνη είναι συνώνυμη του ρίσκου, απαιτεί θυσίες. Υποτίθεται ότι οι καλλιτέχνες είναι ιδιόρρυθμοι, εκκεντρικοί, ότι επιλέγουν την αβεβαιότητα της δημιουργίας από τη σιγουριά του Δημοσίου. Μόνον που εδώ δεν πρόκειται για τη μυθοποιημένη μποέμικη ζωή, αλλά για την ίδια την επιβίωση. Αλλο ρίσκο και άλλο εξαθλίωση. Και οι καλλιτέχνες έχουν την κακιά συνήθεια να αρρωσταίνουν, να αποκτούν παιδιά και οικογένεια, να γερνούν.
Φταίει η υπερπροσφορά, φταίει η κρίση στη νύχτα και στο θέατρο; Σίγουρα όμως φταίει και η ανυπαρξία δημόσιας μέριμνας και καλλιτεχνικής παιδείας. Μικρή χώρα η Ελλάδα, μικρή η αγορά της, μικρός και ο σεβασμός για εκείνους που δεν έγιναν πρωταγωνιστές. «Βαρύ πυροβολικό» της χώρας χαρακτηρίζεται ο πολιτισμός της, όμως τα πυροβόλα τα σέρνουν αναλώσιμα ψοφάλογα.
Να γίνουν όλοι οι καλλιτέχνες κρατικοδίαιτοι και η τέχνη επιδοτούμενη; «Δεν τις ευχαριστιέμαι τις πληρωμένες παραστάσεις», έλεγε ένας περίφημος καλλιτέχνης του Θεάτρου Σκιών, ο Ορέστης, αφού ο «θεατής που μπαίνει τζάμπα δεν έχει απαιτήσεις κι έτσι έρχεται ο καλλιτεχνικός θάνατος του καραγκιοζοπαίχτη, που δεν ανησυχεί για το παίξιμό του, δεν προσπαθεί να γίνεται καλύτερος». Τι συμβαίνει όμως όταν, πολύ πριν από τον καλλιτεχνικό ή τον βιολογικό θάνατο, συντελείται ο αργός θάνατος της αξιοπρέπειας και της ελπίδας;
............................................................
* Σχόλιο δικό μου: Άρα πολύ πριν την κρίση. Τώρα τα πράγματα είναι (και θα γίνουν) πολύ χειρότερα. Είναι έτσι, όπως τα υπογραμμίζει η "συνάδελφος" Μάνια Παπαδημητρίου, υποψήφια βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ:

 Με τον ΣΥΡΙΖΑ για το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια (απόσπασμα)
εφημ. "Η ΑΥΓΗ", 30/4/2012


Στον χώρο του πολιτισμού η επίπτωση της πολιτικής του Μνημονίου υπήρξε μία και μοναδική: μειώσεις όλων των κονδυλίων για την τέχνη και τον πολιτισμό. Και η μετατροπή μιας μεγάλης μερίδας των ηθοποιών και των καλλιτεχνών γενικότερα του χώρου του θεάτρου και του κινηματογράφου από επαγγελματίες σε επαίτες. Συγκεκριμένα θα σας αναφέρω μία εμβληματική φράση που ακούστηκε από ηθοποιό του Εθνικού μετά τις πρώτες μειώσεις του μισθού: "Δεν ξέρω αν μ' αυτά τα χρήματα με συμφέρει να παίρνω το λεωφορείο και να κατεβαίνω στο θέατρο. Μάλλον με συμφέρει να μη δουλεύω καθόλου". Αυτό μετά τις πρώτες μειώσεις, γιατί μετά τις επόμενες και τις μεθεπόμενες δεν ξαναμίλησε κανείς, γιατί δεν είχε πια κανένα νόημα.
Τα δελτία παροχής υπηρεσιών των ηθοποιών, που είχαν παρακράτηση 20% συν 16% ΙΚΑ, τώρα έχουν και 13% ΦΠΑ, πράγμα που σημαίνει ότι, αφενός, πληρώνεις 4 φορές τον χρόνο λογιστή (εκεί που πληρώναμε μία) και, αφετέρου, για να πάρεις στα χέρια σου 300 ευρώ καθαρά, πρέπει ο εργοδότης να σου δώσει περίπου 450 ευρώ, πράγμα που κανείς δεν θέλει να κάνει. Κι αυτό ενώ προηγουμένως το ίδιο το κράτος μας είχε υποχρεώσει να βγάλουμε μπλοκάκια υπαγόμενοι σε ειδικό καθεστώς, αφού η δική μας εργασία, ακόμα κι όταν παρέχεται με μπλοκάκι, είναι εξαρτημένη και όχι ελεύθερο επάγγελμα. Δεν ξέρω αν είναι το Μνημόνιο ή η αναλγησία των δικών μας πολιτικών και γραφειοκρατών που εξαθλιώνουν έτσι το επάγγελμα του ηθοποιού, πάντως αυτή είναι η πραγματικότητά μας.
Οι πολιτικές εκλογές δεν αφορούν ξεχωριστά τον πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι πολυτέλεια. Μια απαραίτητη πολυτέλεια, αλλά πολυτέλεια. Δεν προσέρχομαι στον ΣΥΡΙΖΑ* ως καλλιτέχνης. Πάει καιρός που δεν αισθάνομαι ότι αυτό το "πράγμα" στην Ελλάδα έχει καμιάν υπόληψη. Προσέρχομαι ως μαχόμενος και οργισμένος πολίτης. Όχι για τα θέματα παιδείας και πολιτισμού μόνο. Αλλά για το βασικό ζήτημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, που ξεκινάει από τα βασικά δικαιώματα του πολίτη: την τροφή, το δικαίωμα στην επιβίωση, το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης, την ισότητα απέναντι στους νόμους, το δικαίωμα της εργασίας και ιατρικής περίθαλψης. Το δικαίωμα να θεωρείσαι το ίδιο ανθρώπινο πλάσμα όπως και ο ομόλογός σου κάτοικος Δήμου Εκάλης. Το δικαίωμα να έχεις ευκαιρίες εργασίας και χωρίς να είσαι ημέτερος ημετέρων της κυβερνώσας παρέας. Σε κάθε τόπο εργασίας, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε κόμμα τολμώ να πω. Και από αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρούμαστε ούτε εμείς, τα αριστερά κόμματα. Το πρόβλημα δεν είναι ποιο κόμμα ψηφίζεις, αλλά αν είσαι συστημικός ή όχι...

*: Σκέφτηκα πολύ αν θα έπρεπε να εμφανίσω την κομματική ταυτότητα της κ. Μ.Παπαδημητρίου, μιας και όταν ξεκινήσαμε το "Θεατροδρόμιον εν Ναυπλίω" είχαμε σιωπηρά συμφωνήσει και με τον Κυριάκο και με τους άλλους φίλους του "Θεατροδρόμιου", ότι το blog θα μείνει μακρυά από την πολιτική - κομματική σκηνή της χώρας μας και τις όποιες της συναφείς αντιπαραθέσεις. Έτσι. "απολογούμενος" για την "παραβίαση" της συμφωνίας λέω ότι, 1. προέκρινα την επιλογή ν' αναρτήσω μέρος του άρθρου, όσο είναι λιγότερο "προπαγανδιστικό" του κόμματος που ανήκει η αρθρογράφος, 2. η πραγματικότητα στην οποία βασίζεται το άρθρο είναι τόσο αληθινή - και πέρα από οποιαδήποτε αμφισβήτηση , όσο αληθινή είναι η τραγική κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει οι εργαζόμενοι και μή κατέχοντες εδώ και δυόμιση χρόνια. Η αλήθεια, λοιπόν, και η "συναδελφική" αλληλεγγύη - οι ίδιες που μου υπαγόρευσαν και την ανάρτηση του άρθρου της κ. Μ.Τζιαντζή "Οι δάσκαλοι δεν αυτοκτονούν" (βλ. ανάρτηση της 1/5/2012 που αγγίζει την άλλη μου επαγγελματική ιδιότητα, του δασκάλου), αλλά κυρίως οι ανθρώπινες τραγωδίες που έχουν αρχίσει να ξεμυτίζουν, έκαναν περιττούς τους δισταγμούς μου και τις επιφυλάξεις μου. Ζητώ την κατανόησή σας και σας εύχομαι καλή δύναμη και καλό κουράγιο...

                                     Μεθόδιος Αργουμέντης 

Γιώργος Σεφέρης, Η ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ (από το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β')

............................................................

 

 

Γιώργος Σεφέρης, Η ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ  

(από το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β')




 
Ιστορισμένα παραμύθια στην καρδιά μας
σαν ασημένια σκούνα μπρος στο τέμπλο
μιας άδειας εκκλησιάς. Ιούλιο στο νησί.

Γ.Σ.



Η μορφή της μοίρας πάνω απ' τη γέννηση ενός παιδιού,
γύροι των άστρων κι ο άνεμος μια σκοτεινή βραδιά του
Φλεβάρη,
γερόντισσες με γιατροσόφια ανεβαίνοντας τις σκάλες που
τρίζουν
και τα ξερά κλωνάρια της κληματαριάς ολόγυμνα στην
αυλή.


Η μορφή πάνω απ' την κούνια ενός παιδιού μιας μοίρας
μαυρομαντιλούσας
χαμόγελο ανεξήγητο και βλέφαρα χαμηλωμένα και στήθος
άσπρο σαν το γάλα
κι η πόρτα που άνοιξε κι ο καραβοκύρης θαλασσοδαρ-
μένος
πετώντας σε μια μαύρη κασέλα το βρεμένο σκουφί του.


Αυτά τα πρόσωπα κι αυτά τα περιστατικά σ' ακολουθού-
σαν
καθώς ξετύλιγες το νήμα στην ακρογιαλιά για τα δίχτυα
κι όταν ακόμη αρμενίζοντας δευτερόπριμα κοίταζες το
λάκκο των κυμάτων.
Σ' όλες τις θάλασσες, σ' όλους τους κόρφους
ήταν μαζί σου, κι ήταν η δύσκολη ζωή κι ήταν η χαρά.


Τώρα δεν ξέρω να διαβάσω παρακάτω,
γιατί σε δέσαν με τις αλυσίδες, γιατί σε τρύπησαν με τη
λόγχη,
γιατί σε χώρισαν μια νύχτα μέσα στο δάσος από τη
γυναίκα
που κοίταζε στυλώνοντας τα μάτια και δεν ήξερε καθόλου
να μιλήσει,
γιατί σου στέρησαν το φως το πέλαγο το ψωμί.


Πώς πέσαμε, σύντροφε, μέσα στο λαγούμι του φόβου;
Δεν ήταν της δικής σου μοίρας, μήτε της δικής μου τα
γραμμένα,
ποτές μας δεν πουλήσαμε μήτε αγοράσαμε τέτοια πρα-
μάτεια.
Ποιος είναι εκείνος που προστάζει και σκοτώνει πίσω
από μας;


Άφησε μη ρωτάς. Τρία κόκκινα άλογα στ' αλώνι
γυρίζουν πάνω σ' ανθρώπινα κόκαλα κι έχουν τα μάτια
δεμένα,
άφησε μη ρωτάς, περίμενε. Το αίμα, το αίμα
ένα πρωί θα σηκωθεί σαν τον Αι-Γιώργη τον καβαλάρη
για να καρφώσει με το κοντάρι πάνω στο χώμα το
δράκοντα.



                                                      
                                                                                           1η Οχτώβρη '41





Η Σελήνη των Μύθων του Διονύση Σιμόπουλου (NAFTEMPORIKI.GR Τετάρτη, 2 Μαϊου 2012)

.............................................................

Η Σελήνη των Μύθων 

(του Διονύση Σιμόπουλου)

NAFTEMPORIKI.GR Τετάρτη, 2 Μαϊου 2012 14:16
Τελευταία Ενημέρωση : 02/05/2012 14:25


Του Διονύση Π. Σιμόπουλου, Διευθυντή Ευγενιδείου Πλανηταρίου

Η καθημερινή παρουσία της Σελήνης στον ουρανό αλλά και η συνεχής αλλαγή της φωτισμένης της μορφής επηρέαζε ανέκαθεν τους ανθρώπους όπως φαίνεται στα τραγούδια, στις προλήψεις και στις δογματικές τους αντιλήψεις. Πάρτε, για παράδειγμα, την Πανσέληνο της ερχόμενης Κυριακής (ξημερώματα της 6ης Μαϊου 2012) που συμπίπτει με το περίγειο της Σελήνης (356.953 χλμ.) με διαφορά δύο μόνο λεπτών. Η σύπτωση αυτή δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο αλλά ούτε και κάτι το συνηθισμένο αφού συμβαίνει κάθε 400 περίπου ημέρες. Στις 19 Μαρτίου 2011, μάλιστα, είχαμε πάλι μία «σούπερ Πανσέληνο» οπότε η Σελήνη βρίσκονταν 400 χιλιόμετρα πλησιέστερα στη Γη. Το πλησιέστερο περίγειο της Σελήνης είναι 356.410 χιλιόμετρα, ενώ το μεγαλύτερο απόγειό της φτάνει τα 406.697 χιλιόμετρα. Στο περίγειό της η Σελήνη φαίνεται 14% μεγαλύτερη και κατά 30% περίπου πιο λαμπερή. Η επίδραση όμως της Σελήνης είναι αμελητέα αφού την Κυριακή τα νερά της θάλασσας δεν πρόκειται να ανέβουν περισσότερο από μερικά μόνον εκατοστά.
Το γεγονός όμως του περιγείου δεν έχει σχέση με το πόσο μεγάλη φαίνεται όταν βρίσκεται κοντά στον ορίζοντα. Αυτό οφείλεται αποκλειστικά και μόνο σε οπτική απάτη, αφού στον ορίζοντα η Πανσέληνος μπορεί να συγκριθεί με διάφορα άλλα χαρακτηριστικά που βρίσκονται εκεί, όπως δέντρα, κεραίες και διάφορα κτίσματα. Μ' αυτόν τον τρόπο ο εγκέφαλος του παρατηρητή παρασύρεται να πιστέψει ότι η Πανσέληνος είναι μεγαλύτερη στον ορίζοντα απ' ό,τι όταν βρίσκεται ψηλά στον ουρανό.
Υπάρχουν όμως κι άλλοι μύθοι που έχουν καλλιεργηθεί στους διάφορους λαούς μεταξύ των οποίων και η σύνδεση της έξαρσης της «τρέλας» την ημέρα της Πανσελήνου. Απ' αυτόν τον μύθο άλλωστε προέρχεται και η λέξη «σεληνιασμός» και η σύνδεσή της με την επιληψία. Στατιστικές μελέτες που έγιναν επανειλημμένα και έχουν δημοσιευθεί σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά (όπως το Annals of Emergency Medicine, το Journal of Emergency Nursing, και το Journal of Toxicology and Psychological Report) αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει καμιά απολύτως σχέση με την συμπεριφορά του ανθρώπου και την Πανσέληνο. Μύθος είναι επίσης και αυτό που ακούγεται ότι την ημέρα της Πανσελήνου γεννιώνται περισσότερα παιδιά ή ότι υπάρχουν περισσότερα ατυχήματα, και άλλα παρόμοια. Παρόλα αυτά οι μύθοι αυτοί συνεχίζουν να υπάρχουν και να μπερδεύουν τους πολίτες χωρίς καμιά απολύτως απόδειξη.
Είναι πάντως γεγονός ότι η παρουσία της Σελήνης στον νυχτερινό ουρανό πραγματικά δεν έχει αντίζηλο, γι' αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο που η μυθολογία είναι γεμάτη με τις ιστορίες της οι οποίες πολλές φορές την ταύτιζαν με την θεά ’ρτεμη. Όταν πρόβαλλε στον ουρανό το χαριτωμένο της πρόσωπο με την ασημένια ανταύγεια, η ομορφιά της έκανε τα άστρα να ωχριούν, ενώ η φαντασία των αρχαίων παρομοίαζε τις ακτίνες της Σελήνης με τα γρήγορα και μυτερά βέλη της Αρτέμιδος. Η αγνή πανέμορφη παρθένα, η κυνηγός θεά, ήταν για τον Όμηρο το πρότυπο της γυναικείας ομορφιάς. Στη Σελήνη απέδιδαν επίσης τη νυχτερινή δροσιά και τις βροχές, γι' αυτό ονόμαζαν την Αρτεμη «Ποτάμια» και την λάτρευαν κοντά σε πηγές και λίμνες όπου πίστευαν ότι λούζονταν μαζί με τις Νύμφες μακριά από τα βέβηλα βλέμματα των ανδρών.
Σύμφωνα, επίσης, με την ελληνική μυθολογία η Σελήνη ήταν κόρη των Τιτάνων Υπερίωνα και Θείας, και αδελφή του Ήλιου και της Ιούς, ενώ ήταν επίσης και η μητέρα του Ωρίωνα με πατέρα τον Ήλιο. Όπως ο Ήλιος, έτσι και η Σελήνη, είχε το δικό της άρμα που το έσερναν βόδια ή άλογα ή και ελάφια, ενώ αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στην Κλασσική κυρίως εποχή η λατρεία της Σελήνης είχε ατονήσει γιατί πίστευαν ότι η λατρεία των ουράνιων σωμάτων ήταν γνώρισμα των βαρβάρων.
Από την αρχαιότητα, πάντως, στο ορατό πρόσωπο της Σελήνης διακρίνονταν διάφορες μορφές και σχήματα που κυριολεκτικά γοήτευαν τους ανθρώπους της Γης επί χιλιάδες χρόνια. Μερικοί πίστευαν ότι ήταν ένα κουνέλι. ’λλοι πάλι ότι ήταν ένας βάτραχος. Ενώ οι περισσότεροι έλεγαν ότι μπορούσαν να διακρίνουν ένα ανθρώπινο πρόσωπο: έναν άνθρωπο στη Σελήνη! Στις σκανδιναβικές χώρες έβλεπαν δύο παιδιά να μεταφέρουν ανάμεσά τους έναν κουβά νερό, ενώ στη Γροιλανδία απαγόρευαν στις νέες κοπέλες να κοιτάζουν την Πανσέληνο γιατί πίστευαν ότι θα έμεναν έγκυοι.
Επειδή η Σελήνη βρίσκεται τόσο κοντά στη Γη η εμφάνισή της συνδέεται με πολλές παραδόσεις, που κρατάνε από την αρχαία ακόμη εποχή, όπως για παράδειγμα η σύνδεση της Πανσελήνου του κάθε μήνα με διάφορες αγροτικές εργασίες. Υπάρχουν όμως και πολλοί μύθοι που έχουν καλλιεργηθεί στους διάφορους λαούς μεταξύ των οποίων και ο μύθος σχετικά με τον χρωματισμό της Πανσελήνου που ορισμένοι τον θέλουν μερικές φορές να είναι «μπλε». Κάτω από ορισμένες συνθήκες πράγματι υπάρχουν περιπτώσεις που η χροιά της Σελήνης παίρνει ένα γαλαζωπό χρώμα (αντί του κανονικού της γκρίζου) όταν στην ατμόσφαιρα υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση σκόνης από κάποια πρόσφατη και μεγάλη έκρηξη ηφαιστείου, όπως συνέβη για παράδειγμα με την έκρηξη του ηφαίστειου Κρακατόα το 1883.
Το φαινόμενο αυτό είναι τόσο σπάνιο ώστε έμεινε στα χρονικά ως έκφραση ενδεικτική της έννοιας του «σχεδόν ποτέ». Μ' αυτή λοιπόν την έννοια χρησιμοποιείται και η φράση «Μπλε Σελήνη» για να χαρακτηρίσει την ύπαρξη δύο Πανσελήνων σ'έναν μήνα, η δεύτερη δηλαδή Πανσέληνος σ' ένα μήνα ονομάζεται «Μπλε Σελήνη» παρόλο που ένα τέτοιο φαινόμενο, αν και ασυνήθιστο (αφού η περίοδος από την μια Πανσέληνο έως την επόμενη φτάνει τις 29,5 περίπου ημέρες και για την ακρίβεια 29,53059 ημέρες) δεν είναι ιδιαίτερα σπάνιο.
Ο Φεβρουάριος φυσικά, που έχει μόνο 28 ή 29 ημέρες, είναι αδύνατον να περιλάβει ποτέ μια «Μπλε Σελήνη», ενώ κατά μέσον όρο ένας μήνας με δύο Πανσελήνους συμβαίνει μια φορά κάθε 2,5 περίπου χρόνια (και για την ακρίβεια κάθε 2,72 χρόνια), κάτι που φυσικά δεν μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερα σπάνιο. Η τελευταία «Μπλε Σελήνη» συνέβη στις 31 Δεκεμβρίου του 2009 ενώ η πρώτη Πανσέληνος εκείνου του μήνα είχε συμβεί στις 2 Δεκεμβρίου. Η επόμενη «Μπλε Σελήνη» θα συμβεί τον Αύγουστο του 2012 (η πρώτη Πανσέληνος στις 2/8 και η δεύτερη, η «Μπλε», στις 31/8). Συνολικά στα επόμενα 40 χρόνια θα έχουμε 17 μήνες που θα περιλαμβάνουν δύο Πανσελήνους, ενώ στη διάρκεια του 2018 και του 2037 θα έχουμε δύο μήνες με διπλές Πανσελήνους, και συγκεκριμένα τον Ιανουάριο και Μάρτιο των ετών αυτών.
Φυσικά πολλοί από τους κλασικούς Έλληνες φιλοσόφους είχαν αντιληφθεί από νωρίς ότι ο διαφορετικός φωτισμός των περιοχών της Σελήνης οφείλονταν στις ανωμαλίες του εδάφους της. Ο Θαλής ο Μιλήσιος, για παράδειγμα, πίστευε ότι ο δορυφόρος μας ήταν φτιαγμένος από τα ίδια υλικά που είναι φτιαγμένη και η Γη, ενώ ο Δημόκριτος υποστήριζε ότι οι διαφορές του φωτισμού της οφείλονταν στην ύπαρξη βουνών και κοιλάδων. Κι έτσι από την κλασική ακόμη εποχή, οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι μπόρεσαν να διαλευκάνουν αρκετά από τα μυστήρια της Σελήνης.

Τρίτη 1 Μαΐου 2012

Oι δάσκαλοι δεν αυτοκτονούν (http://www.tziantzi.gr και "Καθημερινή", 29/4/2012)

...........................................................

της Μαριάννας Τζιαντζή ("Καθημερινή", 29/4/2012)


Στις 4 Απριλίου, πλάι σε ένα ψηλό κυπαρίσσι στην πλατεία Συντάγματος, αφαίρεσε τη ζωή του ο Δημήτρης Χριστούλας. Πριν κλείσει ο μήνας, ο Σάββας Μετοικίδης, ένας δάσκαλος 42 ετών, έκανε το ίδιο, αλλά πιο αθόρυβα, σε μια αποθήκη του πατρικού του στη Θράκη.




Μακάβριες αναφορές, προεκλογικές και ανοιξιάτικες; Το πιο μακάβριο, το πιο τραγικό με τις αυτοκτονίες είναι το γεγονός ότι έχουν πάψει να θεωρούνται είδηση, ότι κινδυνεύουμε να τις συνηθίσουμε.

Μόνο που οι δάσκαλοι δεν αυτοκτονούν. Ο δάσκαλος 
δεν λυγίζει, δεν απελπίζεται, δεν ζαλίζεται στο 
πούλμαν που μας πηγαίνει εκδρομή, δεν τον πιάνει 
ναυτία στο καράβι. Ο δάσκαλος πρέπει να βρίσκεται 
πάντα εδώ και να απαντά στις ερωτήσεις μας 
(εφόσον έχουμε ερωτήσεις), να μας βοηθά να 
κρυφτούμε κάτω από το θρανίο αν τυχόν γίνει 
σεισμός, να διώχνει το φαρμακερό σερσέγκι που 
τρύπωσε από το ανοιχτό παράθυρο και τώρα 
πετά πάνω από τα κεφάλια μας, μες στην τάξη. 
Αυτά τουλάχιστον πίστευα όταν ήμουν 
μαθήτρια και τώρα αναρωτιέμαι τι λένε οι 
μεγάλοι στα παιδιά που, όταν επιστρέφουν 
στο σχολείο μετά τις διακοπές του Πάσχα, 
μαθαίνουν ότι ο δάσκαλός τους δεν είναι πια εδώ.


Δεν είμαι πολιτικός ντετέκτιβ ούτε ψυχολόγος, 
δεν μπορώ να εξηγήσω κάτι που δεν το χωράει 
ο κοινός νους. Αρμόδιοι να μιλήσουν για τον 
χαμένο δάσκαλο είναι τα αγαπημένα του πρόσωπα, 
οι συνάδελφοι, οι συναγωνιστές του και, πάνω απ’ 
όλα, οι μαθητές που έχουν περάσει από τα χέρια 
του. Ο μαθητής είναι ο μέγας και αφανής κριτής 
και αξιολογητής. Και δεν είναι αληθινή ότι 
«το παιδί μόνο από μάνα ορφανεύει». 
Ατυχος και αιώνια ορφανός είναι όποιος στα 
μαθητικά του χρόνια δεν διασταυρώθηκε 
με κάποιον δάσκαλο που κατάφερε να του 
εμπνεύσει σεβασμό, να τον πείσει για την 
ομορφιά και την αξία της μάθησης, της 
προσπάθειας. Ομως αυτή την ορφάνια 
δεν τη συνειδητοποιούμε πάντα.


Πώς μπορεί ένας εκπαιδευτικός των 560 ή των 
600 ευρώ να ζήσει με στοιχειώδη αξιοπρέπεια 
ή να συντηρήσει οικογένεια; Ολα τον σπρώχνουν 
στα ιδιαίτερα μαθήματα, που διαβρώνουν τον 
αυτοσεβασμό του, αλλά και την αποστολή του 
δημόσιου σχολείου. Πολλοί εκπαιδευτικοί 
αναζητούν μια δεύτερη εργασία, γίνονται 
διανομείς πίτσας ή νυχτερινοί οδηγοί ταξί, 
ενώ αρκετοί έχουν ήδη αρχίσει να τρέφονται στα 
συσσίτια. Εκτός από την «ανάγκη που γίνεται ιστορία», 
υπάρχει και η αλήθεια που γίνεται ή φαίνεται 
ότι γίνεται λαϊκισμός.


Λένε ότι η ευτυχία είναι μεταδοτική. Το ίδιο και 
το αντίστροφό της, ενώ το «σύνδρομο του 
Βέρθερου», δηλαδή η επιδημία αυτοκτονιών, 
δεν είναι φιλολογικός μύθος. Αρκετά φαρμακωμένες 
είναι οι μέρες μας, ας μη γραφτούν άλλα τραγούδια 
σαν αυτό του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου 
Ελευθερίου («μα συ μικρό παιδί, παλικαράκι,/ 
φαρμάκωσες ετούτο τον καιρό/ μ’ ένα καρφί και 
μ’ ένα καθρεφτάκι/ τις φλέβες όταν έκοψες θαρρώ»).


Ο Εντουάρντο Γκαλεάνο γράφει ότι στην 
πατρίδα του δεν λένε «φτωχός σαν Λάζαρος 
[του Ευαγγελίου]», αλλά «φτωχός σαν δάσκαλος», 
καθώς ο μισθός των εκπαιδευτικών στην 
Ουρουγουάη είναι ψίχουλα. Ας ελπίσουμε ότι 
στην Ελλάδα δεν θα φτάσει η ώρα που θα 
λέμε «απελπισμένος σαν δάσκαλος».

 (KAΘΗΜΕΡΙΝΗ, "Αποτυπώματα", 29.4.2012)